ΔΙΕΘΝΗ

Η νομοθεσία των εργαζομένων από το δικαστήριο της Ε.Ε.

η-νομοθεσία-των-εργαζομένων-από-το-δικ-447534

Μια σημαντική απόφαση έλαβε το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης στις 12 Ιουνίου 2014, σε μια περίοδο που τα δικαιώματα των εργαζομένων πλήττονται βάναυσα, κυρίως στις χώρες που υποφέρουν από την οικονομική κρίση.

Επειτα από ερώτημα του Δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών της Γερμανίας το δικαστήριο έκρινε πως «το δίκαιο της Ενωσης αντιτίθεται σε εθνικές νομοθεσίες ή πρακτικές οι οποίες προβλέπουν ότι, οσάκις η σχέση εργασίας λύεται λόγω θανάτου του εργαζομένου, το δικαίωμα σε ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών απόλλυται, χωρίς να θεμελιώνεται δικαίωμα σε χρηματική αποζημίωση για την υπολειπόμενη μη ληφθείσα άδεια». Αφορμή αποτέλεσε το αίτημα της χήρας Γκιουλάι Μπολάκε να της καταβληθεί από την εταιρεία Κ+Κ, στην οποία εργαζόταν ο σύζυγός της ως τον θάνατό του, χρηματική αποζημίωση αντίστοιχη προς τις ημέρες ετήσιας άδειας που εκείνος δεν είχε λάβει.

Συγκεκριμένα ο σύζυγός της εργάστηκε στην επιχείρηση από την 1η Αυγούστου 1998 ως τον θάνατό του, στις 19 Νοεμβρίου 2010. Από το 2009 νοσούσε βαρέως και ως εκ τούτου ήταν ανίκανος προς εργασία ως την ημερομηνία του θανάτου του. Κατά τον χρόνο του θανάτου εδικαιούτο 140,5 ημέρες ετήσιας άδειας τις οποίες δεν είχε λάβει. Η επιχείρηση απέρριψε το αίτημα της χήρας εκφράζοντας αμφιβολίες ως προς το κατά πόσον το δικαίωμα χρηματικής αποζημίωσης μπορούσε να μεταβιβασθεί κληρονομικώς. Το επιληφθέν δικαστήριο απηύθυνε ερώτημα στο Δικαστήριο της Ενωσης σχετικά με την απώλεια ή μη του δικαιώματος λόγω θανάτου του εργαζομένου, καθώς και κατά πόσον η καταβολή τέτοιας αποζημίωσης εξαρτάται από την εκ των προτέρων υποβολή αιτήσεως εκ μέρους του ενδιαφερομένου.

Διαφυλάσσεται το δικαίωμα στην ετήσια άδεια

Με την παραπάνω απόφαση το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης υπενθυμίζει (απόφαση 20ής Ιανουαρίου 2009) ότι το δικαίωμα σε ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών συνιστά ιδιαίτερης σημασίας αρχή του κοινωνικού δικαίου. Εξάλλου με την Οδηγία 2003/88/ΕΚ ορίζεται: «Ολοι οι εργαζόμενοι πρέπει να έχουν επαρκείς περιόδους ανάπαυσης. (…) Οι εργαζόμενοι στην Ενωση πρέπει να διαθέτουν ορισμένες ελάχιστες περιόδους ανάπαυσης, ημερήσιας, εβδομαδιαίας και ετήσιας, καθώς και κατάλληλα διαλείμματα εργασίας». Οπως έκρινε λοιπόν το δικαστήριο, «η καταβολή χρηματικής αποζημίωσης στην περίπτωση που η σχέση εργασίας λύεται συνεπεία του θανάτου του εργαζομένου είναι αναγκαία προς διασφάλιση της πρακτικής αποτελεσματικότητας του δικαιώματος σε ετήσια άδεια».

«Το δικαίωμα των κληρονόμων επί των δεδουλευμένων αποδοχών του θανόντος δεν είναι καινούργιο. Ορίζεται και στην ελληνική νομοθεσία, η οποία, σε αντίθεση με τη λανθασμένη εντύπωση ότι είναι ανεπαρκής, στην πραγματικότητα προστατεύει τον εργαζόμενο περισσότερο από την αντίστοιχη ευρωπαϊκή» αναφέρει στο «Βήμα» σχολιάζοντας την απόφαση ο δικηγόρος κ. Κώστας Παπαδάκης. Μάλιστα, όπως επισημαίνει, ορίζεται και αστική ποινή για τον εργοδότη εκείνον που με υπαιτιότητά του δεν χορηγεί στον εργαζόμενο την προβλεπόμενη από τον νόμο ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών.

Συγκεκριμένα το άρθρο 3 του νόμου 3755/1957 προβλέπει τα εξής:

«Επιφυλασσομένων των διατάξεων της κειμένης νομοθεσίας, εργοδότης αρνούμενος την χορήγησιν εις μισθωτόν αυτού της νομίμου κατ’ έτος αδείας του υποχρεούται όπως άμα τη λήξει του έτους καθ’ ο δικαιούται αδείας ο μισθωτός και μετά προηγουμένην διαπίστωσιν της παραλείψεως ταύτης υπό οργάνου του Υπουργείου Εργασίας καταβάλη εις αυτόν τας αντιστοίχους αποδοχάς των ημερών αδείας, ηυξημένας κατά 100%».

«Δεν προστατεύει επαρκώς τους βαριά ασθενείς»

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα δεδομένα της εποχής παρουσιάζει ένα ακόμη σημείο της υπόθεσης που εξετάζεται από το αρμόδιο γερμανικό δικαστήριο: το γεγονός ότι ο ασθενής, παρά την αδυναμία του για εργασία για διάστημα ενός έτους λόγω της βαριάς του ασθένειας, παρέμεινε στην εργασία του και η εργασιακή σχέση δεν λύθηκε παρά με τον θάνατό του. Στη χώρα μας η αξίωση του ασθενούς εργαζομένου για τον μισθό του διατηρείται, σύμφωνα με τον Αστικό Κώδικα, για διάστημα που δεν μπορεί να υπερβεί τον έναν μήνα. Αναλυτικότερα το άρθρο 658 ΑΚ προβλέπει ότι το χρονικό διάστημα κατά το οποίο διατηρείται η αξίωση για τον μισθό σε περίπτωση εμποδίου δεν μπορεί να υπερβεί τον έναν μήνα.

Μάλιστα, στη συνέχεια αναφέρεται ότι «η αξίωση για το διάστημα αυτό υπάρχει και αν ακόμη ο εργοδότης κατήγγειλε τη μίσθωση επειδή το εμπόδιο (το κώλυμα του εργαζομένου να εργασθεί, δηλαδή) του παρείχε αυτό το δικαίωμα». Σε συνδυασμό με την πρόβλεψη του άρθρου 666 ότι ο εργοδότης έχει τις υποχρεώσεις που προβλέπονται σε περίπτωση ασθενείας του εργαζομένου από τον ΑΚ «και αν ακόμη, έχοντας εξαιτίας της ασθένειας τέτοιο δικαίωμα, καταγγείλει τη σύμβαση», διαφαίνεται ότι ο βαριά ασθενής εργαζόμενος παραμένει απροστάτευτος αντιμετωπίζοντας ακόμη και την απόλυση μετά τον έναν μήνα.

Helios Plus

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου