ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Το πρόβλημα της παιδικής αντικοινωνικής συμπεριφοράς στον τόπο μας

το-πρόβλημα-της-παιδικής-αντικοινωνι-587255

Γράφει ο Ανδρέας Φ. Βασιλείου, Επίτιμος Σχολικός Σύμβουλος, Ειδικός Παιδαγωγός, Πολιτικός Επιστήμονας

Εχει διαπιστωθεί ότι η αντικοινωνική συμπεριφορά με την επέκταση των βιομηχανικών περιοχών παρουσιάζει ανάλογη αύξηση. Οπως δημιουργείται μια ασυμμετρία στις συνθήκες διαβίωσης εκείνων που είναι εγκατεστημένοι από χρόνια και εκείνων που έρχονται να εγκατασταθούν κακήν κακώς, οι τελευταίοι αισθάνονται εχθρικά απέναντι των καλά στεκούμενων και αυτό δημιουργεί προϋποθέσεις αντικοινωνικής συμπεριφοράς που επιδρά ανάλογα και στην κοινωνική στάση των παιδιών.

Ακόμα, μελέτες που έγιναν έδειξαν πως εκείνο που αποτελεί το σημαντικότερο κίνητρο ηθικής συμπεριφοράς είναι η «ντροπή», η κρίση των άλλων και όχι το «συναίσθημα ενοχής» ή καλύτερα η προσωπική συναίσθηση ή συνείδηση. Πράγμα που δεν αποτελεί την καλύτερη εγγύηση πως όταν βρεθεί το άτομο στην ανωνυμία του πλήθους, στην ευρύτερη κοινωνία των μεγάλων πόλεων ότι δεν θα συμπεριφερθεί αντικοινωνικά.

Βέβαια, δεν μπορεί να αλλάξει η κατάσταση τόσο εύκολα. Μια μετάβαση από το ένα είδος κοινωνίας στο άλλο δημιουργεί πάντοτε δυσκολίες προσαρμογής. Ωστόσο, εκείνο που μπορεί να κάνει το σχολείο, είναι να συνειδητοποιήσει βασικά την ψυχοδυναμική σημασία της ομάδας και να επιδιώξει τη συνεργασία της αντί να την στρέψει εναντίον του, βασιζόμενο στη γνώμη και την επίδοση μερικών “καλών” κατά βάση, ανακοινώσεων παιδιών.

Σε ευρύτερη και θετικότερη βάση, θα μπορούσε, όπως υποστηρίζει ο Ε. Λυμπεράκης, να ιδρυθεί ένα «Ινστιτούτο Κοινωνικής Αρωγής» κάτι που θα αντικαθιστούσε το Αναμορφωτήριο (που και σαν λέξη χτυπάει άσχημα και είναι, από ψυχολογική άποψη, τόσο ατομικά όσο και κοινωνικά απαράδεκτη). Το Ινστιτούτο αυτό θα μπορούσε να εξασφαλίσει ένα ελεγχόμενο περιβάλλον όπου θα μπορούσαν να υπάρχουν πρόσωπα για ταύτιση μια και το προσωπικό (ακόμα και βοηθητικό) θα επιλεγόταν με βάση την κατάλληλη προσωπικότητα (πέρα από την επαγγελματική επάρκεια). Μα καλύτερα ας καταχωρήσουμε τις σχετικές απόψεις αυτούσια:

«…Το κύριο θεραπευτικό μέσο σ’ ένα ίδρυμα είναι η θεραπευτική κοινότητα», όπως την περιέγραψε ο Μάξουελ Τζόουνς και εφαρμόστηκε σε ιδρύματα που ποικίλουν από φυλακές μέχρι κλινικές. Στη θεραπευτική κοινότητα το κύριο χαρακτηριστικό είναι η συμμετοχή των οικοτρόφων στη διοίκηση του ιδρύματος, η αντικατάσταση της άκαμπτης ιεραρχίας από μια εύκαμπτη συμμετοχή όλων σε συγκεντρώσεις όπου συζητούνται όλα τα προσωπικά προβλήματα μέχρι διοικητικά θέματα. Η εφαρμογή της μεθόδου αυτής δεν είναι τόσο δύσκολη η επικίνδυνη όσο εκ πρώτης όψεως φαίνεται. Η ατμόσφαιρα του ιδρύματος θα πρέπει να είναι όσο γίνεται πιο όμοια με τη φυσιολογική ατμόσφαιρα της φυσιολογικής ζωής στην οικογένεια, σύμφωνα με την «αρχή της ομαλοποιήσεως». Αυτά υπαγορεύουν την ανάλογη και τη σωστή οργάνωση του προγράμματος της ημέρας.

Μέσα σε μια θεραπευτική ατμόσφαιρα είναι εφικτή η «εξατομικευμένη» αντιμετώπιση της περίπτωσης του κάθε οικοτρόφου. Ο επιμελητής ανηλίκων, ο κοινωνικός λειτουργός, ο παιδαγωγός, ο ψυχολόγος (κάποτε δε και ο ψυχίατρος) συνθέτουν τα πορίσματα της έρευνάς τους σε μια τελική αξιολόγηση, όπου διαγράφονται τόσο τα αρνητικά όσο και τα θετικά στοιχεία της προσωπικότητας και του περιβάλλοντος του ατόμου. Από τη σύνθεση αυτή πηγάζει και η «θεραπεία» που μπορεί να είναι εκπαίδευση (γενική ή επαγγελματική), προστατευόμενη εργασία, συμβουλευτική εργασία για τους γονείς, ατομική ή ομαδική ψυχοθεραπεία ή κάτι άλλο.

Οπωσδήποτε, ο αθλητισμός, η ψυχαγωγία και περισσότερο απ’ όλα η «εργασία σε ομάδες» προσφέρονται σε όλες τις περιπτώσεις. Η λεπτομερής αξιολόγηση και εξατομίκευση είναι απαραίτητη όταν αναλογιστούμε το πλήθος των κινήτρων που οδηγούν στην αντικοινωνική συμπεριφορά και τη συσχέτισή τους με συνειδητά και υποσυνείδητα προβλήματα που υπάρχουν στην παρούσα ζωή ή ανάγονται σε παλαιότερα στάδια της ψυχοκοινωνικής εξέλιξης του συγκεκριμένου ατόμου. Η κλοπή π.χ. μπορεί να προέρχεται από:

α) νευρωτική ανάγκη του παιδιού για τιμωρία,

β) ταυτισμό με αντικοινωνικούς γονείς,

γ) εσωτερική ανασφάλεια,

δ) κλεπτομανία (όπου τα αντικείμενα έχουν συμβολική αξία),

ε) έκφραση εχθρικότητας ή εκδικητικότητας.

Τέλος, ένα Ινστιτούτο Ερευνας και Θεραπείας της Αντικοινωνικής Συμπεριφοράς θα μπορούσε να εντοπίσει από το Δημοτικό σχολείο τους μαθητές που μπορούμε να πούμε ότι οδηγούνται σε αντικοινωνική συμπεριφορά.

Οι Μπόουερ, Γκλούεκ, π.χ. κατάληξαν ότι παρορμητική επιθετική συμπεριφορά, αναστολή μάθησης και σχολική απειθαρχία στις τρεις πρώτες τάξεις του Δημοτικού σχολείου είναι “εξαιρετικοί προβλεπτικοί παράγοντες” για μελλοντική αντικοινωνική συμπεριφορά στο γυμνάσιο.

Τα ιδρύματα, τα σχετικά με την επανόρθωση της αντικοινωνικής συμπεριφοράς, ότι πρέπει να είναι για μικρό αριθμό ανηλίκων, ώστε να είναι εύκολο να διατηρηθεί η ατομικότητά τους. Επίσης, το σύστημά τους να επιτρέπει την έξοδο για να διατηρηθεί η επαφή με το κοινωνικό σύνολο και να δημιουργηθεί στο άτομο πρωτοβουλία και υπευθυνότητα.

Για το παιδί που μειονεκτεί, είτε πρόκειται για «το νοητικά ανεπαρκές ή ψυχικά άρρωστο ή σωματικά ανάπηρο» σε σχέση με την πρόληψη ή την αντιμετώπιση της αντικοινωνικής του συμπεριφοράς, απαιτείται ένας αριθμός από μέτρα που αποτελούν το άλφα και το ωμέγα της Κοινωνικής Αγωγής.

Ενας ακόμα αξιοπρόσεκτος τρόπος επίδρασης στη διαμόρφωση κανονικής προσωπικότητας είναι ο τρόπος της αισθητικής καλλιέργειας. Παρά τις αντιρρήσεις που υπάρχουν ότι οι άνθρωποι που ζουν κάτω από συνθήκες που καλλιεργούν την αίσθηση του ωραίου, δεν σημαίνει ότι είναι και καλοί στον χαρακτήρα ή ότι αισθάνονται την ομορφιά του χώρου. Εχει διαπιστωθεί ότι ολόκληρη η προσωπικότητα επηρεάζεται από το ωραίο. Το μεγαλύτερο ποσοστό των άσχημων και κοινωνικά απαράδεκτων πράξεων των νέων προέρχεται από άγνοια και έλλειψη ομορφιάς. Μόλις το ωραίο μπει στη ζωή τους, τα ενδιαφέροντά τους αλλάζουν, το γούστο τους βελτιώνεται και οι πράξεις τους στρέφονται σε άλλη κατεύθυνση. Η γνώμη αυτή μπορεί να υποστηριχτεί και από τα ακόλουθα. Το περιβάλλον επιδρά στην προσωπικότητα και στο χαρακτήρα, επομένως και το ωραίο ως στοιχείο του περιβάλλοντος, επιδρά στην προσωπικότητα. Πιστεύεται από πολλούς παιδαγωγούς ότι η αίσθηση του ωραίου παρουσιάζεται στην αρχή της ζωής και ότι τελειοποιείται με την ανάπτυξη και τη μάθηση. Η εξέλιξη της αισθητικής αυτής ευαισθησίας δεν είναι χωρισμένη από άλλα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας, αλλά συνεπάγεται σχετική οργάνωση και προσανατολισμός.

#Tags

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου