ΕΛΛΑΔΑ

Ξεφάντωμα μέχρι το πρωί στον παλιό Βόλο

ξεφάντωμα-μέχρι-το-πρωί-στον-παλιό-βόλ-672736

Το ρολόι του χρόνου γυρίζει στα ρεβεγιόν του παρελθόντος, τότε που όλα ήταν διαφορετικά

Αναδρομή στο μακρινό παρελθόν και στα ρεβεγιόν που άφησαν εποχή επιχειρεί ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ, φυλλομετρώντας τις σελίδες των αναμνήσεων που «γεννούν» πάντα νοσταλγία. Αφορμή για ξεφάντωμα μέχρι πρωίας η αναμονή του καινούργιου χρόνου, με τους Βολιώτες να συμμετέχουν στο γιορτινό κλίμα ακόμη και σε δύσκολες εποχές.

Ρεπορτάζ: ΓΛΥΚΕΡΙΑ ΥΔΡΑΙΟΥ

Αξέχαστα ήταν τα πρωτοχρονιάτικα ρεβεγιόν των δεκαετιών ΄50 και ΄60, με τους Βολιώτες να ξεφαντώνουν ακόμη στις περιόδους μετά τον πόλεμο, παρά το γεγονός ότι δεν ήταν ανθηρή η οικονομική τους κατάσταση.

Όπως αφηγούνται παλιοί Βολιώτες, πολλοί ήταν εκείνοι που γιόρταζαν στα σπίτια τους ρεφενέ, είτε διασκέδαζαν στα κέντρα της εποχής φορώντας τα καλά τους, ακριβές τουαλέτες οι κυρίες και επίσημα κοστούμια, άψογα ώς την τελευταία λεπτομέρεια οι κύριοι.

Οσοι είχαν την οικονομική δυνατότητα απολάμβαναν ακριβά κρασιά και σαμπάνια, ενώ οι μη έχοντες ύψωναν τα ποτήρια γύρω από το οικογενειακό τραπέζι με χύμα κρασί, ευχές και χαμόγελα, χωρίς να χάνουν το κέφι τους. Κυρίαρχα του γιορτινού κλίματος τα λικέρ και τα δεκάδες ποτοποιεία που ανθούσαν στην περιοχή, εφοδιάζοντας κάθε σπίτι με τα απαραίτητα για τις οικογενειακές και φιλικές συνάξεις.

Ενδεικτικά του κλίματος των ημερών είναι τα δεκάδες διαφημιστικά δημοσιεύματα του ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΥ που ανάγονται στις δεκαετίες του ΄50 και του ΄60 και δίνουν το στίγμα της εποχής. Ποτοποιεία και κοσμικά κέντρα κυριαρχούσαν στις διαφημίσεις εκείνης της περιόδου, διατηρώντας αμείωτο το ενδιαφέρον των Βολιωτών για το γιορτινό ξεφάντωμα.

Σε κέντρα της εποχής

Ο Τάσσος Μητρογώγος έχει καταγράψει σε δημοσιεύματα του ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΥ το κλίμα των ημερών, τότε που ήταν όλα διαφορετικά στον παλιό Βόλο και περιέγραψε με πολύ γλαφυρό τρόπο εποχές που πέρασαν, αλλά δεν ξεχάστηκαν.

Για τους έχοντες πολλά τα κέντρα του Βόλου, όπως Χατζηνικολάου, Εξωραϊστική, Καλιντζέος, Αναυρος, Ν. Ιωνία, «Τζάκι» στον Ανω Βόλο κ.ά., με ζωντανές ορχήστρες των Γ. Μαυραντώνη, Ν. Τσαχτίρη, Κ. Μάστορη, Κ. Βακαλόπουλου, Τ. Θεοδωρόπουλου, Χ. Τσόχα, Μ. Ραχαβέλια και Βολιώτες τραγουδιστές όπως οι Γ. Γκανίλας, Γ. Τενόπουλος, Τ. Βαβάτσικος, Ν. Καπάτος, Τ. Μουζάς, μεταξύ των οποίων και ο Τάσσος Μητρογώγος.

Για τους μη έχοντες τα πρωτοχρονιάτικα ρεβεγιόν στα σπίτια τους με το βερμούτ ανά χείρας, τους απαραίτητους ξηρούς καρπούς και μια κιθάρα ή ένα ακορντεόν και με πολλή διάθεση για διασκέδαση.

«Για έναν 16χρονο μαθητή και συγχρόνως τραγουδιστή, που εμφανιζόταν μαζί με τον φίλο και συμμαθητή του Μίμη Μαχαιρίτσα, όπως εγώ, παραμονή Πρωτοχρονιάς στο φημισμένο κέντρο Χατζηνικολάου με την ορχήστρα Μαυραντώνη ήταν ένα άπιαστο όνειρο. Οι παλιοί Βολιώτες θα θυμούνται τις αίθουσες Χατζηνικολάου. Σαββατοκύριακα λειτουργούσε η μεγάλη αίθουσα, Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά, Απόκριες άνοιγαν άλλες δύο μικρότερες. Ολες στον άνω όροφο, γιατί στο ισόγειο λειτουργούσαν καφενείο, ζαχαροπλαστείο και αίθουσα μπιλιάρδου επί της παραλίας, από Τοπάλη μέχρι Σπυρίδη» θυμάται ο Τάσσος Μητρογώγος.

Η τεράστια πίστα χορού, το ξύλινο δάπεδο, φωτιζόταν από έγχρωμο φωτισμό και οι χορευτές χόρευαν υπό τους ήχους της ορχήστρας Γ. Μαυραντώνη, ενώ υπήρχαν και «κρεμαστά» μπαλκόνια απ’ όπου οι θαμώνες έριχναν σερπαντίνες στους χορευτές.

Στο ρεβεγιόν της Πρωτοχρονιάς, η οροφή καλυπτόταν από εκατοντάδες μπαλόνια, τα οποία έπεφταν στην πίστα με τον ερχομό του νέου χρόνου. Η τεράστια πίστα τελείωνε με ένα υπερυψωμένο επίπεδο, δύο σκαλοπάτια πλάτους 3 – 4 μέτρων, που επέτρεπε να υπάρχουν τραπέζια και ένας μικρός διάδρομος που οδηγούσε σε δύο σκάλες και στον εξώστη που φιλοξενούσε επίσης τους θαμώνες, οι οποίοι κατέβαιναν να χορέψουν στην πίστα.

Πάει ο παλιός ο χρόνος

Η ώρα πλησίαζε για τον ερχομό του νέου χρόνου. Τα ταγκό της «Κομπαρσίτας», της «Ζήλιας» και του «Αντιός πάμπα μία» και τα τραγούδια «Βίρα της άγκυρες», «Αντίο», «C’ est si bon», «Βegin the Beguine» και άλλα, έδιναν τη θέση τους στο παρά πέντε σ’ ένα όμορφο, επίκαιρο ερωτικό τραγούδι του Χαιρόπουλου, που το χόρευαν σφιχταγκαλιασμένα τα ζευγάρια. «Αγαπημένη μου, χρόνια πολλά. Να ΄ναι χαρούμενος ο νέος χρόνος, η σκέψη μου ξάγρυπνη να σε κρατά και να ΄ναι άγνωστος για σένα ο πόνος».

Λίγα δευτερόλεπτα από την είσοδο του νέου χρόνου, «ο ντραμίστας Μίμης Βιτς χτυπούσε τα πιατίνια του, όλη η ορχήστρα μετρούσαμε αντίστροφα, 10…9…8…7… και στο 0 έσβηναν τα φώτα, έπεφταν τα μπαλόνια και γινόταν χαλασμός στην πίστα και στα τραπέζια. Ολοι αντάλλασσαν ευχές και φιλιά, τραγουδώντας μαζί μας «Εφυγε ο παλιός ο χρόνος, ας γλεντήσουμε παιδιά, καλή χρονιά, καλή χαρούμενη Πρωτοχρονιά» συνεχίζεται η αφήγηση του Τάσσου Μητρογώγου που περιγράφει με ζωηρές πινελιές το κλίμα της εποχής.

Δεν ήταν λίγοι οι Βολιώτες που επέλεγαν οικογενειακές ταβέρνες για την αλλαγή του χρόνου, αλλά όπου κι αν βρίσκονταν βίωναν με την ίδια χαρά και το ίδιο πάντα χαμόγελο την υποδοχή του καινούργιου χρόνου, με την ευχή και την ελπίδα ότι θα είναι καλύτερος από τον χρόνο που έφυγε.

Τα ρεβεγιόν που άφησαν εποχή σε συνδυασμό με τις εκδηλώσεις και τους χορούς που διοργανώνονταν από συλλόγους και σωματεία συνέθεταν ένα χαρούμενο γιορτινό σκηνικό που έκανε φαντασμαγορική την υποδοχή της πρώτης μέρας του καινούργιου χρόνου.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου