ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Η φορολόγηση των αγροτών ~ Μύθοι και αλήθειες

η-φορολόγηση-των-αγροτών-μύθοι-και-αλή-403904

Γράφει ο βουλευτής Μαγνησίας της Νέας Δημοκρατίας, Χρήστος Μπουκώρος

Σε εποχές πολυδιάστατης κρίσης ο κοινωνικός αυτοματισμός βρίσκει εύφορο έδαφος. Αδίστακτοι τυχοδιώκτες και προφέσορες του λαϊκισμού εκμεταλλεύονται τη δικαιολογημένη -σε μεγάλο βαθμό- αγανάκτηση της κοινωνίας, προκειμένου να συκοφαντήσουν ολόκληρες κοινωνικές τάξεις, πρόσωπα και θεσμούς. Οι σύγχρονοι κήνσορες του δικαίου στην πλειοψηφία τους, κατά διαβολική σύμπτωση, προέρχονται από χώρους και κλάδους που χρεοκόπησαν και έχουν συμβάλει τα μέγιστα στην ηθική, αξιακή και οικονομική χρεοκοπία της Ελλάδας. Κουνούν το δάκτυλο με απύθμενο θράσος χωρίς ίχνος αυτοκριτικής. Προτιμούν την ισοπεδωτική και όχι τη γόνιμη κριτική, γιατί είναι ευκολότερη και υπακούει καλύτερα στις τακτικές Γκαίμπελς σύμφωνα με τις οποίες όσο μεγαλύτερο είναι το ψέμα τόσο πιο πιστευτό γίνεται, ιδιαίτερα σε περιόδους μειωμένης ομαλότητας και κανονικότητας.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα η περίπτωση της φορολόγησης των αγροτών που μας απασχόλησε τις τελευταίες ημέρες εξαιτίας των άστοχων, αν όχι ύποπτων, ακροβασιών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.

Είναι αλήθεια ότι τις τελευταίες δεκαετίες οι αγρότες απόλαυσαν ένα ήπιο καθεστώς φορολόγησης. Εξίσου αλήθεια όμως είναι ότι η Ελληνική γεωργία δεν πρόκοψε όσο θα μπορούσε το ίδιο χρονικό διάστημα. Την ώρα που όλες οι επαγγελματικές τάξεις φορολογούνται αγρίως δεν μπορεί οι παραγωγοί να απολαμβάνουν αδικαιολόγητες φοροαπαλλαγές. Απ’ όσο γνωρίζω δεν το επιθυμούν και οι ίδιοι. Ας μην ξεχνάμε ότι η προηγούμενη κυβέρνηση αύξησε τη φορολογία εισοδήματος των αγροτών στο 13%. Απόφαση που έγινε δεκτή από τον αγροτικό κόσμο.

Δεν ισχύει φυσικά το επιχείρημα των αγροτών ότι το «μαγαζί τους είναι ξεσκέπαστο», γιατί σε καθεστώς ελεύθερης αγοράς όλα τα μαγαζιά …ξεσκέπαστα είναι. Ο έμπορος μπορεί να αγοράσει εμπορεύματα τα οποία δεν θα πουληθούν και ο βιοτέχνης να κατασκευάσει προϊόντα τα οποία δεν θα βρουν πότε το δρόμο τους για τα ράφια.

Ολες οι κοινοτικές πηγές και εκπρόσωποι εταίρων και δανειστών, επιβεβαίωσαν τις τελευταίες μέρες ότι δεν περιλαμβάνονταν στα προαπαιτούμενα της επικείμενης συμφωνίας η φορολόγηση των αγροτών. Τότε γιατί τα έφερε η κυβέρνηση; Μήπως για να τα αποσύρει στο πλαίσιο ενός ακόμη επικοινωνιακού ελιγμού; Για να μετρήσει αντιδράσεις και να τα επαναφέρει αργότερα; Οπως και να ‘χει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ είναι η μόνη τα τελευταία 35 χρόνια της ευρωπαϊκής μας πορείας που με μια απλή τροπολογία στις 12 Μαΐου -κατά παράβαση των κοινοτικών προβλέψεων- νομοθέτησε για πρώτη φορά τη φορολόγηση των επιδοτήσεων.

Ας δούμε όμως κάποια από τα βασικότερα ζητήματα που ενδιαφέρουν αγρότες και αστούς και συζητήθηκαν αποσπασματικά και πρόχειρα τον τελευταίο καιρό.

Οι επιδοτήσεις: Σύμφωνα με τις κοινοτικές προβλέψεις δεν φορολογούνται, δεν παρακρατούνται και δεν κατάσχονται. Υπάρχουν όμως 5-6 ευρωπαϊκές χώρες που πράγματι έχουν νομοθετήσει τη φορολόγησή τους. Οι συντελεστές εκεί είναι 6-8-10 ή το πολύ 12% και μάλιστα μετά από ένα συγκεκριμένο ποσό επιδότησης. Σε καμία περίπτωση οι επιδοτήσεις δεν φορολογούνται με 26% από το πρώτο ευρώ όπως φέρεται να συμφώνησε με τους δανειστές η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.

Οι κοινοτικές αγροτικές ενισχύσεις είναι όμως πέρα από πιθανή φορολογική ύλη περισσότερο πολυσήμαντη έννοια. Αν ο αγρότης δεν πωλούσε το σιτάρι του στην εξευτελιστική τιμή των 20 λεπτών το κιλό, καλύπτοντας την απώλεια εισοδήματος με τα 50 ευρώ επιδότησης ανά στρέμμα, τότε και ο αστός δεν θα αγόραζε το πακέτο μακαρόνια 1 ευρώ, αλλά πιθανώς 2 ή και 3 ευρώ. Αν δεν υπήρχαν επιδοτήσεις τα χωράφια της Ευρώπης θα έμεναν ακαλλιέργητα, διότι για ποικίλους λόγους που έχουν να κάνουν με το εργατικό κόστος, το κόστος παραγωγής και το μέγεθος των εκτάσεων, τα προϊόντα από τα χωράφια της Ασίας, της Αφρικής, της Αμερικής και της Ρωσίας, θα εκτόπιζαν εντελώς τα ευρωπαϊκά αγροτικά προϊόντα από τις αγορές. Οι συνέπειες στην οικονομία και την απασχόληση θα ήταν κολοσσιαίες. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να αποκλειστούν από τις επιδοτήσεις οι αγρότες του Κολωνακίου. Οι ενισχύσεις να συνδεθούν με την παραγωγή και να αποσυνδεθούν από την κληρονομική ιδιοκτησία. Οι μη αγρότες – ιδιοκτήτες εκτάσεων ας βολευτούν με τις εισπράξεις ενοικίων.

Η φορολόγηση εισοδήματος: Η προηγούμενη κυβέρνηση θέσπισε το 13%. Με την υπάρχουσα κατάσταση οι επαγγελματίες και οι επιχειρηματίες αγρότες θα δουν για λόγους «κοινωνικής δικαιοσύνης» τους φορολογικούς συντελεστές να εξακοντίζονται στο 26%. Είναι όμως επιχειρηματίας ένας αγρότης με συνολικό ετήσιο αγροτικό εισόδημα 10 έως 12 χιλιάδες ευρώ; Φυσικά όχι! Ενας απλός εργαζόμενος είναι και μάλιστα κάτω από άσχημες εργασιακές συνθήκες. Ο,τι αφορολόγητο όριο προβλέπεται για τον εργάτη ή τον υπάλληλο είναι δίκαιο να προβλεφθεί και για τους μικροεισοδηματίες αγρότες.

Ο μειωμένος Φ.Π.Α στα καύσιμα: Μετά την αύξηση του συντελεστή Φ.Π.Α. στα αγροεφόδια, τα λιπάσματα και τις ζωοτροφές στο 23% η κατάργηση της φοροελάφρυνσης στο πετρέλαιο κίνησης θα εκτινάξει το κόστος παραγωγής. Το δίκαιο για μια χώρα ενεργειακά πανάκριβη θα ήταν ό,τι προβλέπεται για τη βιομηχανία, τη ναυτιλία, τη βιοτεχνία και τη μεταποίηση να παραμείνει και για τον αγροτικό τομέα.

Ο ΕΝΦΙΑ των αγροτών: Οι αγρότες για τα σπίτια τους και τα ακίνητά τους όπως όλοι οι Ελληνες πληρώνουν τον επαχθή ΕΝΦΙΑ. Γιατί όμως να πληρώνουν ΕΝΦΙΑ για το χωράφι; Πληρώνει η βιομηχανία, η βιοτεχνία, το ξενοδοχείο; Δεν είναι μονάδα παραγωγής το χωράφι;

Ο ΟΓΑ και οι συντάξεις: Είναι λογικό ότι την εποχή που η ρήτρα μηδενικού ελλείμματος είναι κυρίαρχη απόφαση για τα ασφαλιστικά ταμεία, ο κάθε κλάδος να βγάζει τα έξοδα των συντάξεών του. Πως θα φαινόταν άραγε στην αφεντιά μου αν από το ταμείο των συντακτών λάμβαναν σύνταξη ένας μανάβης, ένας μηχανικός, ένας έμπορος και ένας άπορος; Σίγουρα θα αντιδρούσα. Ακόμη και σήμερα που ζητείται ο τριπλασιασμός των ασφάλιστρων των αγροτών για τις πενιχρές συντάξεις που λαμβάνουν, περίπου 50 έως 100 χιλιάδες συνταξιούχοι άσχετοι με την αγροτική παραγωγή και χωρίς ένα ευρώ ασφαλιστικές εισφορές λαμβάνουν συντάξεις από το ταμείο των αγροτών ΟΓΑ. Ομογενείς, υπερήλικες άποροι, αναξιοπαθούντες κ.τ.λ. Ας αλλάξουν κωδικό όλες αυτές οι συντάξεις και στη συνέχεια ας υπολογιστούν οι αναγκαίες αυξήσεις των ασφαλίστρων των αγροτών. Πάντως όσο ο κρατικός προϋπολογισμός χρηματοδοτεί άλλα προνομιακά ασφαλιστικά ταμεία είναι φυσικό το ίδιο να διεκδικούν και οι αγρότες. Επίσης οι αγρότες για μία επιχείρηση πληρώνουν ασφάλιστρα για όλα τα μέλη της οικογένειάς τους, πράγμα που δεν συμβαίνει με άλλες επιχειρήσεις.

Εν κατακλείδι, αν όλοι συμφωνούμε ότι η ενίσχυση του πρωτογενούς τομέα και του τουρισμού είναι το αντίδοτο στην κρίση, οφείλουμε να προσεγγίζουμε αυτά τα θέματα με τη δέουσα προσοχή και την αναγκαία σοβαρότητα. Ας κλείσουμε τα αυτιά στις σειρήνες των εύκολων λύσεων και τους λάτρεις του λαϊκισμού και ας μην ξεχνάμε ότι η επιλογή των ακραίων λύσεων μας αναγκάζει να ζήσουμε ακραίες καταστάσεις.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου