ΤΟΠΙΚΑ

Βραβείο τιμής στην ιστορική «Αύρα»

βραβείο-τιμής-στην-ιστορική-αύρα-564805

Η ιστορία της πόλης και των ανθρώπων της αναβιώνει σαν… παλιά ελληνική ταινία σε κάθε γωνιά του μαγαζιού

Βραβείο τιμής στην «Αύρα», κατάστημα εστίασης – ζωντανή ιστορία του Βόλου και των ανθρώπων του, απένειμε την περασμένη Πέμπτη στην οικογένεια Νικοβιώτη ο Σύλλογος Συνταξιούχων Εμπόρων Νομού Μαγνησίας, ως αναγνώριση της μακρόχρονης πορείας και προσφοράς της. Ηταν συγκινητική στιγμή για τα νεότερα μέλη της οικογένειας Νικοβιώτη, που είναι συνεχιστές οικογενειακής επιχείρησης τεσσάρων γενεών(!) και ήρθε να αποτελέσει ηθική «ένεση» σε δύσκολη χρονική συγκυρία, έναν σχεδόν μήνα μετά τη λήξη της καραντίνας, που επιβλήθηκε για την αντιμετώπιση του κορονοϊού.

Ρεπορτάζ: ΕΛΕΝΗ ΧΑΝΟΥ

«Προς την παραδοσιακή «Αύρα», το σημείο αναφοράς του βολιώτικου λαού και τον Νικόλαο Δ. Νικοβιώτη, άξιο απόγονο τέταρτης γενιάς, άξιων προγόνων για την εμπορική του δράση και την κοινωνική προσφορά του», γράφει το βραβείο που απονεμήθηκε στην οικογένεια Νικοβιώτη με πρωτοβουλία του προέδρου του Συλλόγου Συνταξιούχων Εμπόρων Νομού Μαγνησίας και ομόφωνη απόφαση του διοικητικού συμβουλίου.

Η βράβευση της επιχείρησης έγινε, όπως εξηγεί ο πρόεδρος του Συλλόγου, Γιάννης Γεωργακόπουλος, στο πλαίσιο του εορτασμού για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση. «Πρόκειται για ένα ιστορικό μαγαζί που θελήσαμε να τιμήσουμε για να τονώσουμε και το ηθικό των ανθρώπων που πέρασαν δύσκολες στιγμές με την επιχείρησή τους κλειστή εν μέσω καραντίνας», σημείωσε ο κ. Γεωργακόπουλος.

«Θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε τον πρόεδρο και το διοικητικό συμβούλιο του Συλλόγου Συνταξιούχων Εμπόρων Νομού Μαγνησίας για την τιμή που μας έκαναν», σημείωσε η Σωτηρία Νικοβιώτη για το βραβείο που παρέλαβε η ίδια μαζί με τους τέσσερις γιους της, τον Χρήστο, τον Παναγιώτη, τον Νίκο και τον Αγγελο.

«Ηταν μεγάλη τιμή για εμάς η αναγνώριση από τον Σύλλογο Συνταξιούχων Εμπόρων Μαγνησίας. Μας δίνει θάρρος να συνεχίσουμε μετά από μια δύσκολη περίοδο και κυρίως μετά τον θάνατο του πατέρα μας, Δημήτρη, τον περασμένο Νοέμβριο. Ηρθε ίσως την κατάλληλη στιγμή αυτό το βραβείο, που είναι και το πρώτο για την επιχείρηση», αναφέρει ο συνεχιστής της παράδοσης Νίκος Νικοβιώτης.

Η βράβευση έγινε στα γραφεία του Συλλόγου και το βραβείο βρίσκεται πλέον σε περίοπτη θέση στο εσωτερικό της «Αύρας», επιχείρησης που σε κάθε γωνιά της ζωντανεύουν μνήμες 138 ολόκληρων ετών…

«Αύρα» από το 1883

Ο Νίκος Νικοβιώτης είναι απόγονος τέταρτης γενιάς από την ίδια οικογένεια που συνεχίζει μία οικογενειακή παράδοση με ιστορία πάνω από 100 χρόνια.

Η Αύρα πρωτολειτούργησε στην αγκάλη του Αναύρου το 1883 ως εστιατόριο πολυτελείας, δίπλα από το κύμα. Τότε το κατάστημα επισκεπτόταν όλος ο «καλός» κόσμος της εποχής. Κάτοικοι από κάθε γωνιά της Θεσσαλίας έρχονταν στην «Αύρα» για να απολαύσουν το γεύμα τους αλλά και τα λουτρά θαλάσσης. Εφθαναν μέχρι την παραλία με το γνωστό τρενάκι. Τότε μάλιστα, το μπάνιο στη θάλασσα, υπάκουε σε άλλους κανόνες. Ανδρες και γυναίκες έκαναν σε διαφορετικές πλευρές μπάνιο, υπήρχε μάλιστα και… επιτηρητής και αρκετές είναι οι αναφορές για άνδρες που ντύνονταν γυναίκες για να μπορέσουν να πλησιάσουν στη θάλασσα την καλή τους.

Ο παππούς του Νίκου Νικοβιώτη, Χρήστος στη συνέχεια, ήταν εκείνος που έβγαλε τραπεζάκια πάνω στην ακτή. Ο κόσμος πήγαινε για να απολαύσει τις ξακουστές ποικιλίες, ενώ πολλοί έχουν συνδέσει τις πιο όμορφες αναμνήσεις τους με την Αύρα. Εκεί γίνονταν γάμοι, χοροεσπερίδες, θρυλικοί διαγωνισμοί χορού. Εκεί κάποιοι συνάντησαν τον άνθρωπό τους με τον οποίο πορεύτηκαν στη ζωή. Όταν ήταν σε μικρή ηλικία ο Νίκος Νικοβιώτης, θυμάται έναν ηλικιωμένο να κάθεται πάντα στο ίδιο τραπέζι. Ηταν το τραπέζι, στο οποίο ο ηλικιωμένος είχε γνωρίσει τη σύζυγό του και ακόμη κι όταν εκείνη έφυγε από τη ζωή, εκείνος συνήθιζε να κάθεται εκεί για να πιει το καφεδάκι ή την πορτοκαλάδα του και να ανακαλέσει στη μνήμη του όλες τις όμορφες στιγμές, που έζησαν μαζί, στην «Αύρα».

Τα χρόνια περνούσαν και η «Αύρα» εξελισσόταν, χωρίς όμως να χάνει τον χαρακτήρα της. Ο πατέρας του Νίκου Νικοβιώτη, Δημήτρης, ήταν εκείνος που εγκαινίασε ακριβώς δίπλα από το μαγαζί και την ντισκοτέκ «Ιππόκαμπος», ενώ στην πίστα που υπάρχει ακόμη και σήμερα, φιλοξενήθηκαν πολλά Βολιώτικα συγκροτήματα της εποχής, που «έντυναν» με όμορφα τραγούδια τις βραδινές εξορμήσεις στην παραλία του Αναύρου.

Ο Σταμάτης Σταθάκης στο μπουζούκι, ο Γιάννης Βαράκης στο τραγούδι, ο Αντώνης Μαργαρίτης στην κιθάρα και το μπάσο, ο Γιώργος Τσιλογιάννης στα πλήκτρα, ο Ματθαίου στα κρουστά, ο Αθανάσιος Τσόλης στην ρυθμική κιθάρα και στο ακορντέον ο Σταύρος Παπασταύρου.

Μετά, στα 1960 ήρθε το τζουκ μποξ. Κόσμος και κόσμος περνούσε από το μαγαζί, να ρίξει στο τζουκ μποξ ένα νόμισμα και να ακούσει το τραγούδι που ήθελε: Μητροπάνος, Καζαντζίδης, Γαβαλάς, Βίκυ Μοσχολιού, αλλά και ξένα τραγούδια ακούγονταν από το πρωτοποριακό για την εποχή μηχάνημα που εξακολουθεί να υπάρχει στο μαγαζί, ως αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας της Αύρας, του Βόλου και των ανθρώπων της, που έχουν να συνδέσουν τουλάχιστον μία όμορφη ανάμνησή τους με τον χώρο.

Συνεχίζει η τέταρτη γενιά

Πλέον η ιστορία της «Αύρας» διατρέχει τον τρίτο αιώνα (από τα 1800, στα 1900 και στο 2000). Ο Νίκος (προπάππους), ο Χρήστος (παππούς), ο Δημήτρης και ο Στάθης (πατέρας και θείος) έδωσαν τη σκυτάλη στον Νίκο Νικοβιώτη ο οποίος συνεχίζει την παράδοση μαζί με τα αδέρφια του Χρήστο και Αγγελο και αθόρυβο στυλοβάτη, τη μητέρα τους, Σωτηρία.

Και όπως παρατηρεί ο Νίκος Νικοβιώτης, η ιστορία της «Αύρας» είναι σαν… ελληνική ταινία, την οποία βλέπεις και ξαναβλέπεις με την ίδια ευχαρίστηση, αν και σε διαφορετική εποχή, σε διαφορετική ηλικία. «Αντιμετωπίζουμε την Αύρα σαν μία μεγάλη γυναίκα, ηλικίας 138 ετών. Τη φροντίζουμε, χωρίς να χάνει την ταυτότητά της», σημειώνει ο ίδιος για ένα κατάστημα που μένει αναλλοίωτο στον χρόνο και συνεχίζει να φιλοξενεί ανθρώπους που κάθονται στα ίδια τραπέζια που κάθονταν και Βολιώτες έναν αιώνα πριν, για να πιουν το καφεδάκι τους, τσιπουράκι ή για να φάνε, πατούν για να χορέψουν στην ίδια πίστα, στην οποία έχουν «λιώσει» σόλες και σόλες και καταφεύγουν στη σκιά της για να δροσιστούν με ένα αναψυκτικό μετά το καλοκαιρινό μπάνιο.

Δεν είναι τυχαίο ότι εκτός από Βολιώτες κάθε ηλικίας, η «Αύρα» έχει σταθερή πελατεία από κάθε γωνιά του κόσμου. Από Καναδά, Αυστραλία, Αμερική, Σουηδία, Νορβηγία, Γαλλία και Ιταλία… Ελληνες που ζουν στο εξωτερικό, μόλις έρχονται στον Βόλο για τις διακοπές τους, περνούν από την «Αύρα». Και η παράδοση συνεχίζεται…

«Μας αγαπούν κι έρχονται»

Η «Αύρα» όπως άλλωστε κι όλα τα καταστήματα εστίασης, αναγκάστηκε να κλείσει από τον περασμένο Νοέμβριο, οπότε και επιβλήθηκε το δεύτερο lockdown για την αντιμετώπιση της πανδημίας του κορονοϊού.

Αρχές Μαΐου, το κλειδί ξεκλείδωνε και πάλι την πόρτα. Και παρά το μεγάλο διάλειμμα από την ενεργό δράση, ο κόσμος αγκάλιασε ξανά το ιστορικό μαγαζί.

«Με το άνοιγμα της επιχείρησης είχαμε πολλά τηλέφωνα. Ο κόσμος επέστρεψε. Τα τραπέζια ήταν γεμάτα και τα ρεζερβέ πολλά. Από τα πιο συγκινητικά που μας είπαν, κι έμεινε σλόγκαν στο μαγαζί, τα λόγια κυρίας. Ηταν όνειρο ζωής για μένα, να τελειώσει η καραντίνα και να έρθω στην Αύρα», περιγράφει το νέο ξεκίνημα μετά το lockdown ο Νίκος Νικοβιώτης.

«Μας αγαπούν κι έρχονται», θυμάται τα λόγια του παππού του, Χρήστου για την «Αύρα», που δεν είναι μόνο ένα μαγαζί. Είναι οι άνθρωποί του.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου