ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟ

Μοτοσυκλετώντας… με το Ελληνικό Ινστιτούτο Μοτοσυκλέτας

μοτοσυκλετώντας-με-το-ελληνικό-ινστ-221931

Του Θωμά Κακαδιάρη, μοτοσυκλετιστή

Οσοι μας διαβάζουν, γνωρίζουν ήδη ότι η χώρα μας αποτελεί ιδιαίτερη περίπτωση στην ευρωπαϊκή μοτοσυκλετιστική πραγματικότητα. Για τους νέους αναγνώστες έχουμε να πούμε ότι η χώρα μας βρίσκεται στο κλαμπ των ευρωπαϊκών χωρών με μοτοσυκλετιστές άνω του εκατομμυρίου. Στο ίδιο κλαμπ με μας βρίσκονται η Γερμανία, η Αγγλία, η Πολωνία και φυσικά πρώτη και καλύτερη η Ιταλία. Τι μας κάνει, όμως, ακόμη πιο ιδιαίτερη περίπτωση; Είμαστε κατά πολύ μικρότεροι σε πληθυσμό, σε σχέση με όλες αυτές τις χώρες του κλαμπ και δεν είμαστε χώρα κατασκευής μοτοσυκλετών. Αυτό το γεγονός, δηλαδή η παρουσία μας στο κλαμπ θα πρέπει να αποτελεί λόγο προσεκτικής και μεθοδικής ενασχόλησης της Ελληνικής Πολιτείας με όλα τα θέματα ασφάλειας των μοτοσυκλετιστών. Καθημερινά, περισσότεροι από 2 εκατομμύρια Ελληνες πολίτες κινούνται στους ελληνικούς δρόμους πάνω σε δύο τροχούς. Γίνεται σχεδόν όλο τον χρόνο λόγω των ευνοϊκών κλιματικών συνθηκών της χώρας μας.

Δυστυχώς, η Ελληνική Πολιτεία ελάχιστα ασχολείται με τα προβλήματα αυτών των πολιτών και όταν το κάνει το ενδιαφέρον της περιορίζεται σε περισσότερα αστυνομικά μέτρα, δηλαδή αυστηροποίηση του Κ.Ο.Κ. και νέα υψηλότερα πρόστιμα.

Σοβαρά ζητήματα, όπως η βελτίωση του οδικού δικτύου και της εκπαίδευσης, σπάνια συγκεντρώνουν την προσοχή της Πολιτείας.

Στο σύστημα αξιών των Ελλήνων η εκπαίδευση βρίσκεται σε υψηλή θέση. Υπάρχει, όμως, ιδιαιτερότητα. Οταν ο Ελληνας μιλά για την αξία της εκπαίδευσης, αναφέρεται σχεδόν πάντα στην εκπαίδευση …κάποιου άλλου, σπανιότατα στη δική του.

Εχοντας υπόψη του αυτές τις ιδιαιτερότητες, ο οργανωμένος μοτοσυκλετισμός στη χώρα μας διαμόρφωσε και παρουσίασε ήδη από τη δεκαετία του ‘80 την πρότασή του για την εκπαίδευση του μοτοσυκλετιστή σε εποχή, που αυτή όχι μόνο δεν υπήρχε στη σκέψη της Πολιτείας, αλλά αντιμετωπιζόταν ακόμη και με περιφρόνηση από μερίδα των μοτοσυκλετιστών. Η προσπάθεια πήρε πιο οργανωμένη και εκτεταμένη μορφή τη δεκαετία του ‘90. Εδώ και 12 χρόνια η ΜΟΤ.Ο.Ε. ίδρυσε τον εκπαιδευτικό της φορέα, δηλαδή το Ελληνικό Ινστιτούτο Μοτοσυκλέτας «Μοτοθέσις», με στόχους την ενημέρωση και την εκπαίδευση πριν και μετά την απόκτηση της άδειας οδήγησης. Ο φορέας, βασισμένος στην πολυετή εμπειρία που έχει συσσωρευτεί από το 1985 και μετά, προσφέρει ενημέρωση στους νέους με το πρόγραμμα «Μοτοσυκλετώντας… χαίρομαι» στα Λύκεια της χώρας και με το πρόγραμμα προηγμένης οδήγησης σε όσους μοτοσυκλετιστές θέλουν να βελτιώσουν την ασφάλειά τους. Πληροφορίες για τα προγράμματα του Ινστιτούτου μπορεί να πάρει κάποιος κατευθείαν από τον Ινστιτούτο ή την ιστοσελίδα του.

Αξίζει, όμως, να δούμε τη γνώμη ειδικού για τον φορέα και τη λειτουργία του, αφού το Ινστιτούτο αποτελεί μοναδική περίπτωση αλληλοβοήθειας και υποστήριξης των μοτοσυκλετιστών με την εργασία εθελοντών και μη αμειβόμενη επαγγελματική συνέπεια. Ας δούμε τη γνώμη του Γεράσιμου Ρεπάσου, ψυχοθεραπευτή, ομαδικού αναλυτή, ειδικού στη διοίκηση και τον κοινωνικό σχεδιασμό, όπως διαμορφώθηκε κατά τη γνωριμία του με το Ινστιτούτο, τα μέλη και τη δράση του. Προφανώς, η γνωριμία του με το Ινστιτούτο τον έπεισε να ενταχθεί στους εθελοντές του, αφού ως μοτοσυκλετιστής ο ίδιος, μέλος της Μοτολέσχης της Ι. Πόλεως του Μεσολογγίου, παρακολούθησε τα εκπαιδευτικά προγράμματα καταλήγοντας να διαμορφώσει αυτή την άποψη για το Ινστιτούτο:

«Το Ελληνικό Ινστιτούτο Μοτοσυκλέτας «Μοτοθέσις» της ΜΟΤ.Ο.Ε. είναι εκπαιδευτικός οργανισμός, ο οποίος πληροί όλα τα χαρακτηριστικά εκπαιδευτικής κοινότητας, ιδιαίτερα δε αυτής του δημοκρατικού τύπου. Η επιστημονική αξιοπιστία του Ινστιτούτου βασίζεται σε συνεχή αναζήτηση, μελέτη και αξιοποίηση αφενός κάθε τεχνολογικής εξέλιξης σχετικά με τη μοτοσυκλέτα και το πεδίο κίνησής της, αφετέρου των κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών, που αφορούν στους μοτοσυκλετιστές.

Επειδή πρόκειται για οργανισμό, που έχει ως σκοπό την έρευνα, τον σχεδιασμό, την πραγματοποίηση και την αξιολόγηση παρεμβάσεων, προκύπτει η αναγκαιότητα να χρησιμοποιείται σαν βασικό εργαλείο από το Ινστιτούτο κατάλληλη μεθοδολογία, που θα αναδεικνύει την πραγματικότητα ως έχει, θα θέτει στόχους ρεαλιστικούς, θα υποδεικνύει τα μέσα για να επιτευχθούν δημιουργικά και θα αποδίδει ρεαλιστικές αξιολογήσεις σε κάθε φάση αποτίμησης των παρεμβάσεων.

Ολα τα προαναφερθέντα είναι, μάλιστα, αναγκαίο να πραγματοποιούνται με κυκλικό τρόπο. Η αξιολόγηση κάθε παρέμβασης, μέσω νέας ερευνητικής διαδικασίας, οδηγεί σε σχεδιασμό τροποποιημένων ή τελείως νέων δράσεων, στην πραγματοποίηση και αξιολόγησή τους και ούτω καθ᾽ εξής. Με την όλη εξελικτική διαδικασία προκύπτουν συνεχώς νέα εμπειρικά και στατιστικά δεδομένα, τα οποία μελετώνται και παράγουν γνώση, που εφαρμόζεται στις επόμενες φάσεις καθενός εγχειρήματος.

Το εξέχον, βεβαίως, χαρακτηριστικό της μεθοδολογίας οφείλει να είναι, και είναι, το εξής: Η εκπαιδευτική διαδικασία δεν προκύπτει από την εισβολή «πεφωτισμένων ειδικών» στο εκπαιδευτικό πεδίο και δεν αποτελεί επιβολή των απόψεών τους σε ανθρώπους, που δεν επιθυμούν να μάθουν. Αποτελεί μόνο μια πρόσκληση ελεύθερης συμμετοχής σε διαδικασία προσωπικής και ομαδικής βελτίωσης, που, βεβαίως, υπάρχουν και τηρούνται κανόνες, ώστε το εκπαιδευτικό πλαίσιο να είναι σταθερό και ασφαλές για όλους και η δημιουργική συνεισφορά κάθε συμμετέχοντος, εκπαιδευτή ή εκπαιδευόμενου να αξιοποιείται προς όφελος όλων. Ολοι οι ενδιαφερόμενοι, εκπαιδευτές και εκπαιδευόμενοι από κοινού ερευνούν, μελετούν, σχεδιάζουν, πραγματοποιούν και αξιολογούν, κατά το μέτρο των δυνατοτήτων τους. Η μεθοδολογία, δοκιμασμένη επί δεκαετίες με επιτυχία στο επιστημονικό πεδίο των κοινοτικών παρεμβάσεων, είναι η Συμμετοχική Ερευνα – Δράση (Patricipatory Action – Research). Εάν και εφόσον όσα προαναφέρθηκαν εφαρμόζονται, τίθενται οι βάσεις για να δημιουργηθεί εκπαιδευτική κοινότητα με τα χαρακτηριστικά των δημοκρατικών κοινοτήτων, την επιτρεπτικότητα (τη δυνατότητα να εκφράζεται κάποιος κατά τον προσωπικό του τρόπο), την αντιμετώπιση της πραγματικότητας ως έχει (την αποφυγή είτε εφησυχασμού, είτε τρομοκράτησης) τον κοινοτισμό (την προτροπή να συμμετέχουν όλο και περισσότεροι σε όλο και περισσότερα), τη δημοκρατικοποίηση (τη διαρκή προσπάθεια να λειτουργεί οριζόντια συναντίληψη, αντί ιεραρχική επιβολή αποφάσεων). Η μέριμνα για το μέγεθος του εκπαιδευτικού οργανισμού έχει ιδιαίτερη σημασία. Οταν υπερβαίνει συγκεκριμένα όρια ως προς το πλήθος των συμμετεχόντων, χρειάζεται πλέον να δημιουργούνται κατά τόπους λειτουργικές ενότητες, που θα διασυνδέονται οριζόντια μεταξύ τους σε δίκτυο συνεργασίας, αντί να υπάρχει ιεραρχικά διαρθρωμένη τεράστια δομή. Ολα αυτά ευδοκιμούν, όταν λειτουργούν σε κλίμα ανθρώπινο, στο οποίο απουσιάζει η ψυχρή τυπικότητα και επικρατεί η ανεπίσημη ατμόσφαιρα. Τότε, με κορυφαίο παράδειγμα τη γενική συνέλευση, κάθε εξέλιξη συντείνει, ώστε, χωρίς να καταργούνται η δομή του πλαισίου και η ιεραρχία των αρμοδιοτήτων, να επικρατεί σε κάθε διαδικασία η ισοτιμία στη συμμετοχή όλων των μελών του Ινστιτούτου, από τον πρόεδρο ώς το νεότερο μέλος. Αυτός είναι ο δρόμος, που, όταν ταξιδευτεί, καταλήγει στην ωριμότητα, την προσωπική και συλλογική».

Τα συμπεράσματα δικά σας…

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου