ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Η αναβλητικότητα της κυβέρνησης κοστίζει στην ελληνική οικονομία

η-αναβλητικότητα-της-κυβέρνησης-κοστ-8643

Του Ευθύμιου Ζιγγιρίδη,

ΒEng MSc AMIEE MILT, Συμβούλου Στρατηγικών Επενδύσεων

H σημερινή κυβέρνηση (με μικρές διαφοροποιήσεις προσώπων) κλείνει γύρω στα 3,5 χρόνια διακυβέρνησης του τόπου. Αυτή η μικρή πορεία της έως τώρα στο τιμόνι της χώρας έχει δημιουργήσει έντονες πολιτικές αντιπαραθέσεις σε επίπεδο οικονομικό και ιδεολογικό. Οι ιδεολογικές διαφοροποιήσεις δεν είναι το αντικείμενο του παρόντος άρθρου, εξάλλου λίγο ενδιαφέρουν τον Ελληνα πολίτη, ο οποίος υποφέρει εδώ και μία οκταετία και δεν διαβλέπει φως στο μακρύ σκοτεινό τούνελ της Ελληνικής Οικονομίας.

Αυτήν την περίοδο έχει ξεσπάσει μία μάχη μεταξύ του ΔΝΤ και της Γερμανίας για το θέμα της ελληνικής οικονομίας και τη ρύθμιση του χρέους της Ελλάδος. Ταυτόχρονα μαύρα σύννεφα πληθαίνουν πάνω από την ελληνική οικονομία η οποία τα προηγούμενα 4 έτη δεν κατόρθωσε να αναπτυχθεί με τους ίδιους ρυθμούς που αναπτύχθηκαν άλλες χώρες της Ευρωζώνης όταν τα επιτόκια ήταν χαμηλά, όταν το πετρέλαιο ήταν φθηνό και όταν υπήρχε η ποσοτική χαλάρωση από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα η οποία τροφοδότησε με φθηνό χρήμα την Ευρώπη.

Η ευθύνη της καθυστέρησης της ρύθμισης του χρέους είναι καθαρά της κυβέρνησης, που δεν έκλεισε ταχύτερα τα προαπαιτούμενα, δημιουργήθηκε έτσι ένα κλίμα αναβολής της διαδικασίας για ελάφρυνση του χρέους. Παράλληλα, επανέρχεται στο προσκήνιο η προληπτική γραμμή στήριξης, την οποία η κυβέρνηση δεν δέχεται για επικοινωνιακούς λόγους επιμένοντας στην «καθαρή» έξοδο και αδιαφορώντας για τη ζημιά που μπορεί να προκληθεί από τη δανειοδότηση με επιτόκιο άνω του 4% και χωρίς να έχει λυθεί το ζήτημα του χρέους.

Η καθυστέρηση του 2015 και του 2016 οδήγησε στο 3ο αχρείαστο Μνημόνιο, στους κεφαλαιακούς περιορισμούς που υφίστανται ακόμη και σήμερα, στον οριζόντιο και αυτόματο «κόφτη», στο αιώνιο υπερταμείο αποκρατικοποιήσεων και σε 9 δισ. ευρώ νέα μέτρα λιτότητας, κυρίως με την αύξηση των άμεσων και έμμεσων φόρων.

Επιπλέον, η καθυστέρηση ολοκλήρωσης της προηγούμενης αξιολόγησης προσέθεσε νέα δημοσιονομικά μέτρα, όπως είναι η περικοπή του αφορολόγητου και των συντάξεων, για μετά τη λήξη του προγράμματος, δηλαδή για μετά το 2018.

Ανεβάζοντας το συνολικό λογαριασμό της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ στα 12,6 δισ. ευρώ μέτρα. Επίσης όμως, η καθυστέρηση προσέθεσε κόστος και στην πραγματική οικονομία.

– Ο εσωτερικός δανεισμός (repos), μέσω του «σκουπίσματος» των ταμειακών διαθεσίμων των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης, αυξάνεται συνεχώς, «στεγνώνοντας» την αγορά.

– Το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών μειώθηκε και η αγοραστική τους δύναμη συρρικνώθηκε, ακόμη και για βασικά είδη διατροφής, αποτέλεσμα της υπερφορολόγησης των δυο τελευταίων ετών.

– Η καταναλωτική εμπιστοσύνη υποχώρησε, στο χαμηλότερο σημείο από το Σεπτέμβριο του 2013, επιβαρύνοντας, ακόμη περισσότερο, το οικονομικό κλίμα.

– Οι επενδύσεις συρρικνώθηκαν και τα λουκέτα πολλαπλασιάστηκαν.

– Οι εκροές καταθέσεων από τις τράπεζες εντείνονται, παρά τους κεφαλαιακούς περιορισμούς, τα «κόκκινα δάνεια» αυξήθηκαν και το κόστος δανεισμού των τραπεζών διογκώθηκε.

Ας δούμε τι επιπτώσεις είχαν σε αριθμούς όλη αυτή η αναβλητικότητα και οι δήθεν διαπραγματεύσεις στην Ελληνική Οικονομία.

Το κλείσιμο των τραπεζών και τα capital controls, μόνο, κόστισαν περίπου 70 δισ. ευρώ μέχρι σήμερα. Συγκεκριμένα:

1ον. Απαξιώθηκαν οι προηγούμενες ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών και εξαϋλώθηκαν οι τραπεζικές μετοχές. Έχασε 25 δισ. ευρώ το Δημόσιο, άρα όλοι οι Έλληνες φορολογούμενοι, και άλλα 15 δισ. οι Έλληνες μικρομέτοχοι. Σύνολο περίπου 40 δισ. ευρώ. Ταυτόχρονα, χάθηκαν σοβαρές επενδύσεις, όπως για παράδειγμα της Εθνικής Τράπεζας στην Τουρκία (Finansbank).

2ον. Χάθηκαν 21 δισ. από το γεγονός ότι η οικονομία επέστρεψε και παραμένει στην ύφεση.

3ον. Οι μειώσεις στις εισπράξεις από τη ναυτιλία, (όπως επισημαίνει η Τράπεζα της Ελλάδας) υπολογίζονται στο ποσό των 3 δισ. ευρώ ή 1,7% του Α.Ε.Π. μόνο για το 2016 (το 2017 έχουμε αυξημένα έσοδα στα επίπεδα 2014).

4ον. Οι εξαγωγές (σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ.) μειώθηκαν, στο 10μηνο Ιούλιος 2015 – Απρίλιος 2016, κατά 1,714 δισ. ευρώ ή 7,6%, έναντι του αντίστοιχου διαστήματος του 2015 (το 2017 παρατηρήθηκε αύξηση εξαγωγών σε προ διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ επίπεδα).

5ον. Τα «λουκέτα» (σύμφωνα με τα στοιχεία του Γενικού Εμπορικού Μητρώου), από τον Ιανουάριο του 2012 έως τον Ιούλιο του 2017 οι επιχειρήσεις που έκλεισαν ήταν περισσότερες από αυτές που άνοιξαν. Έκλεισαν 273.007 και άνοιξαν 215.947 επιχειρήσεις.

Επιπλέον το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) έχασε 39 δισ. ευρώ σε κεφάλαιο και funding gap. Το ΤΧΣ επένδυσε το 2013 περίπου 25 δισ. σε κεφάλαιο και 14 δισ. σε funding gap για την κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού στα στοιχεία ενεργητικού από τη διάσπαση σε καλές και κακές τράπεζες. Με την ανακεφαλαιοποίηση του 2015 τα 39 δισ. μηδενίστηκαν οριστικά και αμετάκλητα. Τα 39 δισ. χάθηκαν αλλά τα 39 δισ. ο ελληνικός λαός θα τα πληρώσει γιατί αφορούν δάνεια του μνημονίου που έλαβε η Ελλάδα από τους μηχανισμούς στήριξης.

Οι καταθέσεις μειώθηκαν στα 124,8 δισ. ή μείωση 36 δισ. έως τις αρχές του 2017. Οι καταθέσεις ο κοινωνικός πλούτος της χώρας υπέστη δραματική μείωση. Οι καταθέσεις μειώθηκαν κατά 36 δισ. και αυτή η απώλεια καταθέσεων στους 24 μήνες διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ έως τις αρχές του 2017 προκάλεσε τεράστιο σοκ στο τραπεζικό σύστημα που οδήγησε στην ντροπιασμένη απόφαση των capital controls.

Οι έμμεσοι και άμεσοι φόροι φθάνουν τα 46,8 δισ. ευρώ ενώ για το 2017 το ΑΕΠ φθάνει στα 177 δισ. Τη διετία 2015 και 2016 του ΣΥΡΙΖΑ υπήρξε μια σωρευτική μείωση του ΑΕΠ 4%. Το εντυπωσιακό πάντως είναι ότι για το διάστημα 2015 με 2020 θα επιβληθούν 14 δισ. νέοι φόροι. Το ακόμη πιο εντυπωσιακό είναι ότι μεταξύ 2007 και 2017 η σύνθεση των εσόδων άμεσων και έμμεσων φόρων δεν έχει αλλάξει. Στα 51 δισ. το 2007 και στα 51 δισ. το 2017 όμως έχει αλλάξει δραματικά το μείγμα των φορολογικών εσόδων αλλά και ως ποσοστό του ΑΕΠ. Η μείωση του ΑΕΠ συνοδεύτηκε από αύξηση φόρων, οπότε η πραγματική καθαρή επίδραση στην κοινωνία ήταν πολύ μεγαλύτερη της ζημίας που υπέστη η κοινωνία.

Το σημείο στο οποίο βρισκόταν η ελληνική οικονομία το φθινόπωρο του 2014 είναι παρόμοιο με το σημείο στο οποίο βρίσκεται η ελληνική οικονομία σήμερα, κάτι που σημαίνει ότι χάθηκαν 3 χρόνια για να επανέλθουμε στο 2014. Τρία χρόνια και 6 μήνες περίπου μετά την εκλογή της αριστεράς στην διακυβέρνηση της χώρας, τα μνημόνια παρέμειναν μνημόνια και οι ιδεολόγοι αριστεροί παρέμειναν ιδεολόγοι αριστεροί (θεωρητικά τουλάχιστον). Αυτό που άλλαξε, είναι ο αριθμός των μνημονίων καθώς είμαστε πλέον και επισήμως στα τέσσερα! Οι Έλληνες στην ουσία ζητούν μία ικανή ηγεσία να μπορεί να οδηγήσει την χώρα με ασφάλεια και κοινή λογική σε λύσεις μακροχρόνιες, και οι οποίες θα φέρουν την πολυπόθητη πολιτική και οικονομική σταθερότητα στον τόπο μας.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου