ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Οι οκτώ «πληγές» του νόμου Κατρούγκαλου

οι-οκτώ-πληγές-του-νόμου-κατρούγκαλ-557070

Του Σάκη Κοκκίνη, Δικηγόρου Βόλου, Υπ. Διδάκτορα Διοικητικού Δικαίου Νομικής Θράκης

Oκτώ μεγάλα προβλήματα καταγράφονται ήδη από την εφαρμογή του Νόμου Κατρούγκαλου καθώς έχουν επέλθει αλλαγές στην ασφάλιση, στις διπλές συντάξεις, στις εισφορές για τους παλαιούς κι νέους ασφαλισμένους και πως γίνεται η αφαίμαξη στην τσέπη μας.

Βάση των αλλαγών αυτών καταργήθηκε η ασφάλιση της ιδιότητας (του μηχανικού, γιατρού, εμπόρου ή ταξιτζή κ.λπ.) και επεκτάθηκαν τα ασφάλιστρα στο σύνολο των εισοδημάτων. (Ή, περίπου στο σύνολο των εισοδημάτων καθώς το πλαφόν επιβολής αυτών πήγε στα δυσθεώρητα ύψη των 70.000 ευρώ το χρόνο.) Επιπλέον, καταργήθηκε η απαλλαγή ασφαλίστρων (για όσους εισήλθαν στην αγορά εργασίας μετά το 1992) από τη δεύτερη ενασχόληση, με αποτέλεσμα φόροι και ασφάλιστρα να ξεπερνούν ακόμη και το 75% του ετήσιου εισοδήματος των (επιστημόνων) ελευθέρων επαγγελματιών αλλά και των εμπόρων. Κυρίως όμως όσων έχουν (και) «μπλοκάκι».

Αναφορικά με την λειτουργία του νέου… φορο-ασφαλιστικού συστήματος παραθέτουμε ερωτήσεις- απαντήσεις για τους… 8 «κλέφτες» που εγκαταστάθηκαν με τον περιώνυμο νόμο Κατρούγκαλου:

1. Τι ίσχυε έως τώρα για τους ελευθέρους επαγγελματίες;

Γι όσους ασφαλίστηκαν πρώτη φορά πριν το 1993 υπήρχε υποχρέωση ασφάλισης για κάθε δραστηριότητα. Για παράδειγμα, αν κάποιος ήταν μισθωτός είχε ασφάλιση στο ΙΚΑ (και στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους ως δημόσιος υπάλληλος) και διατηρούσε επιπλέον κατάστημα (ή ήταν ελεύθερος επαγγελματίας) ήταν υποχρεωμένος να είναι ασφαλισμένος στο ΤΕΒΕ (αργότερα ΟΑΕΕ). Κατά συνέπεια ελάμβανε και δεύτερη σύνταξη. Είτε ταυτόχρονα με την «έξοδο» από το ένα ταμείο (σ.σ. είχε περιθώριο 6 μηνών για συνταξιοδότηση τόσο από το ΙΚΑ –για παράδειγμα στο 58ο έτος με 35ετία- όσο και από το Ταμείο Νομικών), είτε με την συμπλήρωση των συμβατικών ορίων (και πάντως στο 65ο έτος με 20ετία για την καταβολή της κατώτατης σύνταξης ή με 16ετία για την καταβολή του 50% αυτής). Ως προς τις εισφορές υγείας (ΕΟΠΥΥ), ο ασφαλισμένος απαλλασσόταν από την δεύτερη απασχόληση.

2. Ποιά η διαφοροποίηση με τα μπλοκάκια και τη δεύτερη απασχόληση μετά το 1992;

Με το ν. 2084/92 καταργήθηκε η υποχρέωση ασφάλισης σε περίπτωση δεύτερης επαγγελματικής δραστηριότητας για όσους έμπαιναν στην αγορά εργασίας από 1/1/1993. Κατά συνέπεια, καταργήθηκε και η υποχρέωση ασφάλισης των Γιατρών του ΕΣΥ τόσο στο δημόσιο όσο και στο ΤΣΑΥ (αργότερα ΕΤΑΑ), των δικηγόρων, των μηχανικών κ.α.. Ακόμη και των ιδιωτικών ή δημοσίων υπαλλήλων οι οποίοι ασκούσαν (τα απογεύματα) και ελευθέριο επάγγελμα.

Ωστόσο, εάν κάποιος είχε διπλή μισθωτή απασχόληση, είχε την υποχρέωση ασφάλισης (στο ΙΚΑ εν προκείμενου) και για τις δυο εργασίες (εκτός από τα ασφάλιστρα υγείας) και μέχρι του ποσού των 2.450 ευρώ μεικτών αποδοχών, ποσό που αργότερα αυξήθηκε στα περίπου 3.500 ευρώ κ.ο.κ.

Για ορισμένους κλάδους, όπως των συγγραφέων, των δημοσιογράφων, δεν ήταν αναγκαία καν η δεύτερη ασφάλιση (και για τους παλιούς, πριν το 1993, ασφαλισμένους) όταν πίσω από την άσκηση του ελευθέριου επαγγέλματος υποκρυπτόταν μισθωτή-εξαρτημένη σχέση απασχόλησης…

3. Το παλαιό ασφαλιστικό καθεστώς των γιατρών του ΕΣΥ, των Μηχανικών του δημοσίου κ.ά. τι περιελάμβανε;

Όσοι επιστήμονες είχαν την ευχέρεια να ασκούν και ελευθέριο επάγγελμα, ενώ ήταν δημόσιοι υπάλληλοι ή, ακόμη και οι δημόσιοι υπάλληλη που ήταν «πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης», όπως οι γιατροί του ΕΣΥ, είχαν την ευχέρεια διπλής ασφάλισης. Μάλιστα το δημόσιο τους πλήρωνε τόσο τις συντάξεις των ως δημοσίων (πολιτικών) υπαλλήλων όσο και, στη διάρκεια του ενεργού βίου τους, μέρος ή το σύνολο των ασφαλιστικών εισφορών στα ιδιαίτερα επαγγελματικά τους ταμεία (Νομικών, ΤΣΑΥ, ΤΣΜΕΔΕ κ.λπ., κατόπιν ΕΤΑΑ).

Αυτή η υποχρέωση καταργήθηκε για όσους προσελήφθησαν στο δημόσιο μετά το 1992 και από την ίδια χρονολογία (και μετά) άσκησαν πρώτη φορά επάγγελμα.

4. Τί κομίζει ο νέος νόμος για τη διπλή ασφάλιση;

Πλέον, με τον νέο νόμο καταργούνται οι εισφορές με βάσει τα ασφαλιστικά κλιμάκια ή η ασφάλιση της ιδιότητας (γιατρός, μηχανικός κ.ο.κ.). Η ασφάλιση ξεκινά με την άσκηση μιας επαγγελματικής δραστηριότητας ή την ανάληψη εργασίας. Το δε ύψος των εισφορών καθορίζεται με βάσει το ασφαλιστέο εισόδημα το οποίον δεν μπορεί να είναι υποδεέστερο του μισθού του ανειδίκευτου εργάτη (586 ευρώ το μήνα και περίπου 7.032 ευρώ σε ετήσια βάση).

Επ’ αυτών, και μέχρι το 10πλάσιο του εισοδήματος του ανειδίκευτου εργάτη (περίπου 70.320 ευρώ) υπολογίζονται εισφορές για κύρια σύνταξη 20%, 7% για υγεία και, εάν προβλέπονται, εισφορές 7% υπέρ επικούρησης και 4% υπέρ εφάπαξ.

Για του παλαιούς ασφαλισμένους που είχαν διπλή ασφάλιση προβλέπεται με τον νέο νόμο 4387/16 ο δικαιούχος να επιβαρυνθεί τα ποσά για την δεύτερη κάλυψη. Σε μια τέτοια περίπτωση όμως ένας γιατρός θα υπόκειται σε κρατήσεις περί το 17,5% για τη μισθωτή του σχέση απασχόλησης π.χ. στο δημόσιο (6,67% για κύρια σύνταξη, 3% για υγεία, 4% για εφάπαξ και 3,5% στο επικουρικό), συν 38% για τις αντίστοιχες καλύψεις στην, πάλαι ποτέ, δεύτερη σύνταξη (ΤΣΑΥ και μετέπειτα ΕΤΑΑ). Και όλα αυτά προκειμένου να πάρει δεύτερη σύνταξη. Κρατήσεις και επιβαρύνσεις που όχι μόνο δεν συμφέρουν αλλά, εάν επιλεγεί κάτι τέτοιο, δεν θα μένουν χρήματα για να ζήσει.

5. Τι ισχύει με τις ασφαλιστικές εισφορές;

Πλέον οι ασφαλιστικές εισφορές μπορούν να ανέρχονται έως και τις 27.000 ευρώ το χρόνο στις περιπτώσεις που υπάρχει επικουρικό ταμείο και λογαριασμός εφάπαξ στο βαθμό που εφαρμόζεται συντελεστής παρακράτησης 38% που κατανέμεται ως εξής: 20% για κύρια σύνταξη, 7% για υγεία, 4% για εφάπαξ και 7% για επικουρική σύνταξη. Αυτά αφορούν κυρίως τους Γιατρούς, του Δικηγόρους κ.λπ.

Μόνο για κύρια και επικουρική (ποσοστό 27%) το ελάχιστο ποσό (επί τεκμαρτού εισοδήματος 7.000 ευρώ) θα είναι κοντά στα 1.900 ευρώ και το ανώτερο (για ετήσιο εισόδημα 70.320 ευρώ) θα ανέρχεται στα 19.000 ευρώ. Εκ των οποίων τα περίπου 5.000 ευρώ θα αποτελούν εισφορές υγείας.

6. Πώς θα υπολογίζονται οι συντάξεις;

Με τον νέο νόμο 4387/16 οι συντάξεις, ουσιαστικά, συμπιέζονται στην περιοχή των 400 έως 1.000 ευρώ η ανώτερη. Και αυτό το ποσό (των 1.000 ευρώ) για 40 έτη ασφάλισης και για μέσο συντάξιμο μισθό (από το 2002 και μετά) άνω των 1.800 ευρώ. Ποσά τα οποία, απλώς δεν υπάρχουν στην σημερινή ελληνική οικονομία…

Εις το εξής δεν θα υπάρχουν κατώτερες συντάξεις (486 για το ΙΚΑ, 430 για τον ΟΑΕΕ κ.ο.κ.). Ακόμη και η εθνική σύνταξη (345 για 15 έτη ασφάλισης και 384 για 20 έτη) δεν αποτελεί ασφαλές κατώφλι. Και αυτό γιατί σε περίπτωση μειωμένης σύνταξης ή αναπηρικής και η εθνική σύνταξη θα υπόκειται σε περικοπές. Για παράδειγμα, ένας ασφαλισμένος που συνταξιοδοτείται με αναπηρία 65% και με λιγότερα από 20 χρόνια ασφάλισης, θα λάβει ακόμη και την εθνική σύνταξη των 345 ευρώ μειωμένη κατά 50%. Δηλαδή ως βάση εκκίνησης θα έχει τα 172 ευρώ!

Ως συντάξιμος μισθός (βάση υπολογισμού) θα υπολογίζεται ο μέσος μισθός (ή το μέσο εισόδημα) από το 2002 και μετά. Και οι συντελεστές είναι εξαιρετικά μικροί. Για 35 έτη ασφάλισης θα δίνεται μόλις το 33,81% του μέσου εισοδήματος μετά το 2002 και για 40 έτη το 42,8%.

7. Οι εισφορές από τα μπλοκάκια θα αποδώσουν υψηλότερες συντάξεις;

Ειδικά για τα μπλοκάκια, οι ασφαλισμένοι αυτής της κατηγορίας αφενός θα υποχρεωθούν σε ασφάλιστρα επί εισοδήματος που δεν υπαγόταν έως τώρα σε ανάλογες κρατήσεις και αφετέρου (σ.σ. αυτό αφορά το σύνολο των ελευθέρων επαγγελματιών) οι ασφαλιστικές εισφορές έχουν ένα πολύ υψηλό ανώτατο πλαφόν (οροφή) κάτι που οδηγεί σε διπλή αφαίμαξη (διπλά ασφάλιστρα επί πού μεγαλυτέρου ύψους εισοδήματος).

Ωστόσο, αυτή η διπλή επιβάρυνση αντί να οδηγεί σε κάπως ικανοποιητικές συντάξεις, να ενσωματώνουν μια κάποια ανταποδοτικότητα, αντιθέτως οδηγούν σε χαμηλότερες συντάξεις. Και αυτό γιατί οι συντελεστές αναπλήρωσης (σύνταξης) κυμαίνονται σε εξαιρετικά χαμηλά ποσοστά.

8. Οι (διπλές) εισφορές (και παράλληλη ασφάλιση) πριν το 2002 τι θα γίνουν;

Τα ασφάλιστρα πριν το 2002, στο βαθμό που δεν λαμβάνονται υπόψη ακόμη και για τον ΟΑΕΕ (ΤΕΒΕ) όπου οι συντάξεις παλαιότερα υπολογιζόταν με βάση τα ασφάλιστρα στο σύνολο του εργασιακού-επαγγελματικού βίου, ουσιαστικά καταστρέφονται. Κάποιος που πλήρωνε τις κατώτερες εισφορές και κάποιος που «μάτωνε» θα πάρουν τις ίδιες συντάξεις (για ίσα χρόνια ασφάλισης) αρκεί μετά το 2002 να έχουν την ίδιες ασφαλιστικές καταβολές.

Ακόμη χειρότερα, για διπλή (παράλληλη) ασφάλιση, τα χρήματα που καταβλήθηκαν πριν το 2002 καταστρέφονται αφού δεν δίνεται δεύτερη σύνταξη και οι καταβολές μετά από αυτή την χρονολογία απλώς εισφέρουν σε μια μικρή ενίσχυση της σύνταξης (που σε καμιά περίπτωση δεν ανταποκρίνεται στο ύψος των καταβληθεισών εισφορών)…

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου