ΕΛΛΑΔΑ

Περιοριστικοί όροι και κατασχέσεις

περιοριστικοί-όροι-και-κατασχέσεις-463179

Την παραμονή της κατάθεσης του πορίσματος της Εξεταστικής Επιτροπής για την υπόθεση Siemens και ανήμερα της επισημοποίησης της παραγραφής των αδικημάτων για τα οποία παραπέμφθηκαν τρεις «γαλάζιοι» πρώην υπουργοί για την υπόθεση του Βατοπεδίου, η κυβέρνηση προχώρησε εσπευσμένα στην ανακοίνωση αλλαγών στο νόμο περί ευθύνης υπουργών, στα όρια των δυνατοτήτων που δίνει το ισχύον Σύνταγμα.

Το θέμα των αλλαγών στο νόμο περί ευθύνης υπουργών συζητήθηκε εκτός ατζέντας στο Υπουργικό Συμβούλιο, το οποίο είχε ως κύριο θέμα το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων. Ο υπουργός Δικαιοσύνης Χάρης Καστανίδης παρουσίασε τις αλλαγές και κατόπιν αναχώρησε όπου παρουσίασε σε συνέντευξη Τύπου τις νέες ρυθμίσεις.

Το σχετικό νομοσχέδιο περιλαμβάνει πέντε μείζονες αλλαγές:

Κατάργηση όλων των εξαιρετικά σύντομων παραγραφών.

Ο ισχύων νόμος προβλέπει πενταετή παραγραφή ακόμη και για κακουργήματα. Με τον νέο η παραγραφή για αδικήματα υπουργών είναι η ίδια με την παραγραφή που ισχύει για όλους τους πολίτες. Βεβαίως, δεν μπορεί να αλλάξει η προβλεπόμενη από το άρθρο 86 παρ. 2 αποσβεστική προθεσμία για την άσκηση της δίωξης.

 

Επιβολή περιοριστικών όρων.

Με τον ισχύοντα νόμο απαγορεύονται η βίαιη προσαγωγή, η σύλληψη, η προσωρινή κράτηση, η απαγόρευση εξόδου από τη χώρα κ.λπ. σε βάρος υπουργών. Οι τρεις πρώτες απαγορεύσεις υιοθετούνται και πάλι προκειμένου να μην προκληθεί βλάβη στον πολιτικό και στην πολιτική ζωή. Η απαγόρευση όμως εξόδου από τη χώρα δεν φαίνεται δικαιολογημένη, κυρίως αν λάβει κανείς υπόψη του και την εμπειρία άλλων χωρών όπου πολιτικά πρόσωπα διέφυγαν στο εξωτερικό.

Υποχρεωτική κατάσχεση οικονομικού οφέλους.

Προστίθεται νέα διάταξη σύμφωνα με την οποία η προκαταρκτική επιτροπή της Βουλής διατάσσει υποχρεωτικά την κατάσχεση του οικονομικού οφέλους που συνεπάγεται η διερευνώμενη αξιόποινη πράξη.

Δημιουργία γνωμοδοτικού συμβουλίου.

Προτείνεται η δημιουργία τριμελούς γνωμοδοτικού συμβουλίου πριν από τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής της Βουλής που θα έχει ως έργο τον έλεγχο των στοιχείων και την αξιολόγηση της ουσιαστικής βασιμότητάς τους, για το αν συντρέχει περίπτωση ποινικής ευθύνης του υπουργού. Η επιτροπή θα αποτελείται από έναν αντεισαγγελέα Αρείου Πάγου και δύο εισαγγελείς Εφετών. Κρίνεται έτσι ότι θα παρέχονται περισσότερες εγγυήσεις για ορθή απόφαση περί σύστασης προκαταρκτικής επιτροπής.

Δέσμευση περιουσιακών στοιχείων.

Πρόκειται για δέσμευση κάθε είδους λογαριασμών, τίτλων και χρηματοπιστωτικών προϊόντων μετά την άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος υπουργού ή υφυπουργού με απόφαση του ανακριτή, εφόσον η δίωξη αφορά κακούργημα.

Όπως δήλωσε καταργείται η παραγραφή ποινικών αδικημάτων που έχουν τελεστεί από υπουργούς και υφυπουργούς εντός πέντε ετών και με τον νέο νόμο θα ισχύει και για εκείνους η περίοδος παραγραφής που ισχύει για κάθε άλλον πολίτη.

Επίσης, με απόφαση της Επιτροπής Προκαταρκτικής Εξέτασης, αν προκύψει ότι η παράνομη πράξη συνεπάγεται οικονομικό όφελος θα γίνεται κατάσχεση ποσού από περιουσιακά στοιχεία του εμπλεκόμενου πολιτικού προσώπου, ισοδύναμη της ωφέλειας.

Σύμφωνα με πληροφορίες στον νέο νόμο περιλαμβάνεται ακόμη η επιβολή περιοριστικών όρων (απαγόρευση εξόδου από τη χώρα) και η δημιουργία γνωμοδοτικού συμβουλίου πριν τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής της Βουλής που αποτελείται από δικαστικούς λειτουργούς.

Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με τον ισχύοντα νόμο Περί Ευθύνης Υπουργών η διερεύνηση ακολουθεί τα εξής στάδια: Δικαιοσύνη, Σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής, Σύσταση Προανακριτικής Επιτροπής, παραπομπή σε δικαστικό Συμβούλιο και ακολούθως παραπομπή στο Ειδικό Δικαστήριο.

 

Στο Υπουργικό Συμβούλιο

«Εξαντλούμε κάθε περιθώριο που μας αφήνει η υπάρχουσα συνταγματική ρύθμιση. Σε ό,τι δεν αντίκειται στο άρθρο 86 του Συντάγματος, θα επιφέρουμε κάθε δυνατή βελτίωση» δήλωσε για το θέμα ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου στο Υπουργικό Συμβούλιο.

Ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Ευ. Βενιζέλος τόνισε στη διάρκεια της συνεδρίασης ότι «δεν πρέπει το πολιτικό σύστημα να αντιμετωπίζει φοβικά και αμυντικά το νομικό πλαίσιο». Εκφράζοντας εμμέσως επιφυλάξεις για τις αλλαγές, ο κύριος Βενιζέλος παρατήρησε ότι «δεν υπάρχει χώρα στον προηγμένο δυτικό κόσμο όπου πολιτικά πρόσωπα παραπέμπονται ευθέως στους φυσικούς δικαστές».

Λίγο νωρίτερα, σκληρή ανακοίνωση αναφορικά με το ποιος φέρει τις ευθύνες για την ατιμωρησία τυχόν ένοχων πολιτικών προσώπων εξέδωσε η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων, κατηγορώντας ευθέως τους πολιτικούς ότι με το νόμο περί ευθύνης υπουργών έχουν διαμορφώσει νομικό πλαίσιο που εξασφαλίζει την ατιμωρησία στους ίδιους.

«Πρέπει να γίνει κατανοητό, ότι ο ισχύων νόμος για την ευθύνη υπουργών διαμορφώθηκε από τη Βουλή και όχι από το δικαστικό σώμα. Οι δικαστές, συνεπώς, δεν μπορούν να παρανομήσουν κατά την εφαρμογή του, σε διάψευση των προσδοκιών αλλά και των συνηθειών ορισμένων» σημειώνει η Ένωση.

Ο πρόεδρος της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων κ. Χαράλαμπος Αθανασίου εμφανίστηκε επίσης εξαιρετικά αιχμηρός απέναντι στον πολιτικό κόσμο για το θέμα της ατιμωρησίας.

«Έστειλαν μια υπόθεση παραγεγραμμένη. Γιατί δεν απήγγειλε την παραγραφή η Βουλή; Αφού είναι παραγεγραμμένη η υπόθεση και είναι βέβαιο ότι αυτό θα πει και το συμβούλιο το δικαστικό το οποίο απαρτίζεται από ανώτατους δικαστές, αρεοπαγίτες και συμβούλους της Επικρατείας. Πέταξαν το μπαλάκι στη Δικαιοσύνη ούτως ώστε να πουν να εμείς κάναμε το καθήκον μας, ερευνήσαμε την υπόθεση, στείλαμε την υπόθεση στη Δικαιοσύνη αλλά η Δικαιοσύνη είπε ότι είναι παραγεγραμμένη. Αυτά σε μια ευνομούμενη πολιτεία δεν είναι επιτρεπτά. Δεν είναι νοητά» τόνισε ο κ. Αθανασίου.

«Εμείς κάναμε το νόμο (περί ευθύνης Υπουργών); Γνωρίζει ο λαός μας ότι τα αδικήματα των πολιτικών παραγράφονται πριν ακόμη αποκαλυφθούν; Γιατί δεν το αλλάξανε τόσο καιρό; Γιατί φωνάζουμε τόσο καιρό ότι η παραγραφή πρέπει να είναι ίδια για όλο τον κόσμο; Ότι δεν νοούνται αυτές οι ευνοϊκές μεταχειρίσεις;» αναρωτήθηκε ο πρόεδρος της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων.

Ο ίδιος άφησε αιχμές ότι «ουδέποτε η Βουλή ζήτησε εγγράφως ή προφορικώς να ανοιχθούν λογαριασμοί πολιτικών προσώπων» για την υπόθεση Siemens, για να λάβει (ομόφωνη) απάντηση από την Εξεταστική Επιτροπή στην οποία σημειώνεται μεταξύ άλλων ότι υπήρξε σχετικό αίτημα και ανταπόκριση υπήρξε μόνον από την Τράπεζα Ελλάδος, το ΣΔΟΕ και τη Βουλή. «Το περισσόν του πονηρού εστί», καταλήγει η ανακοίνωση της επιτροπής.

 

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου