ΕΛΛΑΔΑ

Με νέες απαιτήσεις ξανάρθε η τρόικα

με-νέες-απαιτήσεις-ξανάρθε-η-τρόικα-437600

Μεγαλύτερες απαιτήσεις και προσδοκίες για δραστικές αποκρατικοποιήσεις και αλλαγές στο δημόσιο, παρά για επιβολή νέων φόρων, εκφράζουν οι απεσταλμένοι της Τρόικας, που είχαν συνάντηση το πρωί με τον υπουργό Οικονομικών.

Σύμφωνα με πληροφορίες, οι κύριοι Τόμσεν, Μορς και Μαζούχ που επανέκαμψαν στην Αθήνα και θα συνεχίσουν για δύο εβδομάδες τους ελέγχους, ενημερώθηκαν για τις εξαγγελίες των νέων μέτρων αλλά και τις προσπάθειες της κυβέρνησης για εξεύρεση πολιτικής συναίνεσης.

Αν και οι διαπραγματεύσεις θα συνεχιστούν, ώστε το πρόγραμμα λιτότητας να ενισχυθεί να εμπλουτιστεί, διεφάνη ότι οι εκπρόσωποι των δανειστών θεωρούν επιτακτική ανάγκη τις ιδιωτικοποιήσεις «εδώ και τώρα», όχι τόσο για να μειωθεί το έλλειμμα, όσο για να επιστρέψει στη χώρα η αναπτυξιακή προοπτική, την οποία απειλούν οι νέες αυξήσεις αμέσως και εμμέσων φόρων που εξήγγειλε η κυβέρνηση.

Ευρεία συναίνεση θέλει και ο Ολι Ρεν

Μια αναδιάρθρωση του χρέους της Ελλάδας δεν είναι αναγκαία αυτή τη στιγμή, ο καλύτερος δρόμος είναι να της δοθεί βοήθεια, η ίδια θα πρέπει να επανακτήσει την εμπιστοσύνη των Ευρωπαίων εταίρων με συγκεκριμένα βήματα, και προς τούτο είναι απαραίτητη μια ευρεία πολιτική συναίνεση, τονίζει ο Ευρωπαίος επίτροπος Όλι Ρεν, σε συνέντευξή στην αυστριακή εφημερίδα Die Presse.

Όπως αναφέρει ο κ. Ρεν, ένα «κούρεμα», δηλαδή μια αναδιάρθρωση του χρέους, εμφανίζεται πάντα ως απλή, όμως δεν είναι, ούτε είναι αναγκαία αυτή τη στιγμή.

«Η Ελλάδα θα πρέπει να επανακτήσει την εμπιστοσύνη των Ευρωπαίων εταίρων της με συγκεκριμένα βήματα, θα πρέπει να τηρήσει τους στόχους του προϋπολογισμού για το 2011 και να εφαρμόσει επειγόντως το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων των 50 δισ. ευρώ. Για όλα αυτά είναι απαραίτητη μια ευρεία πολιτική συναίνεση όλων των κομμάτων στην Ελλάδα, όπως υπάρχει ήδη στην Πορτογαλία και την Ιρλανδία» σημειώνει και προσθέτει πως ο ίδιος αναμένει η ελληνική Βουλή να κάνει σύντομα αυτό το βήμα.

Ο κ. Ρεν θεωρεί πως δεν είναι σοβαρή εκδοχή η έξοδος από το ευρώ, κάτι που, όπως σημειώνει, θα ήταν πολύ ακριβό για την Ελλάδα και για ολόκληρη την ΕΕ, τόσο πολιτικά όσο και οικονομικά, και εκτιμά ότι ο καλύτερος δρόμος είναι να βοηθηθεί η Ελλάδα, ώστε να θέσει υπό έλεγχο τα δημοσιονομικά της προβλήματα.

Απαντώντας στο ερώτημα για το χρόνο διάρκειας της κρίσης χρέους σε χώρες, όπως η Ελλάδα, επισημαίνει πως η περίπτωση της Ελλάδας είναι η δυσκολότερη, καθώς ένα δημοσιονομικό χρέος που φτάνε σχεδόν στο 160% του ΑΕΠ δεν μπορεί να μειωθεί άμεσα, σημειώνοντας ταυτόχρονα ότι δεν πρέπει να αγνοείται το γεγονός πως η Ελλάδα κατόρθωσε μέσα σε ένα χρόνο να μειώσει το έλλειμμά της κατά επτά ποσοστιαίες μονάδες.

Σε σχέση με τις ανησυχίες που διατυπώνονται για κίνδυνο μιας «αλυσιδωτής αντίδρασης» στην ευρωζώνη, σε περίπτωση που η Αθήνα δεν καταφέρει να ελέγξει το χρέος της, ο Όλι Ρεν αφού σημειώνει πως μέχρι τώρα έχει κατορθωθεί να μην παρασυρθεί η οικονομία των περισσότερων χωρών της ευρωζώνης από την κρίση χρέους μεμονωμένων χωρών, υπογραμμίζει ότι είναι αναγκαίο να συνεχιστούν οι μεταρρυθμίσεις σε όλα τα κράτη-μέλη για την εξασφάλιση της ανάπτυξης και της απασχόλησης.

Οι χώρες πρέπει να διαχειρίζονται πιο υπεύθυνα τα δημοσιονομικά τους, τονίζει, λέγοντας ότι η Ισπανία αποτελεί ένα θετικό παράδειγμα, καθώς προχώρησε με τολμηρά βήματα στη δημοσιονομική της πολιτική και παράλληλα εισήγαγε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, καταφέρνοντας προς το παρόν να απομακρυνθεί από τον κίνδυνο.

Αναφερόμενος σε φόβους που εκφράζονται στην ΕΕ, ότι οι πολίτες ισχυρών οικονομικά χωρών θα πληρώσουν για τις οικονομικά ασταθείς χώρες, ο κ. Ρεν δηλώνει κατανόηση, σημειώνει, όμως, πως στη νομισματική ένωση ισχύει η αρχή ότι κάθε χώρα είναι υπεύθυνη για τα προβλήματά της, κάτι που θα έπρεπε να εγγυάται και το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, το οποίο όμως, όπως συμπληρώνει, στο παρελθόν δεν λειτούργησε σωστά, καθώς τα μεγάλα κράτη-μέλη χαλάρωσαν τους όρους του το 2003.

Κατονομάζοντας στο σημείο αυτό τη Γερμανία και τη Γαλλία, σημειώνει πως αυτό οδήγησε στο να υπάρχουν στην Ευρώπη υψηλά ελλείμματα, ήδη πριν από την κρίση, τα χρέη δεν μειώθηκαν επαρκώς, γι’ αυτό χρειάζεται τώρα μια μεταρρύθμιση, ώστε να είναι αυστηρός ο έλεγχος της δημοσιονομικής πολιτικής.

 

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου