ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Μια άλλη ασπίδα του Περσέα

μια-άλλη-ασπίδα-του-περσέα-440565

Του Κώστα Λιάπη

Γνωστοί, θαρρώ, στους φίλους της μυθολογίας οι άθλοι του ήρωα Περσέα. Γιος του Δία και της Δανάης τούτος ο ημίθεος διακρίθηκε για τα μυθικά κατορθώματά του, ανάμεσα στα οποία ξεχωρίζει η περιπέτειά του με την αποκρουστική γοργόνα Μέδουσα, που αντί για πλεξίδες μαλλιών είχε στο κεφάλι της φίδια και μαρμάρωνε όποιον την αντίκριζε κατάματα. Ξεκινημένος, σύμφωνα με τον σχετικό μύθο, από τη Σέριφο ο Περσέας, αναζητεί μ’ εντολή του βασιλιά του νησιού Πολυδεύκη στη βόρεια Ευρώπη τη Μέδουσα, για να της πάρει το κεφάλι και να το φέρει στον εντολέα του, ως γέρας για τον γάμο του με την μητέρα του Δανάη. Οδηγημένος κι εφοδιασμένος από τον Ερμή και την Αθηνά με τα κατάλληλα βοηθήματα, και κυρίως με μια περικεφαλαία που τον κάνει αθέατο και μια απαστράπτουσα ασπίδα, φτάνει στο μέρος όπου μένουν οι Γοργόνες κι εκεί βρίσκει τη Μέδουσα και καταφέρνει να της κόψει το κεφάλι. Αυτό δε το πετυχαίνει χωρίς ν’ αντικρίσει το τέρας, με κίνδυνο ν’ απολιθωθεί ο ίδιος, αλλά προτάσσοντας την ασπίδα του -ή, σε άλλη παραλλαγή του μύθου, έναν καθρέφτη που του έδωσε η θεά Αθηνά- όπου και άθελά της καθρεφτίζεται η Μέδουσα, με αποτέλεσμα να μαρμαρώσει η ίδια.

Ο μύθος αυτός, όπως και ο άλλος, με τον Περσέα και την Ανδρομέδα, ενέπνευσε πολλούς αρχαίους αλλά και νεότερους ανθρώπους των γραμμάτων και της τέχνης, να δημιουργήσουν αντίστοιχα έργα. Λογοτεχνικά δοκίμια κυρίως οι πρώτοι, ζωγραφικά ή γλυπτικά έργα οι δεύτεροι. Ο ίδιος μύθος όμως πέρασε και στις λαϊκές αφηγήσεις. Και μια τέτοια παραμυθιακή παραλλαγή από τη Ροδόπη, που δημοσιεύτηκε στο βιβλίο «Παραμύθια – Μύθια – Αλήθεια» της Ευδοκίας Ποιμενίδου – Χατζηδημητρίου, ενέπνευσε τον φίλο ομότιμο πανεπιστημιακό καθηγητή και από τους πολυγραφότερους Έλληνες συγγραφείς Βασίλη Αναγνωστόπουλο να ιδεί απ’ τη δική του δοκιμιακή σκοπιά και διάσταση τον αρχαίο αυτό μύθο. Γνωστή στους αναγνώστες του πλούσιου λογοτεχνικού έργου του πολυτάλαντου πνευματικού δημιουργού τούτη η δοκιμιακή αξιοσύνη του, όπως απλώνεται μέσα από αναρίθμητα πονήματά του, τα οποία, κατά κανόνα πρωτοδημοσιεύονται σαν άρθρα στον ημερήσιο ή περιοδικό τύπο και περνάνε αργότερα και στις σελίδες των βιβλίων του, και κυρίως στα διαρκώς και πιο εμπλουτισμένα «Μικρά – Εκπαιδευτικά, Γλωσσικά, Πολιτιστικά», έκδοση Εργαστηρίου Λόγου και Πολιτισμού, Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Βόλος 2014). Η εμπνευσμένη, όμως, μελέτη του από τούτο τον αρχαίο μύθο είχε τέτοιο πλάτος, πού εκδόθηκε κατ’ ευθείαν σε ιδιαίτερο και πρωτότυπο στην εμφάνιση τομίδιο, με τίτλο «Η ασπίδα του Περσέα» (Εκδόσεις ΗΒΗ, Βόλος 2017, σ. 86). Ένα μικρού σχήματος έντυπο, το εξώφυλλο του οποίου κοσμείται με τον πίνακα «Μέδουσα» του Καραβάτζιο, σε ημικυκλικό σχήμα, το οποίο ολοκληρώνεται σε κύκλο που θυμίζει ασπίδα, μ’ ένα, μικρό ημικυκλικό επίσης καθρέφτη, που κι αυτός βέβαια παραπέμπει στον αναφερόμενο μύθο.

Απ’ τον οποίο μύθο ο συγγραφέας κρατάει την αλληγορική διάστασή του, παραβάλλοντας με άψογη δοκιμιακή διαχείριση, και μέσα από μια εκτεταμένη και μαστορικά διαρθρωμένη σειρά στοχαστικών και φιλοσοφικών αναλύσεων και αναφορών, την ασπίδα του Περσέα και τον σωτήριο ρόλο της με τον αντίστοιχο προστατευτικό ρόλο της λογοτεχνίας, φωτίζοντας μια άλλη πραγματικότητα και προβληματίζοντας τον αναγνώστη.

«Η ασπίδα του Περσέα», γράφει ο ίδιος στον πρόλογό του, «είναι ένα ενιαίο δοκίμιο με σκέψεις για τη λογοτεχνία, τη λειτουργία της και την τεχνική, που περισσότερο προκαλεί παρά ερμηνεύει το λογοτεχνικό φαινόμενο, και το φύσει προστατευτικό της κέλυφος, Είναι αποτέλεσμα γραφής και επαναγραφής, διαρκείας κατά την τελευταία τριετία». Ο ίδιος, επισημαίνοντας το ακριβές σημείο της παραβολικής επαφής λογοτεχνίας και ασπίδας του Περσέα, μας δίνει λιτά και έμμεσα τη σχετική διάσταση του στόχου του: «Η λογοτεχνία δεν είναι μόνο μία δια βίου μαθητεία, γνώση και προετοιμασία αλλά και μία δια βίου προστασία κυρίως του ψυχοσωματικού μας κόσμου, μας προφυλάσσει δηλαδή από τα απίθανα και αιφνίδια της ζωής, είναι σαν την ασπίδα του Περσέα, που τον βοήθησε να δει, έμμεσα και όχι κατά πρόσωπο, το αποκρουστικό βλέμμα της Μέδουσας και ν’ αποφύγει το μαρμάρωμα». Και σαν διασταυρωμένη επικύρωση τούτης της παραβολικής διάστασης o Αναγνωστόπουλος θα μας παραπέμψει σε αντίστοιχες διατυπώσεις δυο γνωστών ξένων συγγραφέων. Του Σταντάλ, που παρομοιάζει τη λογοτεχνία μ’ ένα μεγάλο καθρέφτη, όπου καθρεφτίζεται η γύρω κοινωνική πραγματικότητα. Και του Jerome Brunet, που, όντας κοντύτερα στον αρχαίο μύθο, αποφαίνεται πως «τα λογοτεχνικά σχήματα λόγου είναι η καθρεφτίζουσα ασπίδα του Περσέα: μας σώζουν από τον απόλυτο τρόμο του πιθανού» Και πως ακόμα «κάθε εποχή επινοεί τη δική της ασπίδα του Περσέα για να μπορέσει να κοιτάξει το πιθανό χωρίς να μαρμαρώσει». Κι επειδή δεν είναι μόνο η εποχή, είναι και τα διαφορετικά αντανακλαστικά του κάθε αναγνώστη, το πρακτικό επιμύθιο του Αναγνωστόπουλου γι’ αυτό το ζήτημα είναι πως «η λογοτεχνία εξαρτάται από την αναγνωστική ασπίδα του καθενός».

Επειδή, όμως, το όλο ζήτημα έχει τα αλληγορικά παρακλάδια του, και συνδέεται μ’ ένα πλήθος ακόμα σχετικά με την όλη μελέτη στοιχεία, αλλά και συναρτάται με πολλές επί μέρους ερμηνείες και τεκμηριώσεις, ο συγγραφέας δεν θ’ αρκεστεί σε μια γενική θεώρηση της συγκεκριμένης παραβολής, αλλά θα παρουσιάσει και θ’ αναλύσει με θαυμαστή εμπειρική επάρκεια και μεθοδικότητα μια σειρά ενοτήτων, που σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με το γενικό θέμα του, και συνοδεύονται με σχετικά παραδείγματα αντλημένα κυρίως από την εθνική μας παράδοση (λαϊκές αφηγήσεις και ιστορίες, δημοτικό τραγούδι κ.λπ.) και όχι μόνο. Θεματικές ενότητες, με κοινά χαρακτηριστικά τις αλληγορικές διαστάσεις, όπως επισημαίνονται στα κεφάλαια ο καθρέφτης, οι πλαγιόδρομοι, τα σχήματα του λόγου, το ψεύδος, ο μεταφυσικός φόβος, τα αφηγηματικά και μαγικά τεχνάσματα, η σύγχρονη λογοτεχνία, η μελέτη θανάτου, οι προκαταλήψεις, η μεταμφίεση, η αμφισημία και ο δισσός λόγος, τα όνειρα, η φύση, ο χαμαιλέων και ο πόνος. Παράγοντες όλα τούτα πλάγιας και λοξής θέασης των γεγονότων της ζωής και συχνά αποπροσανατολιστικής ή παραπλανητικής αντιμετώπισης της πραγματικότητας, που «είναι σχεδόν κανόνας ζωής», θα μας πει και ο συγγραφέας. Μια αμφίσημη θέαση και παρουσίαση των όποιων βιοτικών συμβάντων, που «γίνεται για πολλούς λόγους, λ.χ. από ευγένεια, ανικανότητα, ατολμία, διπλωματία, υστεροβουλία».

Με την ίδια διαδικασία χρήσης του πλάγιου λόγου, η λογοτεχνία, σα να χρησιμοποιεί την ασπίδα του Περσέα, καταφέρνει να δώσει στους αναγνώστες της λυτρωτικές λύσεις σε περιπτώσεις δύσκολων ατραπών ή αδιεξόδων, που επιφυλάσσει η σκληρή πραγματικότητα της ζωής. Κι αυτό αναδεικνύεται μέσα από παραδειγματικές αναφορές του συγγραφέα, που λειτουργούν σαν πηγές τεκμηρίωσης του πολλαπλού ρόλου της λογοτεχνίας, επίλεκτο κομμάτι του οποίου είναι η προστασία του ψυχοπνευματικού κόσμου των αναγνωστών της. Κι αυτό θα το επισημάνει για μια ακόμα φορά «εν κατακλείδι» ο ίδιος:

«Δέσμιος ενός υποστασιακού φόβου ο άνθρωπος δεν έχει παρά τον Μύθο και το Λόγο ως κύρια όπλα και ασπίδα του. Εδώ βασίζεται η ιστορία και ο πολιτισμός του. Κι αυτόν τον κόσμο τον κάνει δικό της κατ’ εξοχήν η λογοτεχνία (ποίηση, πεζογραφία, θέατρο) και τον προσφέρει στον αναγνώστη ως προστατευτική ασπίδα του Περσέα, ή, αν θέλετε, ως καθρέφτη του Σαντάλ. Η λογοτεχνία βοηθάει στη διαχείριση του φόβου και του ψυχοπνευματικού κόσμου κι ανοίγει δρόμους προς το φως και την αυτογνωσία ολοζωής. Έτσι δημιουργεί για τον αναγνώστη ένα διπλό δίχτυ προστασίας αισθητικής και γνώσης και τον προετοιμάζει ν’ αντιμετωπίσει στη ζωή του κάθε ενδεχόμενο χωρίς να μαρμαρώσει! Κι αυτό είναι και η σημαντικότερη προσφορά της λογοτεχνίας σε κάθε αναγνώστη και σε κάθε κοινωνία».

Η θαυμαστή αυτή μελέτη του Β. Δ. Αναγνωστόπουλου ολοκληρώνεται με την προσθήκη στο τέλος και εφτά σχετικών με την όλη δοκιμιακή διαπραγμάτευση του θέματός του κειμένων του, τα έξι απ’ τα οποία αναδημοσιεύονται απ’ το αναφερόμενο και παραπάνω βιβλίο του «Μικρά, Εκπαιδευτικά, Γλωσσικά, Πολιτιστικά», ενώ στο 7ο («Η Λογοτεχνία ως μαθητεία ζωής»), περιέχεται, ως οριστική κατακλείδα, και το κεντρικό νόημα του όλου δοκιμίου, το οποίο, κατά κάποιο τρόπο, υποκαθιστά και τον επίλογό του.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου