Το τελευταίο χαρτί μίας απελπισμένης κυβέρνησης

το-τελευταίο-χαρτί-μίας-απελπισμένης-585582

Ο ιδιωτικός τομέας γονατίζει καθημερινά από τους εξοντωτικούς φόρους και την έλλειψη ρευστότητας, ωστόσο στο δημόσιο δίνονται κρυφές αυξήσεις και διατηρούνται προνόμια, που ούτε η ασφυκτική εποπτεία των δανειστών κατάφερε να καταργήσει

Η εξαγγελία της κυβέρνησης για χιλιάδες προσλήψεις στο δημόσιο θα μπορούσε να εκληφθεί και ως μία ύστατη προσπάθεια απελπισίας να αλλάξει τα δεδομένα στο πολιτικό σκηνικό της χώρας, ενόψει των εθνικών εκλογών. Αφού όλες οι προηγούμενες προσπάθειες να αναστραφεί το κλίμα που έχει διαμορφωθεί σε βάρος της έπεσαν στο κενό, θα παίξει και το τελευταίο της χαρτί, ποντάροντας αφενός στις προσδοκίες χιλιάδων ανέργων να βρουν δουλειά και αφετέρου στο αφήγημα που καλλιεργεί το Μέγαρο Μαξίμου για επάνοδο της ΝΔ και πιθανές απολύσεις στον δημόσιο τομέα, με δεδομένη και την προϋπηρεσία του Κυριάκου Μητσοτάκη στο υπουργείο Εσωτερικών.

Ο δημόσιος τομέας, που διαχρονικά αποτελεί το «αγαπημένο παιδί» των εκάστοτε κυβερνήσεων, για ψηφοθηρικούς κυρίως λόγους, παρέμεινε υπό την προστασία και της πρώτης αριστερής κυβέρνησης της χώρας, η οποία αντλεί ένα σημαντικό μέρος της εκλογικής της δύναμης από τις τάξεις των εργαζομένων του δημοσίου. Οι τελευταίοι ουδέποτε ένιωσαν τις συνέπειες των μνημονιακών δεινών στον βαθμό που τις ένιωσαν οι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα. Ακόμη και οι περικοπές που έγιναν στο μισθολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων ήταν πολύ μικρότερες από τις αντίστοιχες στον ιδιωτικό τομέα. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι όλα αυτά τα χρόνια, που οι μισθοί του ιδιωτικού τομέα κατρακύλησαν στα 300 και τα 400 ευρώ, οι αποδοχές στο δημόσιο παρέμειναν αυξημένες κατά 30%, σε σχέση με τις αντίστοιχες αποδοχές των ιδιωτικών υπαλλήλων.

Επίσης, κατά καιρούς ψηφίζονται τροπολογίες, που προβλέπουν τη χορήγηση «δώρων» σε συγκεκριμένες κατηγορίες δημοσίων υπαλλήλων, όπως έγινε πρόσφατα με τους υπαλλήλους του υπουργείου Οικονομικών, για τους οποίους η κυβέρνηση ψήφισε αυξήσεις, που στην ουσία ακυρώνουν το ενιαίο μισθολόγιο.

Ολα αυτά δημιουργούν ένα ανισομερές εργασιακό καθεστώς στη χώρα μας, με εργαζόμενους δύο ταχυτήτων. Από τη μία μεριά τα «αγαπημένα παιδιά» της κυβέρνησης και από την άλλη τα «αποπαίδια» του ιδιωτικού τομέα, που καλύπτουν μέσω της άγριας φορολογίας που τους έχει επιβληθεί το υπέρογκο κόστος λειτουργίας ενός αναποτελεσματικού, δυσκίνητου και αναχρονιστικού δημοσίου. Ο ιδιωτικός τομέας γονατίζει καθημερινά από τους εξοντωτικούς φόρους και την έλλειψη ρευστότητας, ωστόσο στο δημόσιο δίνονται κρυφές αυξήσεις και διατηρούνται προνόμια, που ούτε η ασφυκτική εποπτεία των δανειστών κατάφερε να καταργήσει.

Τώρα εξαγγέλλονται χιλιάδες νέες προσλήψεις δημοσίων υπαλλήλων, στην τελική ευθεία της ερχόμενης προεκλογικής περιόδου. Η κυβέρνηση, αγνοώντας τον κανόνα της μίας πρόσληψης για κάθε τρεις αποχωρήσεις λόγω συνταξιοδότησης στο δημόσιο, ετοιμάζεται να προσλάβει από πόρτες και παράθυρα χιλιάδες υπαλλήλους, χωρίς να διευκρινίζεται από πού θα εξασφαλιστούν οι πιστώσεις για τη μισθοδοσία τους. Βεβαίως, πολλές από αυτές τις προσλήψεις έχουν εξαγγελθεί πολλάκις από την παρούσα κυβέρνηση.

Στην Υγεία έχουν εξαγγελθεί τα τελευταία τέσσερα χρόνια πάνω από 20.000 προσλήψεις. Την ίδια στιγμή τα δημόσια Νοσοκομεία στενάζουν από την υποστελέχωση και οι εναπομείναντες γιατροί και νοσηλευτές βρίσκονται στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Στην Παιδεία οι εκάστοτε υπουργοί έχουν εξαγγείλει χιλιάδες προσλήψεις μόνιμων εκπαιδευτικών. Οι μόνες προσλήψεις που έγιναν όλα αυτά τα χρόνια ήταν αυτές των αναπληρωτών, που πληρώνονται από ευρωπαϊκούς πόρους.

Τώρα έρχονται λίγους μήνες πριν το στήσιμο της κάλπης να υποσχεθούν ξανά προσλήψεις, εφαρμόζοντας μία δοκιμασμένη παλαιοκομματική συνταγή, που δεν είναι τίποτα άλλο από μία άθλια απόπειρα συναλλαγής με χιλιάδες οικογένειες, οι οποίες παραμένουν σε καθεστώς ομηρίας για προφανείς λόγους. Σε ό,τι αφορά στη δημοσιονομική επιβάρυνση από τη συγκεκριμένη επιλογή, η κυβέρνηση έχει αποδείξει όλα αυτά τα χρόνια ότι μπροστά στο όποιο μικροπολιτικό όφελος τίποτα δεν έχει σημασία. Ούτε καν ο κίνδυνος οικονομικού εκτροχιασμού, εξαιτίας της απέλπιδας προσπάθειας των κυβερνώντων να διατηρηθούν στην εξουσία για λίγους μήνες ακόμη.

Εκτός και αν ο πραγματικός τους στόχος είναι να παραδώσουν την οικονομία σε κατάσταση διάλυσης και τη χώρα στα πρόθυρα μιας νέας περιπέτειας. Αυτό λέγεται «η τακτική της καμένης γης», με σκοπό ο επόμενος να παραλάβει χάος και να λυγίσει υπό το βάρος των αδιεξόδων, έτσι ώστε η επάνοδος στην εξουσία να γίνει πιο γρήγορη και πιο βέβαιη για τον προηγούμενο.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, στην τελική ευθεία για τις εκλογές, θα εξαντλήσει κάθε πιθανότητα επικράτησης και εφόσον αυτό είναι εξαιρετικά δύσκολο έως αδύνατο, θα επιχειρήσει να περιοριστεί η ήττα, ώστε να καταστεί όσο το δυνατόν πιο διαχειρίσιμη. Αλλωστε, οι υποθέσεις με το Μακεδονικό και με το δικαστικό πόρισμα για την τραγωδία στο Μάτι δεν αφήνουν πλέον πολλά περιθώρια αισιοδοξίας. Στη Βόρεια Ελλάδα τα κυβερνητικά στελέχη κυκλοφορούν μόνο με τη συνοδεία διμοιριών των ΜΑΤ και αναγκάζονται οι αστυνομικοί να κάνουν προληπτικές προσαγωγές πολιτών. Σε ό,τι αφορά στο πόρισμα για τα αίτια της εκατόμβης των νεκρών στο Μάτι, τα συμπεράσματα για τις ευθύνες της πολιτικής ηγεσίας και της ηγεσίας της Πυροσβεστικής, που διόρισε η κυβέρνηση, είναι πραγματικός καταπέλτης.

Αρα λοιπόν τι απομένει στην κυβερνητική φαρέτρα ενόψει των εκλογών; Υποσχέσεις για προσλήψεις, μήπως και καταφέρει τελικά ο ΣΥΡΙΖΑ να πάρει εκτός από την κυβέρνηση και την εξουσία (όπως έχει επισημάνει σε συνέντευξή της η σύντροφος του πρωθυπουργού). Μόνο που η κλεψύδρα του πολιτικού χρόνου για τον κ. Τσίπρα έχει σχεδόν αδειάσει και καμία υπόσχεση, είτε αυτή είναι κενή περιεχομένου, είτε όχι, δεν μπορεί να αλλάξει τη ροή των εξελίξεων.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου