ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Κουτσαβάκηδες

κουτσαβάκηδες-8593

Του Χρήστου Μηλίτση

Από μια μάρκα πούρων της Αβάνας που λέγεται τραμπούκος, πήραν το παρατσούκλι τους οι ψευτοπαλληκαράδες οι τραμπούκοι μπράβοι, ή τραμπούκοι κουτσαβάκηδες. Η ονομασία κουτσαβάκης προέρχεται από τις λέξεις στραβά και βαίνω, επειδή περπατούσαν κουτσά. Είναι η ίδια κατηγορία ανθρώπων που επιδιώκουν με τα ίδια μέσα ένα και τον αυτό σκοπό, γι’ αυτό το λόγο σκοπεύουν και στον ίδιο στόχο. Η διαφορά είναι ότι εμφανίστηκαν σε διαφορετικές χώρες. Οι τραμπούκοι έδρασαν στην Ιταλία, οι κουτσαβάκηδες στην Ελλάδα. Εμφανίστηκαν στο τέλος της Βασιλείας του Όθωνα και δρούσαν στη συνοικία του Ψειρή και ψοφούσαν για παρεξήγηση. Όπου φασαρία, όπου καυγάς, πρώτοι και καλύτεροι. Όχι μόνο έπαιρναν μέρος στο καυγά, αλλά και τον προκαλούσαν. Παρόντες σε κάθε προεκλογική κίνηση.

Οι κουτσαβάκηδες ήταν τα τσιράκια των κάθε είδους κομματαρχών, την εποχή εκείνη, που δεν μπορούσε κανείς τόσο εύκολα να μην τους υπολογίζει. Η προέλευση τους προέρχεται κατά γενική παραδοχή από τους παραγκωνισμένους πολεμιστές του 21. Άνεργοι κα πεινασμένοι, αγανακτισμένοι και ξυπόλυτοι, όπως τους αποκαλούσαν οι Ευρωπαίοι και περιφρονημένοι από τη νέα τάξη πραγμάτων που δημιουργήθηκε μεταπολεμικά, πικραμένοι από τη μη αναγνώριση απ’ τους πολιτικούς των μακροχρονίων αγώνων τους, άτακτοι και πολεμοχαρείς όπως ήταν οι πιο πολλοί από αυτούς, εύκολα βρήκαν το δρόμο του τραμπουκισμού. Μερικοί από αυτούς πολλοί λίγοι ευτυχώς, είχαν εξελιχθεί σε μισθωμένους δολοφόνους (μπράβους). Ο μπράβος είναι λέξη ιταλική που κατά παράφραση θα πει παλικαράς, γενναίος. πρωτοεμφανίστηκαν στην ιταλική κοινωνία γύρω στο μεσαίωνα.

Οι πλούσιοι ευπατρίδες φεουδάρχες τους προσλάμβαναν στην υπηρεσία τους. Έδειχναν μεγάλη αφοσίωση και υποταγή στα αφεντικά τους. Γίνονταν πειθήνια όργανα και έφταναν στο σημείο να χρηματίζονται για να δολοφονούν αντιπάλους. Για την υπακοή και τη τυφλή υποταγή πέρα απ’ το μισθό τους, τους έδιναν τακτικά πούρα κουβανέζικα, τα τραμπούκους, έτσι ονομάστηκαν τραμπούκοι. Όπως προαναφέραμε τραμπούκοι, μπράβοι, κουτσαβάκηδες είναι ένα και το αυτό. Το (εκλεκτό) αυτό κομμάτι της κοινωνίας, ντυνόταν για να ξεχωρίζει από τους άλλους διαφορετικά, κάπως ιδιότυπα. Φορούσαν τζογέ στενό παντελόνι με κοφτές τσέπες δεξιά και αριστερά, παπούτσια με ψηλό τακούνι και στενά στο μπροστινό μέρος. Ρεπούμπλικα με δύο βαθουλώματα στη κορυφή, περιτριγυρισμένη με φαρδιά μαύρη κορδέλα. Το σακάκι ήταν κοντό και το φορούσαν στο ένα μανίκι, ενώ στη μέση φορούσαν ένα φαρδύ ζωνάρι και άφηναν ξετυλιγμένη τη μια άκρη να σέρνεται στη γη, επίτηδες να την πατήσει κάποιος περαστικός απρόσεκτος για να προκαλέσουν σαματά (καυγά-φασαρία). Στο αριστερό χέρι κρατούσαν πάντοτε κομπολόι και στο δεξιό μαγκούρα.

Περπατούσαν λικνιστά, κουνιστά και φαίνονταν σα να κούτσαιναν. Ποτέ δεν τους έβλεπε κανείς να βγαίνουν έξω από το σπίτι τους χωρίς μαγκούρα, κομπολόι και Ρεμπούτσικα. Αυτή τη φορούσαν κάπως στραβά και άφηναν μια τούφα μαλλιά να προεξέχει και να σκεπάζει το μέτωπο. Η ομάδα αυτή των ανθρώπων σαν περιθωριακοί είχε αποκοπή απ’ το κορμό της Κοινωνίας μας και κάπως απομονωθεί. Η πολιτεία δεν μπορούσε να τους επιβληθεί και τους ανέχονταν κατ’ ανάγκη, γιατί τους προστάτευαν οι πολιτικοί. Έπρεπε να έρθουν στην εξουσία ο Μπαϊρακτάρης και περισσότερο ο Μανιαδάκης που τους κυνήγησε απηνώς και τους εξόντωσε οριστικά. Έτσι οι Κουτσαβάκηδες έμειναν είδωλα του παρελθόντος.

Οι κουτσαβακισμοί όμως και οι τραμπουκισμοί, υπάρχουν ακόμη και σήμερα και θα υπάρχουν ίσως για καιρό ακόμα. Καθημερνά βλέπουμε τι ατασθαλίες και τσακωμοί με τις δυνάμεις ασφαλείας γίνονται στα Εξάρχεια και όχι μόνο που καίνε κάδους απορριμμάτων και αυτοκίνητα και το κράτος δεν μπορεί η δεν θέλει να επιβληθεί.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου