«Σκόρπια φύλλα…» του Χορευτού

σκόρπια-φύλλα-του-χορευτού-811931

ΑΠΟ ΤΙΣ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ Γ. ΔΡΟΣΙΝΗ

Η σχέση του ποιητή Γ. Δροσίνη με το Πήλιο είναι, νομίζω, αρκετά γνωστή από τις επαρκείς σχετικές αναφορές. Παντρεμένος με την όμορφη Ζαγοριανή αρχοντοπούλα Μαίρη Δημ. Κασσαβέτη από το 1891, περνούσε τα καλοκαίρια του, Ιούνιο έως Σεπτέμβριο, στο Χορευτό της Ζαγοράς, ανελλιπώς από το 1899 έως το 1911, σύμφωνα με τις έρευνες του Γιώργου Θωμά (1). Η απότομη και οριστική διακοπή οφείλεται στον χωρισμό του ποιητή από τη γυναίκα του, που τον εγκατέλειψε με τα τρία τους παιδιά, γεγονός που τον πίκρανε πολύ και έτσι γράφτηκε οδυνηρός επίλογος σε χαρούμενη και δημιουργική περίοδο του βίου του. Οι ευχάριστες και ανέμελες εποχές του Χορευτού, που κράτησαν για δεκατρία συναπτά καλοκαίρια, πέρασαν ανεπίστρεπτα, με τον Δροσίνη να αποφεύγει τις πολλές μνημονικές επιστροφές, βαθιά πληγωμένος από τον αδόκητο τρόπο που διαταράχτηκε ο οικογενειακός του βίος (2). Ισως να είναι ο λόγος, που ο Δροσίνης στις βιωματικές του καταθέσεις με γενικό τίτλο «Σκόρπια φύλλα της ζωής μου» (ΣΦΖ) (3) περιλαμβάνει μάλλον λιγοστές αναφορές από πολυετή και ιδιαίτερα ευχάριστη περίοδο της ζωής του, μιας και υπήρχε πληθώρα από χαρούμενες και αξεθώριαστες μνήμες. Σωστά επισημαίνει ο επιμελητής των ΣΦΖ Γιάννης Παπακώστας τις εκούσιες «παρασιωπήσεις» του ποιητή σχετικά με τη σύζυγο και γενικότερα την οικογένειά του (4), απότοκες βέβαια της στενοχώριας που ένιωσε.

***

Η εκτενέστερη αναφορά στα καλοκαίρια του Χορευτού απαντάται στον α’ τόμο των ΣΦΖ στο κείμενο «Κυνήγια και ψαρέματα» (σελ. 192 – 206). Ο Δροσίνης επιχειρεί αρκετά λεπτομερή καταγραφή των αλιευτικών και φυσιολατρικών δραστηριοτήτων του τόσο με τους ντόπιους, όσο και με τους επώνυμους φίλους του, που συχνά τον επισκέπτονταν, όπως ο μουσικός Γ. Νάζος και ο βοτανολόγος Σπ. Μηλιαράκης, ενώ σε άλλο σημείο, που θα δούμε πιο κάτω, γίνεται λόγος και για τη φιλοξενία του Γιάννη Ψυχάρη. Τα ψαρέματα σε όλη την ακτογραμμή του Β. Πηλίου, ώς τις περίφημες Σπηλιές της Παλιάς Μιτζέλας, εξελίσσονταν σε μοναδικές εμπειρίες απόλαυσης. Ας δούμε κάποια αποσπάσματα:

«Ψάρεμα χάρηκα στο Χορευτό του Πηλίου, με δική μου βάρκα, δικά μου δίχτυα, δικά μου παραγάδια και δικές μου πετονιές κι όλα τα σύνεργα της ψαρικής του χεριού φερμένα απ’ έξω. Εκεί είχα και θριαμβευτικές επιτυχίες, όπως μια μέρα, που έπιασα σε ένα κομμάτι δίχτυ είκοσι οργυιών τριάντα οκάδες μπαρμπούνια και το ξεψάρωσα στον καφενέ με τα βιολιά. Κι άλλη φορά, που σηκώσαμε στην πετονιά ένα ροφό δώδεκα οκάδων, τρομάρα του Νάζου αποκοιμισμένου στην πρύμνη της ψαρόβαρκας, όταν τον άκουσε να χτυπά την ουρά του στα φάρσα και ν’ ανατινάζεται…».

«…Ψαρέματα κάναμε στο Χορευτό και με άλλον φιλοξενούμενό μου το Σπύρο Μηλιαράκη. Εγώ ψάρευα με συρτές και καθητές ψάρια, κ’ εκείνος με δικό του σύνεργο αναζητούσε φύκια και θαλασσινά φυτά για το Βοτανικό Μουσείο του Πανεπιστημίου. Σε μια τέτοια ψαρική εκδρομή μας βρήκε τόσο ορμητικό κρέμασμα ανέμου, που πριν προφτάσωμε να κατεβάσωμε την τέντα της βάρκας, έσπασε το κοντάρι της και χτύπησε τόσο δυνατά το Μηλιαράκη στο κεφάλι, που ζαλίστηκε και ματώθηκαν τα μαλλιά του! Κι ώσπου να γυρίσωμε στο Χορευτό, το είχε τυλιγμένο με το μαντίλι του και το συχνόβρεχε με θαλασσινό νερό…».

«…Στο Χορευτό και σ’ όλη την πηλιορείτικη ακρογιαλιά, από τις Σπηλιές απάνω ώς τον Καλόγερο και τον Αη Γιάννη κάτω, γνώρισα αληθινά κι αγάπησα τη θάλασσα. Ξεκινώντας πριν βασιλέψη ο ήλιος, έρριχνα πρώτα τα δίχτυα, ύστερα τα παραγάδια και τελευταίες τις χοντρές πετονιές. Διάλεγα μια στρωτή αμμουδιά για ξενύχτι κ’ έσερνα τη βάρκα να πατήση στο ακρογιάλι. Σύντροφο είχα έναν ψαρά διχτυάρη, τεχνίτη και στο μπάλωμα των διχτυών. Κάποτε ήρχουνταν μαζί και δυο πρώιμα ξεπεταρούδια του γιαλού, να χαρούν το ψάρεμα, και να περάσουν τη νύχτα πλαγιασμένα στην απάνεμη ακρογιαλιά. Παίρναμε μαζί τα στρωσίδια, που χρειάζουνταν για τον ύπνο, κι ό,τι ήτον πιο εύκολο για βραδινό τραπέζι απάνω σε στεγνά φύκια και σε χλωροκομμένα σκίνα…».

«…Δυο μακρυά καμάκια των ψαράδων, με τα κοντάρια μπηγμένα στην άμμο, σταύρωναν απάνω τα σιδερένια δόντια τους για να κρεμαστή απ’ αυτά αλυσόδετη ή ψαράδικη κακκάβα. Τα κατάξερα αποκόμματα ξύλων, που είχαν ξεβράση τα χειμωνιάτικα κύματα σωρούς στην άμμο, άναβαν σαν κάρβουνα. Κ’ η κακκάβα δεν αργούσε να πάρη βράση με τα λογής λογής ψάρια, ακέρια ή κομματιασμένα. Αντι κουτάλια χρησίμευαν τα φλιτζάνια του καφέ για το αχνιστό ψαρόζουμο, που δεν μπορούσε να το φτάση στη νοστιμάδα η πιο ξακουστή μαγειρική τέχνη…».

«…Οι Σπηλιές δεν ήταν μακριά κ έπρεπε να φτάσωμε μπροστά τους την ώρα, που θα έβγαινε ο ήλιος και θα ξεφτερούγιζαν από τη μπούκα της μεγαλύτερης Σπηλιάς τα περιστέρια για βοσκή. Εκεί θα παραμόνευαν οι κυνηγοί από τις βάρκες και θα τα τουφέκιζαν στο φτερό, για να μαζέψουν τα σκοτωμένα από τη θάλασσα με την ψαράδικη απόχη. Υστερα θ’ αρχίζαμε το ψάρεμα μπροστά στις Σπηλιές για θεριωμένους Χάννους, και ύστερα στον δρόμο του γυρισμού ώς το Χορευτό, όσο θα μας άφηνε ο καιρός. Η μεγαλύτερη Σπηλιά, που με ήσυχη θάλασσα χωρούσε να περάση μέσα και να κάνη τον γύρο της η βάρκα, ήτον γεμάτη σταλαχτίτες κρεμασμένους από τα ύψη της, ανάμεσα σε πολυτρίχια, παράταιρη κι απρόβλεπτη βλάστηση στην ξέρα εκείνη των βράχων…».

***

Ενα ερώτημα, που προκύπτει σχετικά με τις καλοκαιρινές διακοπές του Δροσίνη στο Χορευτό, είναι και τούτο: Πώς ο ποιητής, αν και είχε παντρευτεί τη Ζαγοριανή καλλονή από το 1891, άρχισε να επισκέπτεται κάθε χρόνο τον χαρισάμενο γενέθλιο τόπο της συζύγου του, που τόσο τον μάγεψε, μόλις στα 1899; Από κάποιες καταγραφές του ποιητή προκύπτει πως είχε επισκεφθεί και νωρίτερα το Χορευτό, εκτός βέβαια από το 1897 μετά τον αποτυχημένο πόλεμο εκείνης της χρονιάς, την ήττα των Ελλήνων και την πρόσκαιρη τουρκική κατοχή ώς τον Μάιο του 1898. Σημειώνει σχετικά ο Δροσίνης: «Το καλοκαίρι εκείνο, (σ.σ. 1897) αποδιωγμένος από το τουρκοπατημένον Πήλιον, είχα καταφύγη στο δροσερό νησί των Σπετσών» (ΣΦΖ Β’ 178). Από τούτα τα λίγα τεκμαίρεται πως υπήρξαν και παλιότερες επισκέψεις, άγνωστο με πόση πυκνότητα.

Ακόμη ο Δροσίνης στον Β’ τόμο των ΣΦΖ στις σελ. 223 – 225 κάνει λόγο για την επίσκεψή του στον Βόλο το 1909 με την ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας, όντας ανώτερος υπάλληλος κι ο ίδιος, προκειμένου να παραστούν στα εγκαίνια του Αθανασάκειου Αρχαιολογικού Μουσείου.

***

Στον Γ’ τόμο των ΣΦΖ, στο κείμενο «Αντίκρυ στην Ακρόπολη» (σελ. 91 – 106), ο Δροσίνης αναφέρεται και στην επίσκεψη του Γιάννη Ψυχάρη στο Χορευτό σε κάποια στιγμή των καθιερωμένων θερινών του διακοπών. Με αφορμή τη λήψη επιστολής από τη Νοεμί Ερνέστου Ρενάν, πρώην συζύγου του Ψυχάρη, αναθυμάται: «Μου θύμιζε τις καλές μέρες που είχαμε περάσει μαζί στο Πήλιον – είχε έρθη με τον Ψυχάρη, τον άνδρα της τότε – σε μια περίοδο ευτυχισμένη της ζωής της, που δεν ήξερε ακόμα πόσες δυστυχίες την επρόσμεναν» (σελ. 104). Και λίγες αράδες πιο κάτω επανέρχεται: «Το γράμμα της εκείνο με έφερε στον νου τον ερχομό του Ψυχάρη και της τότε γυναίκας του στο Πήλιον και τη ζωή που επέρασα μαζί τους ένα μήνα εκεί…» (σελ. 104).

Στον Γ’ τόμο των ΣΦΖ επίσης, στο αφήγημα «Το σπίτι της Κηφισιάς» (σελ. 155 – 163), ο ποιητής επιστρέφει μνημονικά στους παραθαλάσσιους τόπους των διακοπών του με νοσταλγία, μιας και δεν τον ικανοποιεί πλήρως η εξοχική, αλλά «κυριλέ» Κηφισιά: «Υστερα από τις Γούβες και από το Χορευτό κάθε άλλη εξοχή μου φαινόταν σαν παρωδία και περισσότερο απ’ όλες η κοσμική Κηφισιά…» (σελ. 159).

Στο αφήγημα «Η Γαλήνη και τα Νέα Παλάτια» (σελ. 224 – 251), ο Δροσίνης κάνει λόγο για το παραθαλάσσιο εξοχικό του αδερφού του Στράτου, στη Σκάλα Ωρωπού, που το ονόμασαν «Γαλήνη» από την ομώνυμη ποιητική συλλογή, ώστε να θυμίζει άλλες αλησμόνητες εποχές, επιζητώντας αξιόπιστο υποκατάστατο των διακοπών στο Χορευτό. Στη σελ. 230 ο Δροσίνης σημειώνει αρχικά: «Ελαχταρούσα τη θάλασσα την παλιά μου αγάπη, που την είχα στερηθή από τον καιρό του Χορευτού και την ξαναβρήκα μόνον περαστικά δύο – τρία καλοκαίρια στης Σκύρου το φιλόξενο ψαρολίμανο. Ωραία η Κηφισιά για στεριανή εξοχή, της έλειπεν όμως η θάλασσα. Με τον Ωρωπό θα την εχαιρόμουν για δύο τρείς ημέρες κάθε μήνα…». Λίγες σειρές πιο κάτω ο ποιητής εκφράζει την απογοήτευσή του για τις δυνατότητες ψαρέματος, που υπήρχαν εκεί και τα διάφορα εμπόδια, που παρουσιάζονταν με την κίνηση των καϊκιών στο λιμάνι και τους περίεργους περιπατητές της παραλίας, αλλά κυρίως την εξαιρετικά περιορισμένη αλιευτική συγκομιδή από το μουράγιο. Ετσι εμφανίζεται πάλι η αναπόφευκτη σύγκριση με το Χορευτό και φουντώνουν οι νοσταλγικές μνήμες: «Και τις λαμπρές αγγλικές καθητές και συρτές, που μου απόμεναν από το Χορευτό δεν τις έβρεξα παρά για να ψαρέψω κωβιούς μουτζουρωμένους στην Καρβουνόσκαλα! Ούτε με τη συντροφιά των ψαράδων, που επιχείρησεν ο αδελφός μου να ρίξωμε δίχτυα και παραγάδια, ικανοποιήθηκα , συνηθισμένος από τις ψαριές του Χορευτού με βάρκα δική μου, που την κυβερνούσα όπως ήθελα…» (σελ. 230).

Τρίτη αναφορά, σύγκριση με το λατρεμένο παρελθόν, έχουμε και στην επόμενη σελίδα (231). Ο Ωρωπός και τα παρακείμενα Νέα Παλάτια ικανοποιούν κάπως τον ψαρά – ποιητή, που βρίσκει και κοινά σημεία με το Χορευτό και άλλες παραλίες: «Για μένα, σε όλα τα περιγιάλια που κοιμήθηκα από το Χορευτό του Πηλίου και τη Λιναριά της Σκύρου, ώς τη σκάλα του Ωρωπού ο ύπνος ήταν ελαφρός και ανονείρευτος και το ξύπνημα σαν ξαναγέννημα με το πρώτο φως της ανατολής…».

Ετούτες είναι οι αναφορές του Δροσίνη για το Χορευτό, που συναντούμε στους τρεις πρώτους τόμους των ΣΦΖ. Οπως είναι γνωστό, υπάρχουν και ανάλογες ημερολογιακές καταγραφές, όπως αυτή που μνημονεύει ο Κώστας Στούρνας στο «Σκολειό της θάλασσας» με ημερομηνία 15/6/1943. Επίσης πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι η ποιητική συλλογή «Γαλήνη» (1902) είναι εμπνευσμένη από το Πήλιο και το Χορευτό, όπως και το μυθιστόρημα «Ερση» (1922), ίσως το ωριμότερο έργο του συγγραφέα, στο οποίο τόπος και πρόσωπα ταυτίζονται πάλι με την παραλία του Χορευτού (5), χωρίς να λείπουν σε άλλα έργα επιμέρους αναφορές με την ίδια προέλευση έμπνευσης. Ο Γ. Δροσίνης, παρά το οδυνηρό φινάλε, αγάπησε πραγματικά και διά βίου αυτόν τον τόπο.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1) Οι έρευνες του δάσκαλου και συγγραφέα Γιώργου Θωμά (1930 – 2019) σχετικά με την παρουσία του Δροσίνη στο Χορευτό θεωρούνται ιδιαίτερα αξιόπιστες, καθώς κατά την οκταετή διδασκαλική του θητεία στη Ζαγορά (1958 – 1966) συνάντησε και συνομίλησε με πολλούς κατοίκους, που είχαν γνωρίσει και συναναστραφεί τον ποιητή. Τις περισσότερες και ασφαλέστερες πληροφορίες τις πήρε από τον Αποστόλη Μωρό, άνθρωπο του άμεσου περιβάλλοντος του Δροσίνη, όντας στη δούλεψη του Κασσαβέτη, και μόνιμου συμμέτοχου στα ψαρέματα και τις άλλες δραστηριότητές του.

2) Για τον χωρισμό του ζεύγους Δροσίνη θα κάνουμε λόγο σε επόμενο άρθρο μας.

3) Τα «Σκόρπια φύλλα της ζωής μου» (ΣΦΖ) κυκλοφόρησαν από τον «Σύλλογο προς διάδοσιν ωφελίμων βιβλίων» (ΣΩΒ), ισόβιος γραμματέας του οποίου ήταν ο Δροσίνης, σε φιλολογική επιμέλεια Γιάννη Παπακώστα σε τέσσερις τόμους: Α’ σε Β’ έκδοση 1985 (Α’ 1940), Β’ 1982, Γ’ 1983, Δ’ 1987. Μόνο ο πρώτος είχε εκδοθεί όσο ζούσε ο συγγραφέας.

4) Πρόλογος Α’ τόμου ΣΦΖ σελ. 12 – 13 και πρόλογος Γ’ τόμου σελ. 10.

5) Βλ. Χαράλαμπος Γ. Χαρίτος: Γ. Δροσίνης και Πήλιο – Σχέσεις σώματος και πνεύματος, Βόλος 2001, σελ. 18.

ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΚΑΡΤΑΠΑΝΗΣ

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου