ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Εθνικές εκλογές και απλή αναλογική

εθνικές-εκλογές-και-απλή-αναλογική-87759

Του Ευθύμιου Ζιγγιρίδη, BEng MSc AMIEE MILT,

Σύμβουλου Στρατηγικών Επενδύσεων, Μέλους Επιτροπής Διαβούλευσης Δήμου Αλμυρού

Κάνοντας μία ιστορική αναδρομή στα εκλογικά συστήματα που εφήρμοσε η χώρας μας τον περασμένο αιώνα και κυρίως μετά το 1926 (πρώτη φορά ουσιαστικά που αντικαταστάθηκε το σφαιρίδιο από το ισχύον μέχρι τις μέρες μας ψηφοδέλτιο), θα διαπιστωθεί ότι στην Ελλάδα έχουν χρησιμοποιηθεί παραλλαγές της απλής και ενισχυμένης αναλογικής σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις. Βέβαια όποτε οι αναμετρήσεις δεν αναδείκνυαν σταθερές κυβερνήσεις τότε είχαμε επαναλαμβανόμενες διεξαγωγές εκλογικών αναμετρήσεων, με αποτέλεσμα το τέλμα της οικονομικής ανάπτυξης του τόπου. Ασφαλώς κάποιος θα υποστηρίξει ότι οι κοινωνίες εξελίσσονται και κάτι που δεν ήταν εφικτό τότε μπορεί να είναι σήμερα. Πολύ Σωστά.

Ας ρίξουμε μια ματιά στα συστήματα των προηγμένων Δυτικών κρατών όπου εντασσόμαστε έως σήμερα και εμείς. Στην Αμερική, τη Βρετανία και τον Καναδά ισχύει ως γνωστόν ένα αμιγώς πλειοψηφικό σύστημα που ευνοεί τον δικομματισμό. Στις ΗΠΑ, το κόμμα που κερδίζει τις εκλογές σε κάθε πολιτεία παίρνει στη Βουλή όλες τις έδρες της πολιτείας (όπως και ο πρόεδρος τους εκλέκτορες), ενώ στη Βρετανία και στον Καναδά βουλευτές εκλέγονται όσοι με σχετική πλειοψηφία επικρατούν στις μονοεδρικές περιφέρειες στις οποίες είναι χωρισμένη η επικράτεια.

Στην Γαλλία το σύστημα είναι απολύτως πλειοψηφικό. Τα κόμματα κατεβάζουν την πρώτη Κυριακή από έναν υποψήφιο σε κάθε μονοεδρική περιφέρεια και στην επαναληπτική διαγωνίζονται μόνο όσοι έχουν άνω του 12,5% –συνήθως 2 ή 3 υποψήφιοι– προκειμένου να εκλεγούν στη Βουλή οι πρώτοι.

Το γερμανικό μοντέλο, πάλι, έχει την πρωτοτυπία οι ψηφοφόροι να μπορούν να ψηφίζουν άλλον βουλευτή στις μονοεδρικές περιφέρειες και διαφορετικό κόμμα στην επικράτεια (εκλέγονται βουλευτές και με λίστα). Και αυτό το σύστημα, ωστόσο, αν και είναι αναλογικότερο από τα προαναφερθέντα, έχει ως φράγμα το 5% για να μπει ένα κόμμα στη Βουλή, ευνοώντας έτσι τις μεγάλες παρατάξεις.

Τέλος, ακόμη και στην Ιταλία, που είχε ως πάγιο εκλογικό μοντέλο την απλή αναλογική, οι πολιτικοί της, διαπιστώνοντας ότι αυτή είχε ως συνέπεια ο μέσος χρόνος ζωής κάθε κυβέρνησης να είναι μόλις 10 μήνες, καθιέρωσαν τα τελευταία χρόνια ένα από τα πλέον πλειοψηφικά συστήματα.

Οι βόρειες χώρες όντως έχουν έναν αναλογικότερο τρόπο εκλογής. Υπάρχουν δύο σημαντικές διαφορές ωστόσο, η πρώτη έχει να κάνει με τα ποσοστά εκλογής κόμματος στην Βουλή τα οποία είναι υψηλότερα του 3% ( συνήθως είναι 5% και φθάνει έως το 7% στην Πολωνία) με συνέπεια να αποθαρρύνεται η καταστροφική πολυδιάσπαση της Βουλής.

Η δεύτερη διαφορά είναι ακόμη σημαντικότερη. Στις χώρες αυτές υπάρχει εδώ και δεκαετίες κουλτούρα κυβερνητικών συνεργασιών, δηλαδή η ανάγκη συναίνεσης είναι εμπεδωμένη και στους πολιτικούς και στους πολίτες. Άρα η σημερινή Κυβέρνηση και αυτές που θα την διαδεχτούν στο τιμόνι της χώρας θα πρέπει να καλλιεργήσουν μια τέτοιακουλτούρα προκειμένου οι πολίτες μετά από χρόνια να μπορέσουν να ψηφίσουν με διαφορετικά κριτήρια από αυτά με τα οποία ψηφίζουν σήμερα.Με λίγα λόγια όπου έχει παρατηρηθεί η εφαρμογή κάποιου είδους απλής αναλογικής υπάρχουν οι εξής προϋποθέσεις: (α) ο κρατικός μηχανισμός λειτουργεί ανεξάρτητα από την εκάστοτε κυβέρνηση και δεν παραπαίει σε περιόδους αδυναμίας συγκρότησης κυβερνητικής πλειοψηφίας, (β) τα πολιτικά κόμματα ως επί των πλείστον φέρονται ώριμα και δεν κρύβονται πίσω από τα χαρακώματα του λαϊκισμού και της μικροπολιτικής σκοπιμότητας.

Αυτό που προσπαθεί να κάνει η Κυβέρνηση φαίνεται να είναι αλλαγή του εκλογικού νόμου με σκοπό να παραμείνει στην εξουσία με τον έναν ή τον άλλον τρόπο.

Ας δούμε όμως τι μοιράζει δίκαια η απλή αναλογική. Ας κάνουμε μια υπόθεση ότι η απλή αναλογική μοιράζει βουλευτικές έδρες σε ευθεία αναλογία με τις ψήφους του κάθε κόμματος. Σκεφτόμαστε λοιπόν ότι η απλή αναλογική μοιράζει δίκαια την εξουσία. Αυτό είναι λάθος διότι στα κοινοβουλευτικά συστήματα η εξουσίαμοιράζεται άνισα. Η αντιπολίτευση δεν μετέχει στην εξουσία κατ΄ αναλογία με τις ψήφους της. Ενα κόμμα που εξασφαλίζει το 50% των εδρών συν μία, θα σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση. Η αντιπολίτευση έχει δυσανάλογα μικρότερη εξουσία, δεν έχει για παράδειγμα κανένα υπουργείο, αν και μπορεί να έχει 49% των εδρών. Η απλή αναλογική δεν αποκλείει το αποτέλεσμα αυτό.Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση κυβερνήσεων συνεργασίας όπως ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝΕΛ. Τα δύο κόμματα που συμμετέχουν στην κυβέρνηση μοιράζονται τα υπουργεία και τις κυβερνητικές ευθύνες. Ενα κόμμα του 5% μπορεί να βρίσκεται στην κυβέρνηση, ενώ ένα κόμμα του 30% στην αντιπολίτευση. Αρα η απλή αναλογική, ανεξάρτητα από το αν υπάρχει αυτοδύναμη κυβέρνηση ή κυβέρνηση συνασπισμού, ποτέ δεν μοιράζει την εξουσία ανάλογα με τις ψήφους των κομμάτων.

Επίσης η απλή αναλογική φαινομενικά μόνο μοιράζει δίκαιη κοινοβουλευτική εκπροσώπηση. Είναι γνωστό ότι οι βουλευτές έχουν επιρροή για μεταρρυθμίσεις ή αποφάσεις μόνο εάν μπορούν να επηρεάσουν την κυβέρνηση. Αυτοί συνήθως είναι οι βουλευτές της συμπολίτευσης ή οι βουλευτές που ανήκουν σε κόμματα συνεργασίας που κυβερνούν αφού ανα πάσα στιγμή μπορεί να ρίξουν την κυβέρνηση μη ψηφίζοντας ένα νομοσχέδιο. Παρά το γεγονός λοιπόν ότι κατά την απλή αναλογική κάθε κόμμα έχει τους βουλευτές που αναλογούν στις ψήφους του, το βάρος τους στη Βουλή δεν συνδέεται με τις ψήφους αυτές. Εχει σχέση με τις ισορροπίες του κυβερνητικού συνασπισμού.

Στο κοινοβουλευτικό μας σύστημα η Κυβέρνηση κυβερνά και η αντιπολίτευση ελέγχει και όλοι κρίνονται κάθε τέσσερα χρόνια για το έργο τους. Εφόσον καταφέρει κάποια κυβέρνηση να απαλλάξει το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής από κάποιες χρόνιες παθήσεις, που σχετίζονται με τις προσωπικές φιλοδοξίες και το μαύρο χρήμα που διαφθείρει μέρος του πολιτικού προσωπικού και όχι μόνο, είναι το σύστημα το οποίο μπορεί να προσφέρει σταθερές διακυβερνήσεις με αποτέλεσματην σταδιακή ανάπτυξη της χώρας σε όλα τα επίπεδα.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου