Χρήστος Μπουκώρος: Η ανάγκη ενός νέου πατριωτισμού

χρήστος-μπουκώρος-η-ανάγκη-ενός-νέου-π-305297

Ας γκρεμίσουμε τα στερεότυπα, που μας συνόδευσαν και μας σημάδεψαν

Είναι διάχυτο πλέον ότι η Ελλάδα εισέρχεται σε μια νέα φάση. Η οδυνηρή εποχή του μνημονίου κλείνει τον κύκλο της, τουλάχιστον έτσι όπως τη βιώσαμε τα τέσσερα τελευταία χρόνια. Το αγωνιώδες ερώτημα αν ο νέος κύκλος θα είναι ενάρετος και αποδοτικός δεν μπορεί να απαντηθεί εκ των προτέρων.

Οι δεδομένες συνθήκες διαμορφώνουν σε ένα βαθμό το υφιστάμενο πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον, χωρίς ωστόσο να έχουν παγιωθεί. Τα τελευταία γεγονότα κρύβουν μια δυναμική. Θα εξελιχθούν και θα γεννήσουν νέα γεγονότα. Θα προχωρήσουν τα πράγματα. Το ερώτημα είναι μέχρι πού θα φτάσουν.

Στη ζωή, λίγες είναι οι σταθερές και λιγότερες οι βεβαιότητες. Εκείνο, όμως, στο οποίο πολλοί συμφωνούν σήμερα είναι το λογικό συμπέρασμα ότι δεν μπορούμε να συνεχίσουμε ούτε με τον τρόπο που πορευτήκαμε στα χρόνια του μνημονίου και της κρίσης, ούτε με το βηματισμό της προ κρίσης εποχής. Χρειάζεται κάτι καινούργιο. Νέοι δρόμοι και νέα περπατησιά. Για τη χώρα ολόκληρη και για τον καθένα μας ξεχωριστά.

Είναι εξίσου αναγκαίο, εκτός από το γενικότερο θεωρητικό πλαίσιο της απαιτούμενης αλλαγής, να καταρριφθούν άμεσα ορισμένα στερεότυπα που συνόδευσαν και σημάδεψαν την Ελλάδα από τον τελευταίο μεγάλο πόλεμο μέχρι σήμερα. Θα είναι ευεργετικό να θάψουμε οριστικά τα κατάλοιπα του εμφυλίου πολέμου, που ακόμα και σήμερα ρίχνουν τη σκιά τους με τρόπο αυθαίρετο και αναχρονιστικό στη δημόσια ζωή της χώρας. Να σβήσουμε από τη συλλογική μνήμη την ορολογία και ορισμένες λογικές, ακόμη και σήμερα υπαρκτές, της επταετούς δικτατορίας και να διαγράψουμε τη συσσωρευμένη αποτυχία της 40ετούς μεταπολίτευσης που οδήγησε στη χρεοκοπία. Αυτά βεβαίως είναι τα εύκολα, διότι ως επί το πλείστον αποτελούν ιστορικά γεγονότα, τα οποία σε μεγάλο βαθμό έχουν κριθεί, παρά το γεγονός ότι οι επιρροές τους στη σύγχρονη ζωή είναι ακόμα ορατές.

Το δύσκολο θα είναι να αφήσουμε πίσω μας συνήθειες και πρακτικές, οι οποίες έχουν εισχωρήσει στα εγκεφαλικά κύτταρα του λαού τις τελευταίες δεκαετίες. Ο κλασσικός διαχωρισμός αριστεράς και δεξιάς είναι πλέον ξεπερασμένος και με τον υφιστάμενο τρόπο δεν μπορεί να προσφέρει τίποτα στην ανάλυση των σύγχρονων γεγονότων. Αλλο ο αριστερός της δεκαετίας του ‘70 και σαφώς άλλο ο δεξιός της δεκαετίας του ‘80 σε σχέση με τους σημερινούς διαχωρισμούς. Μπορεί ορισμένοι προσκολλημένοι ή απλώς κολλημένοι να διακηρύττουν ότι αυτοί οι χαρακτηρισμοί είναι σταθεροί και ακλόνητοι. Αυτό δεν ισχύει. Από την υπόσταση που διαθέτει το Κράτος και το ρόλο που του αναλογεί στη σύγχρονη εποχή διαφαίνεται ότι τα πράγματα έχουν αλλάξει. Κανείς αριστερός δεν υποστηρίζει σήμερα ότι όλα πρέπει να είναι κρατικά και τα πάντα να γίνονται από το Κράτος. Οπως και κανείς λογικός δεξιός δεν υποστηρίζει σήμερα ότι δεν πρέπει να υπάρχει τίποτα κρατικό και δημόσιο. Μπορεί να μην υπάρχει ταύτιση απόψεων, σίγουρα όμως υπάρχει σύγκλιση. Μέσα από τη νέα μορφοποίηση ταυτοποιούνται πλέον, με τρόπο πιο σύγχρονο και πιο ρεαλιστικό, οι έννοιες «αριστερά» και «δεξιά».

Κατά συνέπεια, είναι δεδομένο ότι σ’ αυτό το νέο κύκλο πρέπει να προσδιοριστεί ο ρόλος του Κράτους. Το Κράτος – επιχειρηματίας και το Κράτος – εργοδότης έχει τελειώσει. Με τρόπο οδυνηρό τελείωσε και το πληρώσαμε πολύ ακριβά.

Εφόσον το κράτος δεν μπορεί να κάνει τον επιχειρηματία, το ρόλο αυτό πρέπει να επιτελέσουν πραγματικοί επιχειρηματίες και πραγματικοί εργοδότες, προσηλωμένοι στην καινοτομία, την ανταγωνιστικότητα και την επιχειρηματικότητα και μακριά από τις συνήθειες της αποτυχημένης ελίτ των προκατόχων τους, που κατέστησαν το επιχειρείν υπόθεση του κράτους, μέσω των επιδοτήσεων και των θαλασσοδανείων από τη μια πλευρά και των τεράστιων οφειλών προς τα ασφαλιστικά και τα κρατικά ταμεία από την άλλη. Οι αποτυχημένοι καπιταλιστές που απλά απομυζούσαν το κράτος, κάνοντας μπίζνες μαζί του, δεν έχουν θέση στους απαιτητικούς χρόνους που έρχονται μπροστά μας. Αυτοί που θα αναγεννήσουν το από αρχαιοτάτων χρόνων εμπορικό δαιμόνιο του Ελληνα είναι οι νέοι άνθρωποι και όχι οι επιχειρηματίες του σωλήνα.

Επιχειρήσεις και επιχειρηματίες χωρίς εργαζομένους δεν νοούνται. Σήμερα βεβαίως οι άνεργοι είναι περισσότεροι από τους εργαζομένους, αλλά αυτό αποτελεί ένα καταραμένο απότοκο της χρεοκοπίας και της διαχείρισης στην εποχή της πλαστής ευδαιμονίας. Δεν μπορεί να ισχύει για πάντα. Ετσι, οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα πρέπει να αντιληφθούν ότι είναι μάταιο να εργάζονται σε μη βιώσιμες επιχειρήσεις, οι οποίες απλά δανειοδοτούνται ή επιδοτούνται, διότι αργά ή γρήγορα θα χάσουν το έδαφος κάτω από τα πόδια τους μαζί με τις επιχειρήσεις, πράγμα το οποίο ζήσαμε έντονα την τελευταία τετραετία. Αλλά και οι εργαζόμενοι στο δημόσιο τομέα έχουν αντιληφθεί ότι ένα κράτος δεν μπορεί να αυξάνει τα χρέη του για να αυξάνει ταυτόχρονα τους υπαλλήλους που απασχολεί.

Επιπλέον, στην περιοχή του δημοσίου τομέα οι ανώτεροι λειτουργοί του, όπως δικαστικοί λειτουργοί, πανεπιστημιακοί, εκπαιδευτικοί, στρατιωτικοί, αστυνομικοί, εφοριακοί κ.λπ., αντιλαμβάνονται –και αν όχι σύντομα θα πρέπει να γίνει- ότι καμιά πετυχημένη δική τους καριέρα δεν έχει αξία αν παράλληλα δεν προχωράει μαζί τους σε δρόμους ανόδου το κράτος και ο ίδιος ο λαός. Θυμίζω απλά ότι στις αρχές της δεκαετίας του ’90 κατέφθαναν στίφη Αλβανών, που δήλωναν γιατροί, πανεπιστημιακοί, όπως και άλλες σπουδαίες ειδικότητες, αρκούμενοι να εργάζονται σε κάποια λάντζα ελληνικού εστιατορίου. Την τελευταία τετραετία οι Ελληνες πολίτες δεν ήταν μακριά από μια τέτοια κατάσταση, αφού προσοντούχοι νέοι μας αναγκάστηκαν να φύγουν στο εξωτερικό για τις χειρότερες δουλειές. Δεν έχει καμιά αξία η ατομική πρόοδος, αν ταυτόχρονα δεν προοδεύει και η κοινωνία. Εννοιες όπως η δικαιοσύνη, η αξιοκρατία, η αντικειμενικότητα, η αποδοτικότητα και κυρίως το ήθος είναι ανάγκη να επανέλθουν σε πρώτο πλάνο. Ιδιαίτερα στις δημόσιες λειτουργίες.

Δεν ωφελεί να αναφερθούμε σε συνήθειες και καταστάσεις οφθαλμοφανέστατα αντιπατριωτικές. Η κλοπή δημοσίου χρήματος, η φοροδιαφυγή που οδηγεί σε αδικαιολόγητο πλουτισμό, το λάδωμα, το φακελάκι, το βόλεμα, το βύσμα, η οικογενειοκρατία, οι κολλητοί, οι κουμπάροι, τα παιδιά του κομματικού σωλήνα, τα goldenboys του συστήματος, αν και σήμερα για τον πολίτη που τόσο δοκιμάστηκε δεν ταυτίζονται με τις απεχθέστερες των εννοιών, τίποτα δεν μπορούμε να περιμένουμε ότι θα αλλάξει.

Σε καθαρά πολιτικό επίπεδο, η ανάγκη της αναγέννησης και της ανανέωσης, η απόρριψη πολιτικών που απαιτούν την επόμενη των εκλογών να κατατίθεται αίτημα για νέες εκλογές, ο περιορισμός των θητειών στα κορυφαία αξιώματα, η κατάργηση της δυνατότητας ταυτόχρονης κατοχής των αξιωμάτων βουλευτή και υπουργού, η αναβάθμιση του Κοινοβουλίου με την είσοδο ανθρώπων που μπορούν να το υπηρετήσουν και όχι η στελέχωσή του με παπαγαλάκια και σταρλετίτσες που δεν θα προσλαμβάνονταν ούτε σε τηλεοπτική εκπομπή χαμηλού επιπέδου και εν τέλει μια κοινωνία και μια πολιτική ζωή των αποδεδειγμένα ικανών και όχι των μονίμως κολλητών, αποτελούν προϋποθέσεις για να πάμε λίγο μακρύτερα και λίγο ψηλότερα. Για να μην πνιγούμε, όπως κινδυνέψαμε εσχάτως, μέσα στα ανομήματα και στα αμαρτήματα που οι λίγοι διέπρατταν και οι πολλοί τα ανέχονταν.

Εύκολα μπορεί να διαγνωσθεί η βεβαιότητα ότι στα όσα προαναφέρθηκαν, στο σύνολό τους ή στα περισσότερο από αυτά, είναι δυνατό να βρουν κοινό τόπο γόνιμου προβληματισμού άνθρωποι διαφορετικών πολιτικών καταγωγών και διαφορετικών πολιτικών κατευθύνσεων. Είναι ανάγκη όλοι αυτοί να αποτελέσουν την κοινή συνισταμένη που θα γεννήσει τη δύναμη για την ώθηση των πραγμάτων. Βεβαίως απαιτείται και ο κατάλληλος αγωγός. Αυτό το τελευταίο, δυστυχώς ή ευτυχώς, είναι ευθύνη των δημοσίων προσώπων και των πολιτικών δυνάμεων, παλαιών και νεοφανών. Αν χάσουν την ευκαιρία, θα χαθούν και οι ίδιοι.

Πιστεύουμε ακράδαντα ότι οι προηγούμενες σκέψεις, αλλά και πολλές ακόμα που δεν συλλαμβάνονται από έναν άνθρωπο και κυρίως δεν είναι δυνατόν να αποτυπωθούν σε ένα και μόνο σημείωμα, μπορούν να αποτελέσουν τα κύρια συστατικά ενός νέου πατριωτισμού, που θα αποτελέσει το όχημα για το ταξίδι της Ελλάδος και του ελληνικού έθνους στους μελλοντικούς δυσκολοδιάβατους δρόμους.

Αν όλοι γίνουμε περισσότερο πατριώτες και λιγότερο πατριδοκάπηλοι, αν όλοι αντιληφθούμε ότι η υπηρέτηση του συλλογικού συμφέροντος εξυπηρετεί καλύτερα και στερεότερα το ατομικό μας συμφέρον, αν όλοι σκεφτούμε περισσότερο το μέλλον και λιγότερο το δύσκολο παρόν… Επειδή, όμως, με το «αν» ιστορία δεν γράφεται, ας το κάνουμε. Μπορούμε να το κάνουμε. Μπορούμε, διότι ούτε αυτός ο τόπος είναι τυχαίος, ούτε αυτός ο λαός. Αυτό το τελευταίο δεν το επισημαίνουμε με καμία εθνικιστική διάθεση. Εχει αποδειχθεί στο διάβα των αιώνων.

Η νέα εποχή, οι νέες ανάγκες και τα νέα δεδομένα αναπόφευκτα θα γεννήσουν το νέο πατριωτισμό, ο οποίος με τη σειρά του θα οδηγήσει σε μια νέα Ελλάδα.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου