ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Από το Βασίλειο Διγενή Ακρίτα στον Αλέξη Ζορμπά: Ενα νέο πολιτικό ιδανικό

από-το-βασίλειο-διγενή-ακρίτα-στον-αλέ-666905

Του Δημήτρη Μποσνάκη

Από όλους τους ήρωες που έπλασε η ελληνική λογοτεχνία από τους αρχαίους χρόνους μέχρι σήμερα, και αυτοί είναι πολλοί, δύο είναι, κατά τη γνώμη μου, αυτοί που ενσαρκώνουν τα περισσότερα χαρακτηριστικά του διαχρονικού Έλληνα: ο Βασίλειος Διγενής Ακρίτας του λόγιου συγγραφέα της Βυζαντινής Αναγέννησης που θέλησε να μείνει στην ανωνυμία και ο Αλέξης Ζορμπάς, ο ήρωας που έπλασε και του έδωσε πνοή ο συγγραφέας Νίκος Καζαντζάκης. Οι δύο ήρωες απέχουν μεταξύ τους περίπου χίλια χρόνια και οριοθετούν τα σύνορα της Ρωμιοσύνης στους τελευταίους δέκα αιώνες.

Ο Βασίλειος Διγενής, οριοθετεί και φυλάει τα σύνορα της ελληνικής οικουμένης, όπως την οραματίστηκαν ο Αλέξανδρος ο Μακεδών και οι μετέπειτα Μακεδόνες Βυζαντινοί αυτοκράτορες Βασίλειος Α’ και Βασίλειος Β. Ο Διγενής δεν φυλάει μόνο το όραμα του ελληνισμού, φυλάει και τις ηθικές και ψυχικές αρετές με τις οποίες γαλουχήθηκε ο Χριστιανικός ελληνισμός, τον ακατάβλητο ηρωισμό και την πεμπτουσία του που είναι η ειρηνική συνύπαρξη και το σμίξιμο με τις άλλες θρησκείες και φυλές, στην προκειμένη περίπτωση με τον εγγύτερο αραβικό κόσμο. Από την άλλη, ο Αλέξης Ζορμπάς είναι ένα υπαρκτό πρόσωπο που « έχει μέσα του μια Δύναμη ανώτερη απ’ την ψυχή, που μπορεί να γκρεμίσει όλους τους φράχτες – ηθική, θρησκεία, πατρίδα – που άσκωσε γύρα του ο κακομοίρης, ο φοβιτσιάρης ο άνθρωπος για να κουτσοπορέψει ασφαλισμένη τη ζωούλα», όπως γράφει ο Καζαντζάκης. Ο Ζορμπάς « βλέπει τα πράγματα σαν πρώτη φορά, βλέπει τη ζωή σα να ‘ναι πρώτη φορά και θέλει να την ταξιδέψει». Είναι ο ταξιδευτής, ο αναχωρητής, ο ακούραστος αγωνιστής «ξεγελάει την ίδια του την ψυχή σα να’ χει μια δύναμη ανώτερη απ’ αυτήν, να έχει μέσα του την πηγή του Αθάνατου νερού», θέλει να γίνει ο Υπεράνθρωπος, να ξεσηκώσει τον Έλληνα, τον Άνθρωπο «Πρέπει να πετάξουμε αυτό που μας τάιζαν τόσα χρόνια, την εύκολη τροφή, τη μασημένη, την εύπεπτη, και να ζητήσουμε νέα τροφή λιονταρίσια.» Ο Ζορμπάς είναι ένας Ακρίτης του 20ου αιώνα. Παλεύει να κρατήσει ζωντανή την ελληνική ψυχή, να ανυψώσει την Ελληνική ιδέα πάνω από τάξεις, ράτσες, θρησκείες και συμφέροντα, στις μνήμες που “όλοι έχουμε, θαμπές, πνιγμένες, χαρές και πίκρες”. Να τις κάνει “αέρα στα πανιά μας”. “Η Αγιά Σοφιά, οι εχθροί, ο Θεός, η πατρίδα, ο θάνατος, όλα να γίνουν δύναμη, χορός, δίψα για ζωή». Ταξιδεύει, σπάει τα σύνορα, ρισκάρει, χάνει τα πάντα, βγαίνει νικητής.

Οι δύο ήρωες οριοθετούν την αρχή και το τέλος της χιλιετούς διαδρομής του Έλληνα ανάμεσα σε Δύση και Ανατολή, ανάμεσα σε Ευρώπη και Ασία, ανάμεσα στο Χριστιανισμό και στο Ισλάμ.

Ο ποιητής του Βασίλειου Διγενή Ακρίτα επικαλείται τις Μούσες για να δημιουργήσει μια ιστορία στους αιώνες, συνδέοντας την ελληνική γλώσσα και πολιτισμό με την Ομηρική ποίηση και τα παράλια της Ιωνίας. Είναι δίγλωσσος, γνωρίζει ελληνικά και αραβικά. Γράφει σε μια διαχρονική και διεθνή για την εποχή του λόγια ελληνική γλώσσα για να χτίσει μια κιβωτό του μεσαιωνικού ελληνισμού της Ανατολής που διαπλέει την ιστορία. Αν και το έργο περιγράφει διαρκείς πολέμους και κατορθώματα των βυζαντινών ελλήνων εναντίον των ισλαμιστών αράβων, δεν διαπνέεται από αισθήματα μισαλλοδοξίας και εχθρότητας, αλλά μόνον από ατομικό ηρωικό πνεύμα. Στο έργο δεν συγκρούεται η Δύση με την Ανατολή, ούτε ο Χριστιανισμός με το Ισλάμ, ούτε οι Έλληνες και οι βάρβαροι. Όπως γράφουν οι ιστορικοί (H. Moss: The birth of Middle Ages) : «Ο πολιτισμός του Ισλάμ δεν ήταν, όπως συχνά υποθέτουμε, Ασιατικός, ούτε αντίθετος στον ευρωπαϊκό. Αντίθετα, το Ισλάμ προερχόταν από τα ίδια στοιχεία που διαμόρφωσαν την πρώιμη Χριστιανική σκέψη, την ενότητα του ελληνιστικού πολιτισμού που διαδόθηκε στη Μέση Ανατολή». Ο ιστορικός Βασίλιεφ γράφει ότι στα μάτια πολλών συγγραφέων του μεσαίωνα από τον Ιωάννη Δαμασκηνό μέχρι το Δάντη, το Ισλάμ δεν ήταν μια παγανιστική θρησκεία αλλά μια Χριστιανική αίρεση.

Ο Βασίλειος Διγενής κατάγεται από μητέρα ελληνίδα, της ευγενούς οικογένειας Δούκα, και πατέρα Σύριο, από ευγενή οικογένεια αράβων. Εκπροσωπεί την εποχή της φεουδαρχίας όπου το πολεμικό ήθος, η θρησκευτική πίστη, η προσκόλληση στις ηθικές αξίες και στα υψηλά αξιώματα δημιουργούν τη ζωτική ορμή που διακατέχει τους ήρωες. Στο περίλαμπρο αρχοντικό του μια πτέρυγα αφιερώνεται στα κατορθώματα των ηρώων του ευρύτερου ελληνιστικού και ελληνικού κόσμου. Αρχίζοντας από το Μωυσή και την ηρωική Έξοδο των Εβραίων, τον Σαμψών, τον αγώνα του Δαβίδ κατά του Γολιάθ, τον Σαούλ ενώπιον του Θεού, τον Βελλερεφόντη κατά της Χίμαιρας, τον Ηρακλή, τον Αγαμέμνονα, τον Αχιλλέα και την εκστρατεία των Ελλήνων στην Τροία, τον τολμηρό Οδυσσέα και την πιστή Πηνελόπη, τις νίκες του Αλέξανδρου κατά των Περσών. Είναι το πάνθεον όλων των πολιτισμών που συνεισέφεραν στο να σχηματιστεί ο όμορφος και πλούσιος κόσμος της ελληνόφωνης αυτοκρατορίας της Ανατολής. Η Ανατολή συμβολίζει τους μακρινούς προγόνους του ανθρώπου, την αδιατάραχτη ενότητα, προτού διαμελισθεί η ανθρωπότητα σε φυλές, θρησκείες, γλώσσες, έθνη. Κάθε βλέμμα στην Ανατολή, είναι μια αστραπιαία συνάντηση με το βλέμμα των προγόνων.

Ο Αλέξης Ζορμπάς μας μεταφέρει στον 20ο αιώνα. Είναι το ξημέρωμα μιας εποχής ελευθερίας και δικαιοσύνης, όπου ο άνθρωπος είναι άτομο, με τις δικές του ιδέες και το δικό του εσωτερικό θεό. Η ζωτική ορμή που κυβερνά τις πράξεις του είναι συμπονετική για όλους τους ανθρώπους, δεν τους κατατάσσει σε κατηγορίες, είναι έτοιμος να μοιραστεί μαζί τους το βιός του και τη χαρά της ζωής. Στη θέση της ράτσας και της πατρίδας βάζει την ανθρωπότητα και την υπερπατρίδα, τη δύναμη της ένωσης. «Το δίδυμο ρέμα που τρέχει μέσα στις φλέβες μου, το ελληνικό αίμα από τη μάνα μου, το αραβίτικο από τον κύρη, είναι θετικό και γόνιμο, μου δίνει δύναμη, χαρά και πλούτο. Κι ο αγώνας μου να κάμω τη σύνθεση από τις δυο τούτες αντίμαχες ορμές δίνει σκοπό κι ενότητα στη ζωή μου.» Ο Ζορμπάς ανυψώνει μέσα του τον άνθρωπο – δημιουργό: «Το κάθε ζωντανό είναι αργαστήρι, όπου κρυμμένος ο Θεός κατεργάζεται και μετουσιώνει τη λάσπη. Και τώρα, πρώτη φορά απ’ όταν στάθηκε ο κόσμος, o άνθρωπος αξιώθηκε να μπει στο αργαστήρι του Θεού και να δουλέψει μαζί του, κι όσο πιο πολλή σάρκα μετουσιώνει σε αγάπη, σε παλικαριά κι ελευτερία, τόσο περισσότερο γίνεται Γιός του Θεού».

O Aλέξης Ζορμπάς ενσωματώνει την ελληνική προοπτική, το διδακτικό παρελθόν, τα διλήμματα του παρόντος, το ευαγγέλιο του μέλλοντος. Βίωσε την ιστορία ως προσωπική εμπειρία, την είδε, και κατάλαβε το μέλλον.

« Πήρα, λοιπόν, το τουφέκι μου και δρόμο! Μπήκα στ’ αντάρτικα, κομιτατζής. Μια μέρα, κατά το σούρουπο, τρύπωξα σ’ ένα βουργάρικο χωριό και κρύφτηκα σ’ ένα στάβλο. Μέσα στο ίδιο σπίτι του Βούλγαρου του παπά, άγριου αιμοβόρου κομιτατζή. Έβγαζε τη νύχτα τα ράσα, φορούσε τσοπάνικα, έπιανε τα’ άρματα και τραβούσε κατά τα ελληνικά χωριά. Το πρωί γύριζε πίσω, ξημερώματα, πλένουνταν από τις λάσπες και τα αίματα κι έμπαινε στη λειτουργιά. Τις μέρες εκείνες είχε σκοτώσει ένα Έλληνα δάσκαλο, απάνω στο στρώμα του, την ώρα που κοιμόταν. Μπήκα, λοιπόν, στο στάβλο του παπά και περίμενα. Όπου κατά το βράδυ μπαίνει κι ο παπάς να ταΐσει τα ζωντανά του, πέφτω απάνω του και τον σφάζω σαν αρνί. Του ‘κοψα τ’ αυτιά και τα πήρα, έκανα, βλέπεις, συλλογή βουλγάρικα αυτιά. Πήρα, λοιπόν, τ’ αυτιά του παπά κι έφυγα. Σε λίγες μέρες έμπαινα πάλι στο ίδιο χωριό. Απόξω από ‘να σπίτι βλέπω πέντε μαυροφορεμένα ξυπόλητα παιδιά που κρατιούνταν χέρι χέρι και ζητιάνευαν. Δεν ξέρω πώς, Θεού φώτιση, μού ‘ρθε και τα ζύγωσα: Ποιανού, είστε, βρε παιδιά; τα ρωτώ βουλγάρικα. Το μεγαλύτερο αγόρι σήκωσε το μικρό του κεφαλάκι: Του παπά, αποκρίθηκε, που έσφαξαν προχτές στο στάβλο. Τα μάτια μου θόλωσαν. Η γης στριφογύρισε σα μυλόπετρα. – Ζυγώστε, βρε παιδιά! είπα, ελάτε κοντά μου. Έβγαλα από το σελάχι μου τη σακούλα, γεμάτη λίρες τούρκικες και μετζίτια, γονάτισα κάτω, τ’ άδειασα καταγής. Να πάρτε, φώναξα, πάρτε! Πάρτε! Τα παιδιά ρίχτηκαν χάμω και μάζευαν με τα χεράκια τους τα μετζίτια και τις λίρες. Δικά σας, δικά σας! Φώναξα. Πάρτε τα! Αφήκα και το πανέρι μου με τις πραμάτειες. Κι ευτύς το ‘βαλα στα πόδια. Βγήκα από το χωριό, άνοιξα το πουκάμισό μου, έβγαλα την Αγιά-Σοφιά που ‘χα κεντήσει, την έσκισα, την πέταξα κι έτρεχα…έτρεχα…

Κι ακόμα τρέχω!

  • Ο τάφος του Διγενή Ακρίτα βρίσκεται στην Τραπεζούντα του Πόντου, του Αλέξη Ζορμπά στα Σκόπια. Ακρίτες του υψηλού, φυλάνε σήμερα το μεγάλο ρόδο του Ελληνισμού, με την κυριολεκτική και τη μυστική σημασία του. Η προτροπή του Νίκου Καζαντζάκη «Φτάσε όπου δεν μπορείς!» είναι η ιστορική τους παρακαταθήκη.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου