ΤΟΠΙΚΑ

Στην «παράγκα του Βαγγέλη», ο χρόνος σταμάτησε στην παράδοση

στην-παράγκα-του-βαγγέλη-ο-χρόνος-στ-641351

Αφθονη ρετσίνα και κοκκινέλι ρέει από το πρωί συντροφεύοντας τις συζητήσεις της παρέας σε κρασοπουλειό όπως παλιά

Σε αυτό το κρασοπουλειό ο χρόνος έχει σταματήσει και η αυθεντικότητα είναι το στοιχείο που το χαρακτηρίζει… Εδώ δεν θα βρει κανείς υπηρεσίες που «απαντούν» στην εστιατορική τέχνη και τους κανόνες γαστρονομίας- οινολογίας. Εδώ μιλά η παράδοση στην αυθεντική της μορφή. Και το κρασί που ρέει άφθονο είναι το στοιχείο που φέρνει κοντά τους ανθρώπους, τους κάνει μία παρέα για να μοιραστούν τη χαρά τους ή να σβήσουν τη λύπη τους. Αλλωστε όπως λένε… «οίνος ευφραίνει καρδίαν» και ειδικά όταν υπάρχει καλή παρεούλα όλα μοιάζουν καλύτερα…

Ρεπορτάζ: ΕΛΕΝΗ ΧΑΝΟΥ

«Η παράγκα του Βαγγέλη» στη συνοικία της Χιλιαδούς κουβαλά ιστορία 38 χρόνων και η παράδοση περνά από γενιά σε γενιά. Το καπηλειό άνοιξε την πόρτα του το 1981 από τον Βαγγέλη Ξυράφη που είχε βάλει 5-10 βαρελάκια για αρχή και πουλούσε κρασί, ρετσίνα, κοκκινέλι, ροζέ, πριν περάσει στα χέρια του γαμπρού του, Κώστα Πιλάτου, που συνεχίζει έως σήμερα την παραδοσιακή λειτουργία του.

Τότε ο κόσμος συνήθιζε να πηγαίνει και να παίρνει κρασί για να συνοδεύσει το φαγητό στο οικογενειακό τραπέζι, να κεράσει στις γιορτές στο σπίτι, να πιει το βραδάκι στην αυλή του σπιτιού του ή στη βεράντα με φιλικά του πρόσωπα. «Το κρασί θέλει παρέα», λένε οι παλιοί και σίγουρα κάτι ξέρουν.

Σιγά- σιγά το καπηλειό άρχισε να προσθέτει και νέα βαρέλια, καθώς η ζήτηση αυξανόταν. Το μυστικό του καλού κρασιού που βρίσκει κανείς στην «Παράγκα του Βαγγέλη» μεταδόθηκε από στόμα σε στόμα και ολοένα και περισσότεροι εμπιστεύονταν το συγκεκριμένο κρασάδικο για να αγοράσουν το κρασί της αρεσκείας τους και να το απολαύσουν με την οικογένεια ή την παρέα τους.

Το κρασί θέλει παρέα…

Η «παράγκα» όμως με τον χρόνο άρχισε να παίρνει και νέα χαρακτηριστικά. Οι γνώστες του καλού κρασιού άρχισαν να πιάνουν κουβέντα με τον κυρ Βαγγέλη και τις συζητήσεις τους για την καθημερινότητα, την πολιτική, ένα πρόβλημα στη γειτονιά, συνόδευαν με ένα ποτηράκι κρασί.

Κάπως έτσι άρχισαν να μπαίνουν λίγα τραπεζάκια, λίγες καρεκλίτσες, ε, να μην τα λένε στο όρθιο, και σιγά –σιγά το καπηλειό έγινε στέκι, αλλά δεν έχασε τον χαρακτήρα του.

Όπως τότε έτσι και σήμερα, οπότε και τα ηνία της «παράγκας» έχει αναλάβει ο Κώστας Πιλάτος, γαμπρός του Βαγγέλη Ξυράφη, οι πελάτες δεν θα περιοριστούν στο να μπουν να πάρουν ένα μπουκάλι κρασί και να φύγουν. Θα βάλουν κι ένα ποτηράκι να πιουν επί τόπου, να μιλήσουν. Και η παρέα μεγαλώνει όσο σε αυτή προστίθενται και νέα άτομα.

Ποτηράκι, πιρουνάκι, μεζεδάκι από το σπίτι

Αυτό όμως δεν αλλοίωσε την παράδοση της «Παράγκας». Ένα χειρόγραφο σημείωμα στην εξωτερική πόρτα του καπηλειού, υπενθυμίζει ότι για την αγορά του κρασιού οι πελάτες θα πρέπει να φέρνουν μαζί τους δικά τους μπουκάλια.

Και δεν είναι το μόνο που πρέπει να έχουν μαζί τους… Αν θελήσουν να καθίσουν στο μαγαζί θα πρέπει να φροντίσουν και για τα υπόλοιπα: ένα ποτηράκι, ένα μεζεδάκι που θα φέρουν από το σπίτια για να συνοδεύσουν την οινοποσία και φυσικά πιρούνια.

Η «παράγκα» δεν διαθέτει εξοπλισμό… εστιατορίου. Ούτε ανάβει… κουζίνα. Μόνο λίγο ψωμάκι μπορεί να βάλει πάνω στην αναμμένη τον χειμώνα σόμπα για να ξεροψηθεί. Και λειτουργεί όπως παλιά. Ο καθένας φέρνει το μεζεδάκι του και το βάζει «στη σέντρα» και όλοι μαζί στην παρέα τρώνε και απολαμβάνουν καλό κρασί. Αν κάποιος ξεχάσει το πιρούνι του, είναι απλό: θα φάει με τα χέρια.

«Δεν είμαστε ταβέρνα εδώ. Μια εφημερίδα πετάω στο τραπέζι», λέει ο κ. Κώστας Πιλάτος για το πρωτότυπο τραπεζομάντηλο που συνήθως είναι ένα παλιό φύλλο του ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΥ που έχει διαβαστεί και αποκτά και νέα χρήση όταν περνά η μέρα του.

Ενίοτε και μουσική

Σήμερα ο κ. Κώστας Πιλάτος συνεχίζει την παράδοση που βρήκε από τον πεθερό του. «Το μαγαζί το είχε γραμμένο στη γυναίκα μου, τη Σταυρούλα. Εγώ ήμουν οικοδόμος και συνταξιοδοτήθηκα το 2000. Αποφασίσαμε να μην το αφήσουμε. Και το δουλεύουμε συνεχίζοντας την παράδοση», λέει ο κ. Πιλάτος.

Ο ίδιος περιγράφει όμορφες παρεΐστικες στιγμές στην «Παράγκα». «Καθόμαστε από το πρωί. Ένα ποτηράκι κρασί, ένα ψαράκι, κουβέντα και καλή καρδιά», λέει για την καθημερινότητα στο κρασοπουλειό που ενίοτε αποκτά και μουσική. «Πολλές φορές μπορεί να παρασυρθούμε από την κουβέντα και την παρέα. Κι αν κανείς ξέρει να παίζει μπουζουκάκι ή κιθάρα τότε το γλέντι ανάβει», λέει ο κ. Κώστας Πιλάτος.

Μόνο του παράπονο, αν θα καταφέρει να διατηρηθεί η παράδοση της αυθόρμητης συνεστίασης σε ένα καπηλειό: «Σε εμάς έρχονται συνταξιούχοι. Οι νέοι που έρχονται να πάρουν κρασί το κάνουν επειδή τους στέλνει ο πατέρας ή ο παππούς που λόγω ηλικίας δεν μπορεί να έρθει πλέον».

Ο ύμνος της ρετσίνας

Θαμώνας με ποιητικές ανησυχίες χάρισε στην «Παράγκα» τον δικό της «ύμνο» για τη ρετσίνα. Φαίνεται ότι η γεύση της ρετσίνας που έπινε τον συνεπήρε και εξέφρασε την ευχαρίστησή του με λίγους στίχους που επί χρόνια έχουν περίοπτη θέση στο μαγαζί:

«Σε γνωρίζω από το χρώμ

Κι από την μυρωδιά

Σαν σε βάλω εις το στόμα

Ω, ρετσίνα μου ξανθιά.

Στο βαρέκι κατοικούσες

Εκεί μέσα στην σκλαβιά

Κι ένα χέρι καρτερούσες

Να σου δώσει λευτεριά

Από το σταφύλι είσαι βγαλμένη

Του Αυγούστου τον καρπό

Γι’ αυτό είσαι αγαπημένη

Κι εγώ για’ αυτό σε προτιμώ

Εσύ με έχεις κατακτήσει

Ω, ρετσίνα μου ξανθιά

Κι όσοι σε έχουνε μισήσει

Σ’ αγαπούνε στα κρυφά.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου