ΔΙΕΘΝΗ

Ευρω-επέτειος με δράματα αντί για πανηγυρισμούς

ευρω-επέτειος-με-δράματα-αντί-για-πανη-567932

Την Τρίτη 7 Φεβρουαρίου έκλεισαν είκοσι πέντε χρόνια από την υπογραφή της Συμφωνίας του Μάαστριχτ το 1992, μια επέτειος που μάλλον πέρασε απαρατήρητη. Οι λόγοι είναι ευνόητοι στο σύνολο της Ευρωζώνης σήμερα επετειακού χαρακτήρα πανηγυρισμοί για το Μάαστριχτ θα ήταν πριμοδότηση των αντισυστημικών ευρωσκεπτικιστών από την Ιταλία και τη Γαλλία, μέχρι και τη Γερμανία.

Νομιμοποιητικό άλλοθι για την παράκαμψη του ενός τετάρτου αιώνα που κύλησε από το Μάαστριχτ είναι η επετειακή Σύνοδος Κορυφής στα τέλη Μαρτίου των «27» στην ιταλική πρωτεύουσα για την 60ή επέτειο της υπογραφής της Συνθήκης της Ρώμης, όπου με τη φόρμουλα μιας Ευρωπαϊκής Ενωσης πολλών ταχυτήτων, οι ιδρυτικές έξι χώρες της ΕΟΚ θα προσπαθήσουν να θέσουν σε ένα πλαίσιο μια ευρωπαϊκή πολυδιάσπαση που ξεκινά από το Προσφυγικό και το μέλλον της ζώνης Σένγκεν, μέχρι την Κοινή Αμυνα και Εξωτερική Πολιτική με επίκεντρο σήμερα τις σχέσεις με τη Ρωσία.

Ο δρόμος για το Μάαστριχτ
Η πτώση του τείχους του Βερολίνου στις αρχές Νοεμβρίου του 1989 έγινε γρήγορα χιονοστιβάδα, καθώς μέσα σε λίγες εβδομάδες οι Κολ και Γκένσερ πυροδότησαν μια πολιτική ταχύτατης ενσωμάτωσης της Ανατολικής Γερμανίας από τη Δυτική.

Οι δύο μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις, η Βρετανία της Θάτσερ και η Γαλλία του Μιτεράν, αντέδρασαν διαφορετικά: Η Σιδηρά Κυρία έδωσε μια σκληρή μάχη οπισθοφυλακής πιέζοντας τις ΗΠΑ του Τζορτζ Μπους και την ΕΣΣΔ του Γκορμπατσόφ να μην επιτρέψουν ή τουλάχιστον καθυστερήσουν τη συγκρότηση Ενιαίας Γερμανίας με διαδικασίες Fast Truck. Στην αντίθετη κατεύθυνση κινήθηκε ο Μιτεράν, όταν κατανόησε ότι δεν μπορεί να ελέγξει την πολιτική Κολ-Γκένσερ, στην οποία είχαν ήδη προσαρμοσθεί για διαφορετικούς λόγους τόσο ο Λευκός Οίκος όσο και το Κρεμλίνο.

Ο Μιτεράν και ο Ντελόρ, πρόεδρος τότε της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, συνέλαβαν την ιδέα της απορρόφησης του σοκ της Ενιαίας Γερμανίας μέσα από μια πρόσω ολοταχώς επιτάχυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης με Πολιτική, Νομισματική και Οικονομική Ένωση. Έτσι θα είχαμε την Ευρωπαϊκή Γερμανία και θα ματαιωνόταν η δημιουργία της Γερμανικής Ευρώπης.

Οι Κολ – Γκένσερ έσπευσαν να προσυπογράψουν την πρόταση Μιτεράν – Ντελόρ για τους ακριβώς αντίθετους λόγους: Αν η Γαλλία ήθελε ευρωπαϊκό έλεγχο στη γερμανική ισχύ μέσω της εμβάθυνσης της ολοκλήρωσης, η Γερμανία στόχευε στην εγκαθίδρυση της πρωτοκαθεδρίας της υπό ευρωπαϊκό περιτύλιγμα: Το κοινό νόμισμα και η ενίσχυση των Κοινοτικών Θεσμών προς ομοσπονδιακή κατεύθυνση δεν θα έπρεπε να ήταν τίποτε άλλο παρά μια ευρωπαϊκή αναγωγή του μάρκου και του δυτικογερμανικού ομοσπονδιακού μοντέλου.

Παρά την καταρχήν συμφωνία, Γαλλία και Γερμανία διαφωνούσαν ως προς τη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ενωσης: Ο Μιτεράν ήθελε την επιτάχυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης ανοικτή μόνον στη Δυτική Ευρώπη, ενώ η Γερμανία επειγόταν για την πλήρη ένταξη των χωρών της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης.

Στο Μάαστριχτ μέσω… Γιουγκοσλαβίας

Το 1991 ήταν η αποφασιστική χρονιά, καθώς στη διαπραγμάτευση Γερμανίας – Γαλλίας για την ΟΝΕ είχε από τότε διαφανεί ότι ο Κολ έδινε προτεραιότητα διαφύλαξης του δυτικογερμανικού μεταπολεμικού δημοσιονομικού μοντέλου με ανεξάρτητη από την πολιτική εξουσία Κεντρική Τράπεζα και ο Μιτεράν επειγόταν για τη -στο πιο σύντομο χρονικό διάστημα- σύναψη της συμφωνίας, στη λογική ότι οι άκαμπτοι γερμανικοί όροι και προαπαιτούμενα θα αντιμετωπίζονταν εν ευθέτω χρόνω.

Την ωραία αυτή ατμόσφαιρα ήλθε να σκιάσει η μονομερής διακήρυξη ανεξαρτησίας της Σλοβενίας και της Κροατίας στις 25 Ιουνίου του 1991 που σήμανε την έναρξη της πολεμικής σύγκρουσης στη Γιουγκοσλαβία. Πριν περάσουν λίγες μέρες και με προκλητική αγνόησή της Προεδρίας του Λουξεμβούργου που τελείωνε, αλλά της ολλανδικής που μόλις άρχιζε, ο Γκένσερ έριξε τη βόμβα: Εδώ και τώρα αναγνώριση από τους «12» της τότε Ευρωπαϊκής Κοινότητας της απόσχισης της Σλοβενίας και της Κροατίας, με τη Γερμανία να ανακοινώνει ότι αν δεν πάρει την απόφαση που θέλει, θα το πράξει μόνη της.

Η κίνηση πέτυχε σε δύο επίπεδα: Εσυρε την Ευρωπαϊκή Κοινότητα σε πρόωρη αναγνώριση της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας και επιδείνωσε τη σύγκρουση υπό την πίεση της Γαλλίας που ήθελε να περιφρουρηθεί το Μάαστριχτ και νομιμοποίησε για πρώτη φορά μετά το 1945 μια ωμή πολιτική προβολής δύναμης από τη Γερμανία.

Το δόγμα ας υπογράψουμε το Μααστριχτ με όποιο κόστος, όρους και παραχωρήσεις και μετά βλέπουμε κυριαρχούσε τότε στο Παρίσι.

Βραχυκύκλωμα την επόμενη μέρα

Η επόμενη μέρα του Μάαστριχτ ήταν μια ψυχρολουσία καχυποψίας και αβεβαιότητας, με τη Γερμανία και τη Γαλλία να κινούνται σε αποκλίνουσες κατευθύνσεις. Για τη Γαλλία του Μιτεράν και στη συνέχεια του Σιράκ σημασία δεν είχαν τόσο πολύ τα κριτήρια σύγκλισης και η σιδηρά δημοσιονομική πειθαρχία εντός της ΟΝΕ, αλλά η σύνθεσή της. Η συμμετοχή της Ιταλίας θα συνπαρέσυρε και τον υπόλοιπο Νότο και εκ των πραγμάτων θα επέβαλε μια ελαστική ερμηνεία-παρερμηνεία του Σύμφωνου Σταθερότητας.

«Θωράκιση»
Τον κίνδυνο αυτό τον είχαν διαγνώσει πολλοί στη Γερμανία και επιχειρούσαν να θωρακίσουν την τήρηση των κανόνων της ΟΝΕ εντός σκληρών πυρήνων και πρώτων ταχυτήτων, με χαρακτηριστικό πρώτο δείγμα γραφής το Ντοκουμέντο Σόιμπλε – Λάμερς του Σεπτεμβρίου του 1994. Οι Σόιμπλε – Λάμερς πρότειναν ομοσπονδιακού τύπου Πολιτική Ένωση γνωρίζοντας ότι η Γαλλία δεχόταν μόνο διακυβερνητική συνεργασία, με αποτέλεσμα το Παρίσι να θεωρήσει μικρότερο κίνδυνο την ημιτελή ΟΝΕ χωρίς πολιτική πλαισίωση, από τη θυσία της εθνικής κυριαρχίας.

Παράλληλα η Γερμανία παρέκαμπτε τη θέση της Γαλλίας αλλά και την κοινή λογική που επέβαλε πρώτα την υλοποίηση της εμβάθυνσης και μετά τη διεύρυνση, καθώς πίεζε για ταυτόχρονες ενταξιακές διαπραγματεύσεις για τις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, ένα χώρο ιστορικά υπό γερμανική επιρροή.

Οι συνθήκες για μια ημιτελή ΟΝΕ
Ο Γαλλο-γερμανικός συμβιβασμός και η οικονομική κρίση

Στις αρχές του 1998 με τη Σύνοδο Κορυφής του Άμστερνταμ ένα χρόνο πριν να έχει στην ουσία επικυρώσει την ακινησία στην Πολιτική Ένωση η μονομαχία Γαλλίας – Γερμανίας κορυφώθηκε, για να καταλήξει σε έναν συμβιβασμό:

  • Η Γερμανία αποδέχθηκε τη συμμετοχή της Ιταλίας στην πρώτη ομάδα χωρών της ΟΝΕ, μια εξέλιξη που συμπαρέσυρε αμέσως την Ισπανία-Πορτογαλία και δύο χρόνια αργότερα την Ελλάδα.
  • Η Γαλλία δέχθηκε την πλήρη ένταξη των χωρών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, για την οποία επειγόταν η γερμανική πλευρά ανοίγοντας εκ των πραγμάτων ξανά το κεφάλαιο της πολιτικής ενοποίησης, ώστε η εισδοχή νέων μελών να μη βραχυκυκλώσει την εμβάθυνση.

Την de facto ελαστική ερμηνεία του Μάαστριχτ και του Συμφώνου Σταθερότητας στη συγκρότηση της πρώτης ομάδας χωρών της ΟΝΕ ενίσχυσε την άνοιξη του 1998 το γεγονός ότι τη στιγμή εκείνη Γαλλία και Γερμανία κατέγραφαν αποκλίσεις από τα κριτήρια σύγκλισης.

Για μια στιγμή η Γαλλία ένιωσε ότι είχε κερδίσει το στοίχημα και δεν χρειαζόταν να πληρώσει το κόστος απώλειας εθνικής κυριαρχίας στο όνομα μια Πολιτικής Ενωσης που θα πλαισιώνει την Ευρωζώνη. Ετσι τους πρώτους μήνες του 2000 στο Παρίσι προετοίμαζαν τη Σύνοδο Κορυφής της Νίκαιας τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς σαν μια επικαιροποίηση της Συνθήκης του Άμστερνταμ.

Τότε ήλθε η ομιλία Φίσερ για Ευρωπαϊκό Σύνταγμα, για μια υβριδική διακυβερνητική -κοινοτική Πολιτική Ένωση ανοικτή στη δυναμική ομοσπονδιακής μετεξέλιξης. Συμβιβαστική πρόταση γνωστή ως Συνταγματική Συνθήκη διαμορφώθηκε στις αρχές του 2003, μια πρόταση που ναυάγησε άδοξα στα Δημοψηφίσματα της Γαλλίας και της Ολλανδίας την άνοιξη του 2005. Το κενό καλύφθηκε δύο χρόνια αργότερα από τη μινιμαλιστική Συνθήκη της Λισαβόνας ως συνέχεια του Άμστερνταμ και της Νίκαιας.

Έτσι διαμορφώθηκαν οι Συνθήκες για μια ημιτελή ΟΝΕ χωρίς πολιτικό πλαίσιο και έλεγχο με ευθύνη της Γαλλίας, μια κατάσταση πραγμάτων που έδωσε τη δυνατότητα στη Γερμανία, όταν το έκρινε αναγκαίο, να επανέλθει στην αυστηρή και άκαμπτη ερμηνεία του Μάαστριχτ και του Συμφώνου Σταθερότητας μετά την έναρξη της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης τον Σεπτέμβριο του 2008 και κυρίως μετά την έναρξη της κρίσης στην Ευρωζώνη την άνοιξη του 2010 με την κρίση δανεισμού της Αθήνας.

Για άλλους λόγους

Ο Μιτεράν και ο Ντελόρ, πρόεδρος τότε της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, συνέλαβαν την ιδέα της απορρόφησης του σοκ της Ενιαίας Γερμανίας μέσα από μια πρόσω ολοταχώς επιτάχυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης με Πολιτική, Νομι-σματική και Οικονομική Ένωση. Έτσι θα είχαμε την Ευρωπαϊκή Γερμανία και θα ματαιωνόταν η δημιουργία της Γερμανικής Ευρώπης.

Πόλεμος στη Γιουγκοσλαβία

Μετά την ανεξαρτησία της Σλοβενίας και της Κροατίας τον Ιούνιο του 1991 ο Γκένσερ έριξε τη βόμβα: Εδώ και τώρα αναγνώριση από τους «12» της τότε ΕΟΚ της απόσχισης της Σλοβενίας και της Κροατίας. Η κίνηση πέτυχε σε δύο επίπεδα: Εσυρε την Ευρωπαϊκή Κοινότητα σε πρόωρη αναγνώριση της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας και νομιμοποίησε για πρώτη φορά μετά το 1945 μια ωμή πολιτική προβολής δύναμης από τη Γερμανία.

ΠΗΓΗ: Ημερησία

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου