ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Αριστερά και μνημόνια; Εννοιες ασύμβατες

αριστερά-και-μνημόνια-εννοιες-ασύμβα-389384

Ηταν Νοέμβρης του 2012, όταν εν μέσω ενός ιδιαίτερα τεταμένου, αλλά και συγκινησιακά φορτισμένου κλίματος, κατά την διάρκεια της μεγαλειώδους συγκέντρωσης στο Σύνταγμα κατά του 2ου μνημονίου, η Κ.Ο του -τότε- ΣΥΡΙΖΑ- ΕΚΜ είχε αναρτήσει στο περιστύλιο της Βουλής πανό με το σύνθημα «Καταστρέφεται τη χώρα. Φύγετε τώρα». Δυόμιση χρόνια μετά στις 15/7 ο ΣΥΡΙΖΑ έφερε ως Κυβέρνηση και ψήφισε στη Βουλή τα καταστροφικά για την χώρα προαπαιτούμενα για το 3ο μνημόνιο.

Προτεραιότητα πλέον του Κυβερνητικού έργου δεν είναι η κατάργηση του μνημονίου και των μέτρων λιτότητας, αλλά η αποφυγή της «άτακτης» χρεοκοπίας. Οι αντιφάσεις τα οξύμωρα σχήματα και οι απορίες είναι πολλές και εύλογες την στιγμή που η «Πρώτη φορά Αριστερά» καλεί και δέχεται στα Υπουργεία της τους 3 + 1 (ESM) πεσκέσι – εκπροσώπους των… θεσμών. Άλλα ας πάρουμε τα πράγματα με την σειρά.

Εχει ειπωθεί και γραφτεί άπειρες φορές από τους θιασώτες της συμφωνίας της 12ης Ιουλίου – μιας συμφωνίας της οποίας το περιεχόμενο της δεν τους βρίσκει σύμφωνους- ότι δεν υπήρξε αυτούς τους 5 μήνες καμία ουσιαστική εναλλακτική πρόταση. Άμεσα γεννάται το απλοϊκό αλλά ουσιαστικό ερώτημα. Οι συνεδριακές αποφάσεις του ΣΥΡΙΖΑ δεν αποτελούν εξαρχής μια de facto εναλλακτική πρόταση; Η εθνικοποίηση των τραπεζών, η διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους, το «καμιά θυσία για το ευρώ» – σημεία αναφοράς των θέσεων του ΣΥΡΙΖΑ, συνιστούν από μόνα τους εναλλακτική πρόταση της ριζοσπαστικής Αριστεράς.

Ενα κόμμα και δη Αριστερό διεκδικεί την Κυβέρνηση ακριβώς, προτείνοντας έναν άλλο δρόμο από αυτόν που ήδη ακολουθείται. Φυσικά και στην πορεία τα σχέδια είναι δυναμικά, εξειδικεύονται και διαμορφώνονται ανάλογα με τις κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές συνθήκες, αλλά ο κορμός τους παραμένει αμετάβλητος. Η παραβίαση κάθε κόκκινης γραμμής που είχε τεθεί προεκλογικά και η αποδοχή ταπεινωτικών όρων – όπως η έγκριση νομοσχεδίων από τους πιστωτές ΠΡΙΝ αυτά κατατεθούν στη Βουλή – σε ΚΑΜΙΑ περίπτωση δεν δύναται να θεωρηθούν ως «προσαρμογή». Επίσης η οποιαδήποτε επικαιροποίηση ή εκπόνηση σχεδίου δεν μπορεί να είναι ευθύνη ούτε κάποιας τάσης του ΣΥΡΙΖΑ, ούτε φυσικά μεμονωμένων βουλευτών ή επιστημόνων. Αυτή είναι μια ευθύνη που βαραίνει αποκλειστικά την Κυβέρνηση.

Σε συνέχεια της ψήφισης των προαπαιτούμενων και της αναμονής για το τρίτο μνημόνιο με τους επαχθέστατους όρους για το σύνολο των πολιτών, την αξιοπρέπεια και την αξιοπιστία του Κυβερνητικού έργου έρχονται να σώσουν η «καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, διαφθοράς και διαπλοκής» και ως άμεσο επακόλουθο η «σύγκρουση με τους ολιγάρχες και το μιντιακό κατεστημένο». Είναι πέρα από προφανές ότι και τα δύο είναι πράξεις που θέλουν μια ιδιαίτερα δυναμική πολιτική από πλευράς Κυβέρνησης αλλά και βαθιά θεμέλια στήριξης εμπιστοσύνης και αποδοχής από την κοινωνία. Εκτός αν περιμένουμε πως τα μεγάλα συμφέροντα, οι διαπλεκόμενοι που χρόνια ολόκληρα αλληλοστηρίζονται με τους κατέχοντες την εξουσία – κάτι που ο ΣΥΡΙΖΑ ποτέ δεν είχε, ούτε έχει- σε ένα πλαίσιο ασίγαστου ηθικού αμοραλισμού – και στυγνής επικράτησης του «δίκιου του ισχυροτέρου» δεν θα χρησιμοποιήσουν κάθε μέθοδο ώστε μείνουν στο απυρόβλητο και αυτή τη φορά. Πως όμως να βρεις τα ερείσματα που χρειάζεσαι στον κοινωνικό ιστό – ώστε η σπέκουλα που αθρόα θα εξαπολύσουν εναντίον σου να πέσει στο κενό – όταν ο Ελληνικός Λαός όντως θα χειμάζεται από φόρους, έμμεσες μειώσεις μισθών και συντάξεων, ανεργία; Πως θα χτυπήσεις τους ολιγάρχες όταν κατ’ ουσίαν η συμφωνία με τους θεσμούς σου χει «δέσει» τα χέρια ως προς την προστασία των εργαζομένων που δουλεύουν σε αυτές τις επιχειρήσεις και αυτοί απειλούνται με ομαδικές απολύσεις;
Το παράδειγμα με τις απολύσεις των τεχνικών της «οικογένειας» του ΑΝΤ1 καταδεικνύει ότι το σύστημα ξέρει ακριβώς που χτυπάει. Στην αγωνία για την επιβίωση στοχεύει, στο μεροκάματο, σε αυτό που η Αριστερά έχει ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ να προστατέψει αλλά για την ώρα οι «εταίροι» της δεν της… επιτρέπουν.

Σε αυτό το ρευστό και αρκετά αβέβαιο σκηνικό, το οποίο διανθίζεται και από λυσσαλέες επιθέσεις λιβελικού χαρακτήρα εναντίον όποιου βουλευτή και στελέχους τολμά να αντιτείνεται στο εκβιαστικό ερώτημα «Συμφωνία ή… χάος» των πραγματικών ολετήρων της Ευρωπαϊκής ιδέας, έρχεται να προστεθεί και η υποτίμηση του 61,3 % του «ΟΧΙ».

Μια υποτίμηση η οποία ξεκινά από την προσπάθεια – δυστυχώς και αρκετών πρωτοκλασάτων στελεχών της ηγεμονικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ- να φανεί το «ΟΧΙ» ως ένα πολυσχιδές και αφηρημένο αποτέλεσμα. Το 61,3 % του περήφανου «ΟΧΙ» του Ελληνικού λαού όμως δεν είναι ένα συνονθύλευμα ετερόκλιτων απόψεων. Είναι ένα νέο κοινωνικό και πολιτικό υποκείμενο. Ένα άγουρο ίσως υποκείμενο σε αρκετές εκφάνσεις του που όμως για πρώτη φορά εκφράστηκε μέσα σε συνθήκες απόλυτης τρομολαγνείας και απειλών με ένα πλέρια εύγλωττο τρόπο κατά της συνεχιζόμενης καταδυνάστευσης του. Μια «μαγιά» που η Αριστερά μπορεί ανδρώσει και να ανδρωθεί μαζί της. Να «μπολιαστεί» και να αναπτυχθεί στα κινήματα, στους αγώνες, στην χάραξη μια νέας πολιτικής που παρά τις δυσκολίες της θα έχει πρόταγμα το λαϊκό συμφέρον.
Το γιατί αυτή η ιστορική και μοναδική ευκαιρία δεν αξιοποιείται είναι κάτι που θα πρέπει άμεσα να μας απασχολήσει όλους.

Εν κατακλείδι, Αριστερή Κυβέρνηση δεν «γεννιέσαι» γίνεσαι… Με το πρόγραμμα σου, με την ριζοσπαστική φιλολαϊκή πολιτική σου. Μια πολιτική που δεν επιδέχεται εκβιασμούς και παρεμβάσεις τρίτων. Μια πολιτική που απαιτεί θυσίες αλλά δεν υποτάσσεται σε ντόπια και ξένα κατεστημένα. Αριστερά και μνημόνια δεν συμβαδίζουν. Ούτε τώρα ούτε ποτέ. Και αν για κάτι επέλεξε ο Ελληνικός Λαός το ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν ούτε το ευρώ, ούτε η δραχμή, ούτε η διαχείριση νεοφιλεύθερων μοντέλων με αριστερό πρόσημο και ρητορική. Ηταν και είναι η απαλλαγή από την λιτότητα και το δικαίωμα στην Ελπίδα. Πάση Θυσία.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου