ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Ο Ποντικός της Υπαίθρου και ο Ποντικός της Πόλης

ο-ποντικός-της-υπαίθρου-και-ο-ποντικός-237465

Tου Θωμά Στραβέλη, συγγραφέα – πανεπιστημιακού

Ένας ποντικός, που ζούσε στα χωράφια, κάλεσε για φαγητό έναν άλλο, που έμενε στην πόλη, και του πρόσφερε τα προϊόντα της γης: σύκα, σταφύλια και άλλα οπωρικά. Ο άλλος τον θεώρησε πολύ φτωχό, και τον κάλεσε, με τη σειρά του, να έρθει, την επόμενη μέρα, στην πόλη. Τον έμπασε, λοιπόν, στο κελάρι κάποιου πλούσιου και του έδωσε να φάει, μέχρι σκασμού, κάθε είδους κρέατα, ψάρια, ακόμα και γλυκίσματα. Εκεί, όμως, που έτρωγαν, μπήκε ξαφνικά η κελάρισσα, σπέρνοντάς τους τον τρόμο. Έτσι, οι δύο ποντικοί, κατατρομαγμένοι, το ’βαλαν στα πόδια. Τότε, ο ποντικός της υπαίθρου είπε στον άλλο ποντικό: «Εσύ, κάτσε και απολάμβανε όλα αυτά τα φαγητά και τα εδέσματα. Εγώ, προτιμώ την τροφή, που βρίσκω, άφοβα και ελεύθερα, στη φύση».

Ο άπληστος τούτος ποντικός μού θυμίζει, από την «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή, τη ρήση ότι «τα σφάλματα κάνουν να κινδυνεύει η σωτηρία των πολιτών», δεν θέλω, εδώ, να πω και των ποντικών. Αλλά, τόσο η ζωή, όσο κι ο θάνατος ανήκουν στη φύση. Και η ζωή ανήκει σε όσα συμφέρουν τους ανθρώπους, ενώ ο θάνατος σ’ αυτά, που δεν τους συμφέρουν. Απ’ όσα τους συμφέρουν, δηλαδή αυτά που είναι θεσπισμένα από τους νόμους, είναι δεσμά της φύσης, ενώ τα φυσικά είναι πάντα ελεύθερα.

Αυτό, λοιπόν, που αξίζει τα πάντα είναι το όνομα της ελευθερίας, αγαπητέ μου φίλε ποντικέ, που σου αρέσει ν’ απολαμβάνεις πλούσια φαγητά στο κελάρι. Και λίγα αν έχει κάποιος, ας θεωρεί πως έχει πολλά!

Αλλά ο μύθος τούτος μου θυμίζει, τόσο επίκαιρα, και τον Ζήνωνα, που, διαβάζοντας τους στίχους τού Σοφοκλή, που λέγανε: «Όποιος με τύραννο έχει συναλλαγές, εκείνου δούλος είναι, κι ας πήγε όντας ελεύθερος», στίχους που τους διόρθωσε, δηλαδή τους μετέγραψε σε «… δούλος δεν είναι, αν πήγε όντας ελεύθερος», δηλώνοντας, έτσι, με τη λέξη «ελεύθερος», τον άφοβο, τον μεγαλόφρονα και τον αταπείνωτο. Όχι τον κακό ελεύθερο ή τον καλό δούλο, όπως ισχύει, σήμερα.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου