ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Εσκαβε τον λάκκο μόνος του

εσκαβε-τον-λάκκο-μόνος-του-743090

Του Νίκου Τσεκούρα, συνταξιούχου δασκάλου

Αμφιβάλλω αν η ιστορία της κατοχής σ’ ολόκληρη την Ευρώπη αναφέρει μια τέτοια χειρονομία ανθρώπου, σαν εκείνη του ηρωικού Κρητικού Σκουμπάκη από το χωριό Περιβόλια της Κρήτης.

Ο νεαρός πολεμιστής Σκουμπάκης πολέμησε ηρωικά τους Γερμανούς με άλλους συγχωριανούς του, έξω απ’ το χωριό τους Περιβόλια κοντά στα Χανιά.

Ύστερα μπήκαν οι Γερμανοί στο χωριό τους και το αφάνισαν. Σκότωσαν και τριάντα κατοίκους.

Φίλοι μου αναγνώστες, θα ήτανε μεγάλη η παράλειψή μου, εάν δεν σας ανάφερα και το απίστευτό μεν, αλλά αληθινό ανοσιούργημα:

– Κάποιος γερμανόφιλος συγχωριανός του Σκουμπάκη, πήγε στους Γερμανούς και τον πρόδωσε… ότι αυτός, πάνω στη μάχη, είχε σκοτώσει 3 Γερμανούς.

Έψαξαν οι Γερμανοί να τον βρουν παντού. Μα μάταια, γιατί τα κατάφερε και τους ξέφυγε: Τον παράγγειλαν, όμως αν δεν παρουσιαζότανε σε 2-3 μέρες, θα σκότωναν άλλους τριάντα συγχωριανούς του.

Ο Σκουμπάκης έπεσε σε βαθύ δίλημμα. Να παραδώσει από τώρα τα νιάτα του στον Χάρο; Ήταν βαρύ! Μα και να πεθάνουν άδικα αντί γι’ αυτόν τριάντα άνθρωποι, ήταν ακόμη βαρύτερο. Και προτιμά να θυσιάσει τον εαυτό του και να ζήσουν οι τριάντα. Πρωί, πρωί, την άλλη μέρα παρουσιάζεται στους Γερμανούς. Ξέρει πως θα τον εκτελέσουν, ζητά μόνο μια χάρη. Να τον αφήσουν να ανοίξει το λάκκο του μόνος του. Και του την έδωσαν. Με συνοδό, έναν οπλισμένο Γερμανό, βγήκε έξω από το χωριό του κοντά στο νεκροταφείο κι άρχισε να σκάβει. Την ώρα εκείνη που έσκαβε, έτυχε μια παρέα από συγχωριανούς του, να περνάνε από κει. Ο Σκουμπάκης ζήτησε τσιγάρο. Η παρέα τον χαιρέτησε, χαιρέτησε όμως και τον Γερμανό. Η παρέα πλησίασε κοντά του και τον ρώτησε το Σκουμπάκη:

– «Τι σκάβεις;»

– «Το λάκκο μου», τους αποκρίνεται. Και συνεχίζει: «Θα τον σκάψω ώς μισό μέτρο, γιατί είναι γύρω, γύρω σπίθια = (σπίτια)».

Οι άνθρωποι της παρέας τα’χασαν. Τους έπιασε βιασύνη κι έφυγαν, κάνοντας το σταυρό τους. Φεύγοντας τον ρώτησαν:

– «Θες να πούμε πράμα στο χωριό;».

– «Όχι, τους έγραψα ότι σήμερα θα εκτελεστώ, χαιρετίσματα μόνο και να με συγχωράνε». Και τελείωσε ο διάλογος με τα εξής λόγια:

– «Γεια σου καπετάν Σκουμπάκη».

– «Ώρα καλή σας».

Ο Σκουμπάκης συνέχισε το σκάψιμο του τάφου του. Και την άλλη μέρα τον εκτέλεσαν και τον έθαψαν.

Αθάνατε Σκουμπάκη, για την μεγαλοψυχία που έδειξες, υπερασπίζοντας την πατρίδα σου από τους χιτλερικούς κατακτητές, εγώ και οι φίλοι μου αναγνώστες, του σημερινού μου δημοσιεύματος, προσευχόμεθα ολόψυχα στον Πανάγαθο Θεό, ν’ αναπαύσει την ψυχή σου, επάξια, στην ουράνια ζωή σου.

Αγαπητοί μου φίλοι αναγνώστες, εμείς οι σημερινοί επιζήσαντες, μετά τη γερμανική κατοχική πανωλεθρία, θα πρέπει να ενστερνισθούμε, τις δύο αρετές: Την παλικαροσύνη και την αυτοθυσία του μακαριστού ΣΚΟΥΜΠΑΚΗ και να μας γίνουν φωτεινό παράδειγμα, εάν βέβαια, θέλουμε να υπερηφανευόμεθα και να μας λένε, ότι και εμείς είμαστε πατριδολάτρες.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου