ΕΛΛΑΔΑ

«Εγώ δεν έβγαλα λεφτά στην Ελβετία, τα έβαλα στην πορνεία

εγώ-δεν-έβγαλα-λεφτά-στην-ελβετία-τα-έ-162039
Η εύρεση χορηγού στην ερασιτεχνική ομάδα Βουκεφάλας της Λάρισας προκάλεσε πολλά χαμόγελα στους υποστηρικτές της. Οι ροζ φανέλες που φόρεσαν οι παίκτες με τυπωμένη τη χορηγία του «Οίκου Εποχής Σούλα» προκάλεσε επίσης και πονηρά μειδιάματα. Η είδηση ξέφυγε από τα όρια της θεσσαλικής πρωτεύουσας και πλέον η ιδιοκτήτρια του οίκου ανοχής-χορηγού του Βουκεφάλα έγινε πανελληνίως γνωστή ως «η κυρία του Κάμπου». Αυτή είναι η ιστορία της.
Η 67χρονη Χρυσούλα Αλευρίδου είναι μια μικρόσωμη ξανθιά κυρία, με κοντοκουρεμένο μαλλί, περιποιημένη και ντυμένη απλά, χωρίς τίποτα πάνω της να φαντάζει κραυγαλέο. Είναι επίσης η γιαγιά δύο εγγονών, που όλοι οι γείτονες καλημερίζουν και όλοι οι συντοπίτες της χαίρονται να γνωρίζουν. Ή τουλάχιστον σχεδόν όλοι, αφού η ιδιότητά της ως ιδιοκτήτριας οίκων ανοχής για κάποιους ανθρώπους προκατειλημμένους δεν είναι αποδεκτή. Τα πράγματα για την ίδια θα μπορούσαν όμως να είναι πολύ χειρότερα, κυρίως όταν μια «μαντάμ» γίνεται ξακουστή για τις υπηρεσίες της στα όρια της περιφέρειας και εντός του Θεσσαλικού Κάμπου. Η κυρία Χρυσούλα, όμως, ή Σούλα όπως την ξέρουν πολλοί και όπως η ίδια ονομάζει τον «Οίκο Εποχής», κατάφερε να σπάσει τα ταμπού, προσφέροντας εκτός από τις σεξουαλικές υπηρεσίες της επιχείρησής της και αμέριστη βοήθεια στους συμπατριώτες της -είτε ενισχύοντας οικονομικά άπορες οικογένειες, είτε δωρίζοντας βιβλιοθήκες στα σχολεία, είτε δίνοντας αίμα η ίδια ή τα «κορίτσια της» σε όποιον το ζητήσει- και αυτό δεν το λέει η ίδια αλλά οι κάτοικοι. Είναι άλλωστε σήμερα σε θέση να στεγάζει το σπίτι και τον πολυτελή οίκο ανοχής της σε 27 στρέμματα γης, μια επένδυση που της κόστισε, όπως λέει, 4 εκατ. ευρώ και που το καλοκαίρι του 2010 εγκαινίασε πανηγυρικά με την παρουσία της Τζούλιας Αλεξανδράτου.
Η «κυρία του Κάμπου», όπως την αποκαλούν, είναι σήμερα η ιδιοκτήτρια των δύο πιο φημισμένων οίκων ανοχής της Θεσσαλίας -τον «Οίκο Εποχής» και το «Villa Erotica»-, γεγονός που της έχει δώσει τη δυνατότητα να επενδύει εκατομμύρια, «κόποι μιας ζωής» όπως η ίδια λέει. Τα πέτρινα χρόνια της ζωής της είναι πάντα παρόντα στη συζήτηση και η βουτιά στις μνήμες του παρελθόντος αναπόφευκτη. Ισως αυτή να είναι και η λύτρωσή της. Η «κυρία Σούλα» δεν ξεχνά ούτε από πού ξεκίνησε ούτε ψάχνει να βρει δικαιολογίες. Τα πράγματα για την ίδια είναι απλά. Δεν είχε να φάει ούτε εκείνη, αλλά ούτε η τυφλή μάνα της και το παιδί της. Τελεία.

Οι ρίζες της οικογένειας της Χρυσούλας Αλευρίδου φτάνουν μέχρι τις πόλεις του Πόντου, αλλά η ίδια γεννήθηκε στο Κιλκίς όταν οι γονείς της εγκαταστάθηκαν εκεί επί Βενιζέλου. «Οι γονείς μου ήταν αντάρτες του ΕΛΑΣ. Από τα τέσσερα παιδιά ήμουν το πιο μικρό. Μόλις με γέννησε η μητέρα μου Ειρήνη, ο πατέρας μου έφυγε για τη Τσεχοσλοβακία, αλλά τελικά σκοτώθηκε στο αντάρτικο, στο Παραπέτασμα. Τον φώναζαν καπετάν Τότο, γιατί το όνομά του ήταν Θοδωρής, δηλαδή Τότος στα ρώσικα. Ημουν 17 ημερών και ήδη ορφανή από πατέρα. Η μητέρα μου δούλευε όπου μπορούσε κι εγώ μόλις 11 ετών δούλευα ως υπηρέτρια σε σπίτια». Σε εκείνη την ηλικία γνωρίζει και τον πατέρα του παιδιού της, ένα αγόρι 14 ετών, του οποίου η οικογένεια ανήκε στους μαυραγορίτες, όπως θυμάται η ίδια. «Η οικογένεια του άνδρα μου ήταν από το Κιλκίς, αλλά ήταν διαφορετικών πολιτικών πεποιθήσεων από τη δική μας. Ο πατέρας του ήταν μαυραγορίτης και ο δικός μου αντάρτης. Στα 15 μου χρόνια έμεινα έγκυος και στα 18 μου ο άνδρας μου πέθανε από καρκίνο στο συκώτι. Πώς να μπορέσω να μεγαλώσω μόνη ένα παιδί;», ρωτάει χωρίς φυσικά να περιμένει απάντηση. Από το Κιλκίς κατεβαίνει στη Θεσσαλονίκη και δουλεύει όπου μπορεί: καθαρίστρια σε σπίτια, αγρότισσα στα χωράφια, πλύστρα σε εργοστάσιο όπου μάζευε τα γυάλινα μπουκάλια αναψυκτικών για να τα ξαναγεμίσει με πορτοκαλάδα, ενώ κάποια στιγμή πέρασε και από τη Siemens για να συναρμολογεί τηλέφωνα, αλλά χωρίς επιτυχία: «Είχα χοντρά χέρια από τα χωράφια και τα πλυσίματα κι έτσι δεν με πήραν», θυμάται η κυρία Σούλα και συνεχίζει: «Στις αρχές του ’60 τα αδέλφια μου έχουν φύγει μετανάστες στη Γερμανία. Η μητέρα μου ήταν στη φυλακή ως πολιτική κρατούμενος και όταν αποφυλακίστηκε έδινε μάχες για να με μεγαλώσει. Είχε όμως πρόβλημα στα μάτια και γρήγορα έμεινε τυφλή. Είχα φτάσει 27 ετών και δεν μπορούσα να στηρίξω την οικογένεια οικονομικά. Ημουν όμως και όμορφη και μου το έλεγαν όλοι». Η σκέψη να καταφύγει στην πορνεία άρχισε να τρυπώνει στο μυαλό της – με τον ίδιο τρόπο που η πείνα της θύμιζε το άδειο στομάχι του παιδιού της και της μάνας της.

protothema.gr

#Tags

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου