ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Το «ασύντ’χο» νερό της Πρωτοχρονιάς ~ Και το «φίλεμα» της βρύσης στο παλιό Πήλιο

το-ασύντχο-νερό-της-πρωτοχρονιάς-167723

Γράφει ο Κώστας Λιάπης

Το «αμίλητο νερό» και η εθιμική διαδικασία που σχετίζεται μ’ αυτό αποτελούν ένα απ’ τα γνωστότερα λαογραφικά δρώμενα της χώρας μας. Στο παλιό Πήλιο ήταν κυρίως γνωστό ως «ασύντ’χο νερό», φράση που βέβαια το επίθετό της βγαίνει απ’ το ρήμα «συντυχαίνω» – συντ’χαίνω, που στην πηλιορείτικη ντοπιολαλιά σημαίνει μιλώ, κουβεντιάζω, αποκρίνομαι· ρήμα απ’ το οποίο φυσικά προέρχεται και η επίσης πηλιορείτικη λέξη «συντ’χιά», που σημαίνει μιλιά, κουβέντα, απόκριση.

Το «ασύντ’χο νερό» στο Πήλιο το συναντάμε στο ιουνιάτικο δρώμενο του Κλήδονα, κάτι που ισχύει και σε πολλά άλλα μέρη της Ελλάδας, αλλά το βρίσκουμε και στον εθιμικό κύκλο της Πρωτοχρονιάς, συνταιριασμένο με το «φίλεμα της βρύσης», που είναι ένα εθιμικό δρώμενο από τα λιγότερα γνωστά, αν όχι κι εντελώς άγνωστο στον παραπέρα απ’ το Πήλιο ελληνικό χώρο.

Η εθιμική αυτή εκδήλωση γινόταν και τηρούνταν στα παλιότερα, όπως ήδη σημείωσα, χρόνια, τα μεσάνυχτα της παραμονής της Πρωτοχρονιάς, την ώρα που αλλάζει ο χρόνος. Αυτή την ώρα, λοιπόν, που χτυπούσαν χαρμόσυνα οι καμπάνες και «βασίλευαν» με ντουφεκιές τα όπλα, οι ανύπαντρες κοπέλες των χωριών του Πηλίου ξεκινούσαν με τη στάμνα άδεια στον ώμο και μ’ ένα πιάτο γλυκίσματα, καρύδια, μύγδαλα, φουντούκια ή σπόρους δημητριακών για την κοινόχρηστη βρύση του μαχαλά τους. Η καθεμιά φρόντιζε να φτάσει ως εκεί χωρίς να συναπαντηθεί με άλλο κορίτσι αλλά κι αν συναντιόταν είχε το νου του να μη βγάλει άχνα απ’ το στόμα του. Έφτανε στη βρύση, γέμιζε με νερό τη στάμνα της, τοποθετούσε στις ειδικές ορθογώνιες συνήθως εσοχές – «παραθύρες», που υπήρχαν και υπάρχουν ακόμα στην πρόσοψη της κάθε παραδοσιακής βρύσης, τα καλούδια που έφερνε για να φιλέψει τη βρύση, έπαιρνε από κει όσα δώρα εύρισκε ακουμπισμένα από άλλη κοπέλα που είχε προηγηθεί, κι αμίλητη πάντα γύριζε στο σπίτι της, έχοντας στον ώμο τη στάμνα της γεμάτη με «ασύντ’χο νερό».

Σαν έφτανε στο κονάκι της το ’φερνε τρεις γυροβολιές πριν μπει σ’ αυτό κι ύστερα, ενεργώντας με προφανή την ομοιοπαθητική μαγική ανταπόκριση, ράντιζε με το νερό της στάμνας της όλα τα δωμάτια λέγοντας: «όπους τρέχ’ του νιρό να τρέχ’νι κι τα μπιρικέτια στου σπίτ’».

Απ’ το ίδιο νερό θα έπιναν και θα πλένονταν το πρωί της Πρωτοχρονιάς όλοι οι σπιτικοί, για να πάρουν τη δύναμη και την ευλογία του, με το ίδιο ακόμα οι νοικοκυρές θ’ ανάπιαναν προζύμι και θα ζύμωναν το πρώτο ψωμί του καινούργιου χρόνου. Κι όσο για τα δώρα που αντάλλαξε με τα δικά της η ανύπαντρη κοπέλα στη βρύση, αυτά τα έδιναν την Πρωτοχρονιά οι νοικοκυρές σαν τροφή στις κότες, για να γεννούν αυγά όλο τον καινούργιο χρόνο…

Ερμηνεία του δρώμενου

Απ’ τα πανάρχαια ακόμα χρόνια οι άνθρωποι αντιμετώπισαν το νερό με δέος βλέποντας την υπερπολύτιμη προσφορά του στη διατήρηση και συνέχιση της ζωής. Μια προσφορά που έκρυβε μέσα της δυνάμεις υπερφυσικές, γεγονός που παρώθησε το λαϊκό άνθρωπο να θεοποιήσει τούτο το υγρό αγαθό, ενώ σύγκαιρα έδωσε στη λαϊκή φαντασία τροφή για να δημιουργήσει έναν ολόκληρο κόσμο από εξωπραγματικά και συνήθως αγαθοεργά πνεύματα, σχετιζόμενα άμεσα με τα νερά, όπως είναι οι μυθολογικές Ναϊάδες και Νηρηίδες και οι νεότερες παραμυθιακές Νεράιδες, οι Δράκοι των νερών και τα άλλα υδροχαρή φανταστικά στοιχειά. Ακόμα και το κελάρισμα των νερών, από τα ρυάκια, τις βρύσες και τους καταρράχτες, ήταν για τη λαϊκή φαντασία, «φωνές και κουβέντες μεταφυσικών υπάρξεων, που το πιο ρεαλιστικό μυστικό τους είναι η υδάτινη πολύτιμη παρουσία τους», όπως έχει γράψει ο μακαρίτης επιφανής λαογράφος μας Δημήτρης Λουκάτος («Του Θεού τα νερά», εφημ. «Το Βήμα», 10.1.1974).

Αμεσα συναρτημένη με τούτη τη θεοποίηση ή δαιμονοποίηση του νερού στις διάφορες μορφές κυρίως της ροής του, είναι η συμπεριφορά που διαμόρφωσε μέσα στους αιώνες ο λαϊκός άνθρωπος, έτσι που να καλοπιάνει τα στοιχειά – φύλακες των νερών, προκειμένου να έχει ως αντάλλαγμα τη συνεχή κι ευεργετική ροή του πολύτιμου για τη ζωή του αλλά και τη ζωή όλων των επίγειων όντων τούτου αγαθού. Κι ένα τρόπος εξευμενισμού αυτών των στοιχειών ήταν στα παλιότερα χρόνια και το «φίλεμά» τους, με τα καλούδια που εναπόθεταν στις βρύσες οι ανύπαντρες κοπέλες των χωριών του Πηλίου τα μεσάνυχτα της παραμονής της Πρωτοχρονιάς. Ενέργεια που γινόταν από τις κομίστριες των δώρων «ασύντ’χα» (δηλαδή χωρίς την παραμικρή μιλιά), μη ξυπνήσουν κι εξοργίσουν το καλόβουλο ωστόσο στοιχειό της βρύσης…

#Tags

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου