ΕΛΛΑΔΑ

Δημοκρατική Συμπαράταξη: Ο χώρος πρέπει να προχωρήσει ενωμένος

δημοκρατική-συμπαράταξη-ο-χώρος-πρέπ-227735

Το κέλυφος που δημιούργησε η Δημοκρατική Συμπαράταξη φάνηκε από το εκλογικό αποτέλεσμα ότι δεν ήταν «άδειο τσόφλι», μια έκφραση που χρησιμοποίησε ο Πέτρος Τατσόπουλος για τον ΣΥΡΙΖΑ. Μπορεί όμως να μετεξελιχθεί στη νέα ελληνική σοσιαλδημοκρατία;

Το θέμα αυτό συζητήθηκε στην εκδήλωση «Σοσιαλδημοκρατία και Ανανεωτική Αριστερά», με ομιλητές την ευρωβουλευτή της Ελιάς Εύα Καϊλή, τον Θόδωρο Μαργαρίτη από την ΕΕ της ΔΗΜΑΡ, τον Παναγιώτη Ιωακειμίδη από τις Κινήσεις Πολιτών, τον πρώην υπουργό Οικονομικών Φίλιππο Σαχινίδη, τον συγγραφέα Πέτρο Τατσόπουλο.

Η εκδήλωση διήρκεσε δύο ώρες και η κοινή κατάληξη σχεδόν όλων των ομιλιών ήταν ότι ο χώρος πρέπει να προχωρήσει ενωμένος και να μετεξελιχθεί είτε μέσω ενός ιδρυτικού συνεδρίου είτε με τη δημιουργία ομόσπονδου φορέα.

Στο ακροατήριο ήταν οι: Κώστας Λαλιώτης, Πέτρος Κουναλάκης, Θάνος Μωραίτης, Ηλίας Κικίλιας, Γιάννης Τούντας, Γιώργος Σιακαντάρης, Γιάννης Δατσέρης, Γιάννης Μανιάτης, Χρήστος Πρωτόπαπας, Εύη Χριστοφιλοπούλου, Μιχάλης Τζελέπης, Νίκος Τσούκαλης, Θωμάς Ψύρρας, κ.α. Ο δημοσιογράφος Ανδρέας Παπαδόπουλος, ο οποίος συντόνιζε τη συζήτηση και στην εισαγωγική του τοποθέτηση τάχθηκε υπέρ της διεξαγωγής ιδρυτικού συνεδρίου, ενημέρωσε ότι θα γίνουν και άλλες τέτοιες εκδηλώσεις σε όλη την Ελλάδα, ξεκινώντας το προσεχές διάστημα από τον Πειραιά και τη Θεσσαλονίκη.

Ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ, Θανάσης Θεοχαρόπουλος, μιλώντας στην έναρξη της εκδήλωσης, τόνισε ότι πλέον «χρειάζεται να ειπωθούν αλήθειες χωρίς να μετράμε το πολιτικό και κομματικό κόστος. Εδώ που έφθασε η χώρα, χρειάζονται άμεσα τολμηρές αλλαγές, βαθιές τομές και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Άμεσα. Έστω και στο και πέντε, γιατί αλλιώς οι συνέπειες θα είναι επώδυνες. Η αναπαλαιωμένη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ διαθέτει ένα μίγμα έλλειψης αποτελεσματικότητας και ύπαρξης ιδεοληψιών, ικανό από μόνο του να ρίξει την χώρα στα βράχια».

Παρατήρησε ότι η ΝΔ είναι ένα συντηρητικό κόμμα και δεν ενδιαφέρεται για την εφαρμογή μιας προοδευτικής πολιτικής, και επανέλαβε το διαρκές κάλεσμα σε κόμματα και κινήσεις της κεντροαριστεράς, του ευρύτερου προοδευτικού χώρου και της πολιτικής οικολογίας. «Πάμε όλοι μαζί για να γίνει ισχυρός ο προοδευτικός πόλος που έχει ανάγκη ο τόπος. Με την διατήρηση της πολιτικής και οργανωτικής αυτονομίας των συμμετεχόντων, για να μην απειλείται η ύπαρξη κανενός και να διευκολύνεται η συμμετοχή», είπε. «Για να μην στραφεί η κοινωνία σε ακραίες λαϊκίστικες λύσεις πρέπει άμεσα να ισχυροποιηθεί ο προοδευτικός και μεταρρυθμιστικός πόλος. Για να γίνει αυτό είναι απαραίτητη η ανανέωση προσώπων, ιδεών και πολιτικών πρακτικών και όχι η συντήρηση των ίδιων πρακτικών που μας έφεραν στην κρίση». «Αυτό το στοίχημα δεν πρέπει να χαθεί. Η ισχυρή κεντροαριστερά είναι εθνική ανάγκη για να καλυφθεί το πολιτικό κενό στη χώρα», σημείωσε ο κ. Θεοχαρόπουλος.

«Να αναδείξουμε τις ανακολουθίες και την καταπάτηση κάθε κόκκινης γραμμής που έθεσε το κυβερνητικό συνονθύλευμα ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ», πρότεινε η κυρία Καϊλή. Η ευρωβουλευτής της Ελιάς παρατήρησε ότι η κυβέρνηση έχει μείνει στο παρελθόν όταν όλη η υπόλοιπη Ευρώπη κοιτάζει στο μέλλον. «Δεν έχουμε διεκδικήσει χρηματοδότηση προτάσεων μέσω του σχεδίου Γιούνκερ. Στη Ευρώπη υπάρχουν χρυσές ευκαιρίες και άλλες χώρες μπορούν και τις αξιοποιούν», είπε. Η Ευρώπη θέλει να μας βοηθήσει, θέλει να βοηθήσει τους Έλληνες γιατί καταλαβαίνει τι περνάμε, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η υπερφορολόγηση που επιβάλλει η κυβέρνηση στους πολίτες αρέσει στους ευρωπαίους.

«Όσοι βρισκόμαστε εδώ τώρα, αντέξαμε στα δύσκολα», είπε η κυρία Καϊλή προσθέτοντας ότι η κρίση μπορεί να έβγαλε στην επιφάνεια τις άσχημες πλευρές της ελληνικής κοινωνίας «αλλά ο χειρότερος εαυτός μας δεν θα επικρατήσει για πολύ».

«Εύχομαι να χαλάσουμε τα σχέδια της κυβέρνησης, όσων μας θεωρούν χρήσιμη λύση ή δεκανίκι, αυτών που επιμένουν στον κυβερνητισμό και θέλουν να γίνουν για μια ακόμα φορά υπουργοί και εκείνων που υπηρετούν προσωπικές στρατηγικές. Δεν μπορεί ένα κόμμα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ να ονομάζεται προοδευτικό όταν αναιρεί μεταρρυθμίσεις. Δεν μπορούμε να βρισκόμαστε στον ίδιο χώρο με έναν ημιμαθή και αυθάδη υπουργό Παιδείας που προσβάλει τις οικογένειες, τις παραδόσεις και την ιστορία μας», επισήμανε, «σκοτώνοντας» τα σενάρια πιθανής κυβερνητικής συνεργασίας του ΠΑΣΟΚ με τον ΣΥΡΙΖΑ.

«Εμείς, τώρα, είμαστε σαν την οικογένεια που κάθεται γύρω από το τραπέζι για να βρει μια λύση. Δεν έχουμε χρόνο να χάσουμε, πρέπει να διεκδικήσουμε αυτή την ιστορική ευκαιρία», είπε η κυρία Καϊλή.

Να μετεξελιχθεί η Δημοκρατική Συμπαράταξη σε ανοιχτό ομόσπονδο σχήμα, πρότεινε ο κ. Μαργαρίτης. «Αν θέλουμε ο χώρος του Δημοκρατικού Σοσιαλισμού να ξαναγίνει ισχυρός εναλλακτικός πόλος, να μετατραπεί σε πλειοψηφικό ρεύμα, να επανασυνδεθεί με τα αδύναμα κοινωνικά στρώματα, πρέπει να ξαναπιάσει το νήμα από την αρχή. Χωρίς καμία διάθεση ορθοδοξίας, να επαναπροσδιοριστεί με βάση τις ιδρυτικές του αρχές. Αυτές που βάζουν επιτακτικά την πρωτοκαθεδρία στην πολιτική με ένα σχέδιο δημοκρατικής αφύπνισης. Που σημαίνει ότι κινείται ανταγωνιστικά προς τις συντηρητικές πολιτικές».

Ο κ. Μαργαρίτης κατηγόρησε τον ΣΥΡΙΖΑ ότι αδυνατεί να κατανοήσει το πεδίο των μεταρρυθμίσεων, ότι επιμένει στον κρατισμό, και αντιμετωπίζει την Ευρώπη μόνο ως οικονομικό μέγεθος. Παρατήρησε ότι η συνεργασία με τους ΑΝΕΛ λαμβάνει όλο και πιο έντονα εθνικολαϊκιστικά χαρακτηριστικά. Μίλησε για την «εξαπάτηση των ψηφοφόρων ως μοντέλο πολιτικής» -«Ας έταξε πορτοκάλι, νεράτζι θα δώσει», είπε – και πρόσθεσε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε τα ιδεολογικά του χαρακτηριστικά και έγινε «ένας μηχανισμός εξουσίας για τη διαχείριση της κυβέρνησης , ένα παράδειγμα σκληρού κυνισμού που θα παρασύρει και την έννοια της Αριστεράς».

«Η αυτόνομη και ισχυρή παρουσία των δυνάμεων της σοσιαλδημοκρατίας και της ανανεωτικής αριστεράς», συνέχισε, «παραμένουν κεντρικό καθήκον όχι μόνο ως ιδεολογικό διακύβευμα αλλά και για την ίδια την πορεία των εξελίξεων σε προοδευτική κατεύθυνση. Ο κίνδυνος από μια ενδεχόμενη κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί άλλωστε να οδηγήσει σε συντηρητική παλινόρθωση είτε πολύ χειρότερα σε αχαρτογράφητα νερά κοινωνικών εντάσεων με ακροδεξιά και υπο-πολιτικά χαρακτηριστικά. Οι δυνάμεις της ευθύνης , της προοδευτικής παράταξης, του αριστερού ρεαλισμού πρέπει να είναι σε διαρκή επιφυλακή. Όσο για τις συμμαχίες ένα είναι σίγουρο. Ότι αυτές που αφορούν κυβερνητικές λύσεις θα πρέπει να απαλλαγούν από το σύνδρομο κυβερνητισμού που ταλαιπώρησε το ΠΑΣΟΚ και από την αφέλεια που τραυμάτισε σοβαρά τη ΔΗΜΑΡ».

«Είναι παθογένεια να λέμε όλοι τα ίδια πράγματα και να βρισκόμαστε σε διαφορετικά μορφώματα», υπογράμμισε στην ομιλία του ο κ. Ιωακειμίδης, ο οποίος μίλησε για την ανάγκη δημιουργίας της νέας σοσιαλδημοκρατίας στην Ελλάδα με νέες βάσεις, νέες ιδέες και προτάσεις πολιτικής. Και τούτο «ως προϋπόθεση και όρος για την δημοκρατική, πολιτική ομαλότητα και σταθερότητα της χώρας, την προώθηση γνήσιων, προοδευτικών μεταρρυθμίσεων και τη διασφάλιση της θέσης της Ελλάδας στο ευρωπαϊκό πλαίσιο και την προώθηση πολιτικών για την οικονομική ανάπτυξη, την καταπολέμηση της ανεργίας, των ανισοτήτων, της φτώχειας και κοινωνικής περιθωριοποίησης και τελικώς για την αλλαγή της Ευρώπης». Επεσήμανε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει τις προϋποθέσεις να μετεξελιχθεί σε σοσιαλδημοκρατικό κόμμα και να προωθήσει μια γνήσια μεταρρυθμιστική ατζέντα, και ότι η πρόθεση του είναι το one-party dominant state, ένα μοντέλο διακυβέρνησης τύπου Ερντογάν ή Πούτιν.

Ο κ. Ιωακειμίδης, έθεσε το ερώτημα αν στο πλαίσιο των ρυθμίσεων της ευρωζώνης μπορεί να ασκηθεί σοσιαλδημοκρατική πολιτική και απάντησε ότι υπάρχουν σημαντικά περιθώρια για κάτι τέτοιο αλλά η άσκηση σοσιαλδημοκρατικών λύσεων εξαρτάται από το συσχετισμό των πολιτικών δυνάμεων στην Ευρώπη, πράγμα που σημαίνει ότι θα πρέπει να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για την επάνοδο των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων στην πολιτική κυριαρχία της Ευρώπης.

Ο κ. Τατσόπουλος, επισήμανε ότι η ανάλυση των εκλογικών αποτελεσμάτων έδειξε ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ -ΑΝΕΛ ψηφίστηκε από το 20% του εκλογικού σώματος αν συνυπολογιστεί η αποχή «και κυβερνά με τον τσαμπουκά του 60%». «Το παράδοξο αυτό εξηγείται από την μεγαλύτερη πολιτική απάτη που έγινε στα χρόνια της Μεταπολίτευσης», είπε και πρόσθεσε ότι η συνεργασία του ΣΥΡΙΖΑ με τους ΑΝΕΛ «ξέπλυνε για πρώτη φορά όλα τα εθνικολαϊκιστικά νούμερα». Μίλησε για την «ανάγκη συνομοσπονδίας του χώρου ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και τη ΝΔ με διατήρηση της αυτονομίας κάθε κόμματος που θα μετάσχει στη συνομοσπονδία ως μόνου τρόπου να αντιμετωπισθεί τόσο ο αριστερός όσο και ο δεξιός λαϊκισμός». Η πολυδιάσπαση, σημείωσε, είναι «το ανέλπιστο δώρο που κάνουμε στον Τσίπρα, να καθόμαστε ο καθένας στο δικό του βιλαέτι, αλληλοϋβριζόμενοι και αυτομαστιγωνόμενοι». Ο κ. Τατσόπουλος, ο οποίος συμμετείχε στην επιτροπή διαλόγου του Ποταμιού, διατύπωσε δημοσίως την αντίθεση του με την άρνηση του Σταύρου Θεοδωράκη να συμμετάσχει σε αυτή την προσπάθεια.

Ο κ. Σαχινίδης, ως μέλος του Κινήματος Σοσιαλιστών και Δημοκρατών που προεκλογικά «τα έσπασε» με το ΠΑΣΟΚ, συμμετείχε στο πάνελ των ομιλητών αλλά κινήθηκε σε διαφορετικό μήκος κύματος. «Η εκλογική πορεία των σοσιαλιστικών κομμάτων στην Ελλάδα», τόνισε, «με καθυστέρηση ακολουθεί την καθοδική πορεία των αντίστοιχων κομμάτων στην υπόλοιπη Ευρώπη. Αυτό που διαφέρει στην περίπτωση της Ελλάδας ήταν το μέγεθος των απωλειών της εκλογικής δύναμης του ΠΑΣΟΚ που σε μια πενταετία υποδεκαπλασιάστηκε.

Μετά την κρίση του 2008, που οδήγησε σε τεράστιες απώλειες σε ΑΕΠ και θέσεις εργασίας και διόγκωσε τις κοινωνικές ανισότητες, η σοσιαλδημοκρατία θα πρέπει να αναζητήσει νέους δρόμους και νέες απαντήσεις στις μεγάλες κοινωνικές και οικονομικές προκλήσεις της παγκοσμιοποίησης και της ατελούς ΟΝΕ. Απαντήσεις που κινούνται πέρα από τον εθνικό κεϊνσιανισμό της χρυσής εικοσιπενταετίας 1945-1970 αλλά και πέρα από τον Τρίτο Δρόμο του Βρετανικού Εργατικού Κόμματος της δεκαετίας του 1990. Η προοπτική λοιπόν των υφιστάμενων δυνάμεων της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας να πρωταγωνιστήσουν στην ανασύνταξη του χώρου μόνες ή σε συνεργασία με δυνάμεις της ανανεωτικής και μεταρρυθμιστικής αριστεράς του πολιτικού φιλελευθερισμού και της πολιτικής οικολογίας, σε μεγάλο βαθμό θα εξαρτηθεί από την δυνατότητα τους να κτίσουν από την αρχή σχέσεις εμπιστοσύνης με τις κοινωνικές δυνάμεις που θέλουν να εκπροσωπήσουν και να παρουσιάσουν μια νέα προγραμματική πρόταση. Οι προγραμματικές αυτές αναζητήσεις και συνθέσεις προϋποθέτουν ένα ελληνικό -προσωπικά θεωρώ αναγκαίο ένα Ευρωπαϊκό- «Επινέ» ή «Μπαντ Γκόντεσμπεργκ» όπου θα αναδειχθεί η νέα προγραμματική πρόταση για την έξοδο από την κρίση και την επόμενη ημέρα αλλά και οι νέες προοδευτικές συμμαχίες. Αυτή είναι η μεγάλη πρόκληση για τις υπάρχουσες δυνάμεις της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας και της ανανεωτικής αριστεράς, αν θέλουν να έχουν προοπτική και να συμβάλλουν καταλυτικά στη διαμόρφωση της νέας πολιτικής αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα. Διαφορετικά, κινδυνεύουν να «φινλανδοποιηθούν» ή να εξαφανιστούν».

Δήμητρα Κρουστάλλη

Newsroom ΔΟΛ

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου