ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Ανέκδοτα για τη νεοελληνική λογοτεχνία

ανέκδοτα-για-τη-νεοελληνική-λογοτεχν-582559

Σε συνέχεια του δημοσιεύματός μου της 25ης Μαρτίου, στην τοπική εφημερίδα «ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», με τίτλο «ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ», στο σημερινό μoυ δημοσίευμα, παραθέτω και νέα στοιχεία, με σκοπό: 1ον) Να γνωρίσουμε τη σοφία κάποιων ιστορικών προσώπων της πατρίδας μας και 2ον) να χαλαρώσουμε και από την οικονομική κρίση, που μας καταδυναστεύει όλους.

1ον) ΒΕΡΝΑΡΔΑΚΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΑΙ ΚΟΝΤΟΣ (1894-1907)

Οι δύο καθηγητές του Παν/μίου, οι κοι, κοι ΒΕΝΑΡΔΑΚΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ και ο ΚΟΝΤΟΣ, δεν χώνευαν ο ένας τον άλλον. Η αιτία ήταν οι διαφορετικές γλωσσικές πεποιθήσεις που είχαν. Ο πρώτος ήταν αρχαϊστής και ο δεύτερος δημοτικιστής.

Η αντιπάθεια αυτή διοχετεύτηκε και στους φοιτητές, ανάλογα με τη συμπάθειά τους.

ΑΝΕΚΔΟΤΟ: Μια φορά, λοιπόν, όταν τελείωσε το μάθημά του ο κος ΚΟΝΤΟΣ, οι φοιτητές του έβαλαν άχυρα πάνω στην έδρα, την οποία θα καταλάμβανε την επόμενη ώρα ο κος ΒΕΡΝΑΡΔΑΚΗΣ. Όταν μπήκε στην αίθουσα ο σοφός καθηγητής για να καθίσει στην καρέκλα της έδρας «η γαλαρία», ξέσπασε σε γέλια.

Ο κος ΒΕΡΝΑΡΔΑΚΗΣ, όμως, βλέποντας τ’ άχυρα κατάλαβε και χωρίς να χάσει την ψυχραιμία του είπε: – παιδιά, να με συγχωρείτε, αλλά ο προ εμού διδάξας, ελησμόνησε να λάβει την τροφήν του (τ’ άχυρα…).

2ον) ΠΑΡΑΣΧΟΣ ΑΧΙΛΛΕΥΣ (1838-1895).

Ηταν αρχηγέτης των ρoμαντικών ποιητών. Η ποίησή του ήταν μελωδική και παραστατική. Ο τότε πρωθυπουργός Δεληγιάννης, τον διόρισε σε μια θέση για να τον ενισχύσει οικονομικά.

Ο προϊστάμενός του όμως, ευσυνείδητος υπάλληλος, βλέποντας τον ποιητή να την «κοπανάει» από την υπηρεσία του τακτικά, πήγε και τον ανάφερε στο Δεληγιάννη. Τότε ο πρωθυπουργός, απάντησε: – Ο κος Παράσχος, ευρίσκεται εις διαρκήν ποιητικήν άδειαν. Αλλά και ο Τρικούπης, την ίδια ιδέα είχε. Οταν του κατήγγελλαν ότι ο Παράσχος απουσιάζει από την υπηρεσία του, είπε: – Μα ακριβώς, δ’ αυτό διωρίσθη!

3ον) ΡΟΪΔΗΣ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ (1835-1804)

Διανοούμενος συγγραφέας. Χαρακτηριζόταν από το σπινθηροβόλο πνεύμα του και την καυστική του σάτιρα.

α) ΑΝΕΚΔΟΤΟ: Ο Ροΐδης, θέλοντας να χτυπήσει το σχολαστικισμό του κου Κόντου, είπε το εξής: «Πιστεύω ότι ο κος Κόντος ουδέν άλλο είδος πνεύμα γνωρίζει, πλην του ψιλού και του δασέος».

β) ΑΝΕΚΔΟΤΟ: Κάποτε τον ρώτησαν: – Τι είναι πλατωνικός έρως; – «Μαλακόν παξιμάδιον, δια τους μη έχοντας οδόντας».

γ) ΑΝΕΚΔΟΤΟ: Άλλοτε πάλι, ρωτήθηκε: – Τι γνώμη έχεις γι’ αυτή την κοντή γυναίκα; – Αυτή εμπνέει έρωτα, ανάλογον του αναστήματός της.

δ) ΑΝΕΚΔΟΤΟ: Και κάτι άλλο πιο νόστιμο είπε ο Ροΐδης. «Εις την γυναίκα ταύτην καίτοι άσχημον, κατέφευγον οσάκις, εβασανιζόμην από του δαίμονος της σαρκός μου, ως πάσχων πυρετόν εις την κινίνην.

Τέλος, όταν κάποτε τον πληροφόρησαν ότι ένας γνωστός του απόμαχος πολιτικός απέκτησε τελευταία ένα χαριτωμένο αγοράκι από τη νεαρά γυναίκα του, ο Ροΐδης πήγε και είδε το παιδί. Οι φίλοι του τον ρώτησαν πονηρά. – Το παιδί ομοιάζει τον πατέρα του; και ο Ροΐδης απάντησε: – «Περί της πατρότητος αυτού, είναι υπερβέβαιος ο γεραλέος πρώην Βουλευτής, διότι το νεογνόν του ομοιάζει πολύ, διότι, ούτε τρίχας έχον, ούτε οδόντας.

4ον) ΣΟΥΡΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ (1853 – 1919)

Διακεκριμένος σατιρικός ποιητής και ιδρυτής της εφημερίδας «Ο ΡΩΜΗΟΣ». Το σπινθηροβόλο πνεύμα του καυτηρίασε τα ελαττώματα της ελληνικής κοινωνίας. Τα φιλολογικά σαλόνια στο σπίτι του, άφησαν εποχή. Η μυωπία του ήταν τριφασική.

α) ΑΝΕΚΔΟΤΟ: Κάποτε σ’ ένα υπαίθριο καφενείο, θαύμασε μια νόστιμη γάμπα, που τη σκέπαζε και λίγο… μεσοφόρι. – Κοίτα, είπε με τρόπο το Δροσίνη· χωρίς, όμως, να μας καταλάβουν! Γυρίζει ο Δροσίνης και τι να δει!! Ένας λοχίας του Ευζωνικού έπινε τον καφέ του, με το ένα πόδι, πάνω στο άλλο…

β) ΑΝΕΚΔΟΤΟ: Σ’ ένα αποκριάτικο γλέντι ο Σουρής, ντυμένος μασκαράς, νόμιζε ότι δε θα τον αναγνωρίσει κανένας. Κι όμως, όλη η συντροφιά του πήγε και τον περικύκλωσε. Είσθε θαυμάσιος, κύριε Σουρή! – Με καταλαβαίνουν, συλλογίστηκε. Δεν είμαι για μασκαράς εγώ! Πως όμως να μην τον καταλάβουν, αφού είχε ξεχάσει να φορέσει τη μάσκα του;

γ) ΑΝΕΚΔΟΤΟ: Όταν κάποτε του απένειμαν ένα μετάλλιο για τα ποιήματά του, χωρίς να το συνοδεύουν με κάποιο χρηματικό ποσό, εξέφρασε τα αισθήματά του, με τους παρακάτω στίχους: «Καλά και τα μετάλλια, μα πιο καλά, τα μέταλλα, γιατί κι εμείς, χωρίς αυτά τινάζουμε τα πέταλα».

5ον) ΣΚΟΚΟΣ – ΚΩΝ/ΝΟΣ (1855 – 1929)

Δημοσιογράφος και ποιητής. Νόστιμα ήταν τα σατιρικά του επιγράμματα, τα οποία δημοσίευε με το ψευδώνυμο «Σατανάς».

α) ΑΝΕΚΔΟΤΟ: Κάποτε ένας οφθαλμίατρος, έκανε τον ποιητή. Ήταν, όμως, ανίκανος στην ιατρική, ενώ στην ποίηση, τα κατάφερνε κάπως καλύτερα. Γι’ αυτό ο ΣΚΟΚΟΣ, του σκάρωσε το ακόλουθο επίγραμμα. «Μάτια και μάτια εξύμνησες ως ποιητής με λαύρα, μα ως γιατρός, εστράβωσες και γαλανά και μαύρα».

β) ΑΝΕΚΔΟΤΟ: Σε γεύμα ΛΟΓΙΩΝ, ο ίδιος, είπε:

«Έλα Χριστέ και Παναγιά,

τι μέγα θαύμα πούναι!

Να τρων μαζί οι λόγιοι,

χωρίς να φαγωθούνε»!!

6ον) ΜΑΒΙΔΗΣ ΛΟΡΕΝΖΟΣ:

Λυρικός ποιητής, καταγόμενος από Κέρκυρα. Σπούδασε στη Γερμανία και ήταν θερμός υποστηρικτής της Δημοτικής γλώσσας. (Μνημειώδης παραμένει η αγόρευσή του στη Βουλή των ελλήνων, με την οποία θέλησε να υποστηρίξει τη δημοτική γλώσσα. Κάποιος Βουλευτής, με την ευκαιρία της συζητήσεως του σχετικού άρθρου του Συντάγματος, αποκάλεσε τη δημοτική γλώσσα χυδαία, Πράγμα που έκανε θεριό τον Μαβίδη.

ΑΝΕΚΔΟΤΟ: Δεν υπάρχουν χυδαίες γλώσσες, είπε ο ποιητής. Υπάρχουν χυδαίοι άνθρωποι! Πολέμησε στο Δρίσκο της Ηπείρου ως εθελοντής με τους Γαριβαλδινούς, εναντίον των Τούρκων και τραυματίστηκε θανατηφόρα, πριν, όμως, ξεψυχήσει, είπε: Περίμενα πολλές τιμές από τούτη τη ζωή, Την τιμή όμως να πεθάνω για την πατρίδα, δεν την περίμενα.

7ον) ΜΗΤΣΑΚΗΣ ΜΙΧΑΗΛ (1868 – 1916).

Δημοσιογράφος – διηγηματογράφος και σπουδαίος κριτικός. Αγαπούσε ειλικρινά τον Κρυστάλλη και έλεγε γι’ αυτόν:

ΑΝΕΚΔΟΤΟ: Ιδού ο αρχιτσέλιγκας του στίχου: Εχει κοπάδια στίχους και τους σαλαγάει στα ποιητικά μαντριά του.

8ον) ΜΑΛΑΚΑΣΗΣ ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ.

Γεννήθηκε στο Μεσολόγγι. Ηταν λυρικός ποιητής και τιμήθηκε με το εθνικό Αριστείο Γραμμάτων. Τον καιρό που ζούσε στο Παρίσι, γνωρίστηκε με το Γάλλο συγγραφέα Πωλ-Μπουργέ. Τον ρώτησε λοιπόν ο Μπουργέ: – Και πως λέγεσαι, νέε μου; – Προς το παρόν, δεν απέκτησα όνομα! Αποκρίθηκε ο Μαλακάσης.

Ο Μαλακάσης αποστρεφόταν τις κηδείες. Η τελευταία, που είχε πάει, ήταν του Ζαχαρία Παπαντωνίου. Μα την προτίμησή του αυτή, την πλήρωσε πολύ ακριβά. Καθώς έστεκε στο προαύλιο της εκκλησίας και περίμενε την εκφορά, κάποιος απερίσκεπτος νεαρός είπε στο διπλανό του δυνατά:

ΑΝΕΚΔΟΤΟ: – (Να και ο Μαλακάσης, ήρθε για να μάθει το δρόμο… Ο ποιητής έκαμε ότι δεν άκουσε τα λόγια του απερίσκεπτο νεαρού. Από τη στιγμή, όμως, εκείνη, έχασε το χρώμα του και σε λίγο έφυγε για την άλλη ζωή…

9ον) ΔΡΟΣΙΝΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ (1859 – 1952).

Αθηναίος ποιητής, καταγόμενος από το Μεσολόγγι. Τιμήθηκε με το αριστείο Γραμμάτων και εξελέγη ακαδημαϊκός. Η ποίησή του ήταν τρυφερή, κομψή, απλή και γεμάτη μουσικότητα.

α) ΑΝΕΚΔΟΤΟ: Ως μαθητής ο Δροσίνης ήταν τόσο ζωηρός, που η μητέρα του αγανακτισμένη έλεγε, όσο βαστούσαν οι διακοπές, τα εξής: – Πότε; – πότε; νάρθει ο άγιος Σεπτέμβριος ν’ ανοίξουν τα σχολεία!

β) ΑΝΕΚΔΟΤΟ: Δάσκαλε! Του φώναξε μια μέρα, δρασκελώντας το κατώφλι του, μια φίλη του με το πρόσωπο ακτινοβολώντας από χαρά. – Η Ακαδημία και το Παν/μιο σε προτείνουν για το βραβείο Νόμπελ! – Το καλύτερο Νόμπελ για μένα της απάντησε, είναι να ξέρω πως δυο ερωτευμένοι, διαβάζουν στίχους μου, με τα κεφάλια τους ενωμένα…

#Tags

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου