Γρηγόρης Καρταπάνης: Ιστορίες του λιμανιού

γρηγόρης-καρταπάνης-ιστορίες-του-λιμ-272830

Αναπόσπαστο κομμάτι της πόλης του Βόλου το λιμάνι, ένα από τα κυριότερα στην ελληνική επικράτεια από το 1881, όταν συντελέστηκε η προσάρτηση της Θεσσαλίας, ως και τις μέρες μας, παρά τη γενική ναυτιλιακή ύφεση που παρατηρείται. Πυκνή επιβατική-ακτοπλοϊκή σύνδεση, ογκώδης εμπορευματική κίνηση αλλά και αξιόλογη αλιευτική ενασχόληση, συνέθεταν το τρίπτυχο της δραστηριότητας του βολιώτικου λιμανιού για περίπου έναν αιώνα, με τις αναπόφευκτες διακυμάνσεις και διαφοροποιήσεις στο πέρασμα του χρόνου. Οι προοπτικές ανάπτυξής του είχαν διαφανεί από τις τελευταίες δεκαετίες της οθωμανικής κυριαρχίας ακόμη, απότοκες της γεωγραφικής του θέσης στο μέσον του κορμού της ελληνικής χερσονήσου. Μια νέα πόλη-λιμάνι με ευοίωνες εξελίξεις που θα διαδραμάτιζε σημαντικό ρόλο στα κάθε μορφής ναυτιλιακά δρώμενα.

Το σημερινό μας σημείωμα βέβαια δεν φιλοδοξεί να καταγράψει πτυχές της ιστορίας του λιμανιού του Βόλου. Άλλωστε υπάρχουν αξιόλογες μελέτες εγκρίτων ερευνητών που γνωρίζουν καλά το αντικείμενο, αν και απουσιάζει, θαρρώ, μια αυτόνομη, λεπτομερής μονογραφία, η οποία να πραγματεύεται εξαντλητικά το θέμα. Εδώ απλά επανακαταγράφονται κάποιες σκόρπιες στιγμές από γεγονότα και καταστάσεις του καθημερινού «λιμανίσιου» βίου, που παρουσιάζουν κάποιο ενδιαφέρον, ενώ συνήθως επισημαίνεται και μια ιλαρότητα. Συμβάντα δίχως συγκεκριμένη θεματολογία που, απέσπασαν την προσοχή μας κατά τη διάρκεια άλλων αναζητήσεων στον τοπικό τύπο από το 1905 ως το 1960. Σκόρπιες, σύντομες καταγραφές για την παραλία του Βόλου με κάποια ιδιαιτερότητα και γούστο.

«ΕΠΙ ΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΘΡΑΥΣΤΟΥ»

Σημείο αναφοράς της πόλης το λιμάνι και του λιμανιού ο κυματοθραύστης. Ο λιμενοβραχίονας, μήκους περίπου 1.000 μέτρων, αποτελούσε ανέκαθεν προσφιλές μέρος των επάκτιων αλιέων που μεταφέρονταν, έναντι αντίτιμου, με βάρκα σ’ αυτόν μπροστά από το κτίριο Παπαστράτου, όταν δεν υπήρχε οδική πρόσβαση. Αλλά και τελευταία με την κατασκευή της καμπύλης (και ολίγον ολισθηρής) γέφυρας και τις άλλες βελτιωτικές παρεμβάσεις εκατοντάδες βολιωτών, όλες τις ώρες της μέρας και της νύχτας, προτιμούν μια ρομαντική πεζοπορία ως το πράσινο φάρο. Οι παλιότεροι βέβαια θα θυμούνται και τις εγκαταστάσεις των ναυτικών ομίλων του Βόλου, ΝΟΒ και Αργοναύτες, όπως και τις προπονήσεις και τους αγώνες που πραγματοποιούνταν στο χώρο του λιμανιού, σε όλα τα αθλήματα του υγρού στίβου. Στη δεκαετία του ’70 θυμάμαι την κεκλιμένη κατασκευή για τις εκτινάξεις στις επιδείξεις του θαλάσσιου σκι.

Στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα, όταν πλήθη κόσμου μετέβαιναν για θαλασσινό μπάνιο πολλοί προτιμούσαν τις «λαθραίες» βουτιές από τον κυματοθραύστη, μη διαθέτοντας ίσως και τα χρήματα για μετάβαση σε Άναυρο, Πευκάκια ή Αλυκές αλλά και είσοδο στις οργανωμένες πλαζ. Βέβαια στον κανονισμό λιμένος του 1923 απαγορεύονταν ρητά η «λήψις λουτρού» σε όλο το χώρο του λιμανιού και όχι μόνο: «Απαγορεύομεν να λούωνται κατά μήκος της παραλίας από του τελωνείου μέχρι των λουτρών Αναύρου, εντός του λιμένος, της προβλήτος και επί του λιμενοβραχίονος ή μόνον εις τους παρά τον Άναυρον λουτρώνας ανδρών και γυναικών, ή κατόπιν αδείας ημών εις εξαιρετικάς περιπτώσεις» (αρ. 11,παρ. 1 σελ. 12). Και παρακάτω ανάμεσα στ’ άλλα επιβάλλονταν και η ευπρεπής περιβολή λουτρού. Όμως, επειδή δεν υπήρχε η οικονομική δυνατότητα σε πολλούς βολιώτες να μεταβαίνουν στις θεσμοθετημένες πλαζ, στα 1933, το Λιμεναρχείο Βόλου επέτρεπε, υπό προϋποθέσεις, τα μπάνια στον κυματοθραύστη: «….Υπό της αρμοδίας αρχής έχει αφεθεί ελευθέρα η έκτασις του κυματοθραύστου δια την λήψιν λουτρού, αρκεί, μόνον οι λουόμενοι να φέρουν ευπρεπές μαγιώ. Επίσης ελεύθερα είναι η έκτασις από Αναύρου εις Γορίτσαν και εκείνη από αποβάθρα Γεωργούδη (σ.σ. περιοχή Αγίου Κωνσταντίνου) προς Βόλον». (Λαϊκή Φωνή 23/6/33).

Βλέπουμε πως «παραχωρήθηκαν» στο κοινό και οι υπόλοιπες ακτές, ενώ ανάλογη «επέκταση» εφαρμόστηκε και στα Πευκάκια. Ήδη καθιερώνονταν πλέον τα μικτά μπάνια (μπεν –μιξτ) και δεν απαιτούνταν απαραίτητα η χρήση καμπίνας με χωριστές πτέρυγες για τα δύο φύλα.

Φαίνεται όμως πως δεν τηρήθηκαν οι περιοριστικοί όροι σχετικά με την ευπρεπή ένδυση και σύντομα επήλθε η απαγόρευση: «Η υπηρεσία του Λιμεναρχείου απηγόρευσεν από χθές την λήψιν λουτρού εις τον κυματοθραύστην, διότι εθεάθησαν πολλοί λουόμενοι να μην έχουν συμμορφωθεί προς την λιμενικήνδιάταξιν, όσον αφορά το ευπρεπές μαγιώ» (Λαϊκή Φωνή 27/6/33). Σίγουρα δεν ήταν και ότι το καλύτερο να κάνουν κάποιοι μπάνιο με τα … σώβρακα μπροστά στην παραλία, τη βιτρίνα της πόλης!

Εκείνα τα χρόνια προέκυψε ένα ακόμη πρόβλημα «επί του κυματοθραύστου», με τις διαφημιστικές πινακίδες που τοποθετούνταν ανεξέλεγκτα, όχι μόνο εκεί αλλά και σε άλλα σημεία της παραλίας: Στη στήλη «Μικρά εφήμερα» της εφ. Η Θεσσαλία με τίτλο «Αι διαφημίσεις του κυματοθραύστου» σημειώνεται: «Υπό του Λιμεναρχείου ειδοποιούνται οι τοποθετήσαντες επί του κυματοθραύστου και των κιγκλιδωμάτων της προβλήτος, όπως αποσύρουν ταύτας μέχρις αύριον, καθώς πρόκειται να εφαρμοσθούν τα υπό του νόμου προβλεπόμενα μέτρα κατά των μη συμμορφουμένων». (30/7/35).

Οι αυθαίρετες τοποθετήσεις οπωσδήποτε τιμωρούνταν, μιας κι έπρεπε να δοθεί άδεια από το λιμεναρχείο και να καταβληθεί κάποιο τίμημα στο Λιμενικό Ταμείο. Εκείνη την εποχή επρόκειτο για φορητές ταμπέλες με ρεκλάμες προϊόντων και καταστημάτων. Μεταπολεμικά τοποθετήθηκαν οι φωτεινές, ευμεγέθεις διαφημίσεις που αναβόσβηναν και δημιουργούσαν εντυπωσιακό θέαμα.

ΟΥΡΕΙΝ ΚΑΙ ΑΠΟΠΑΤΙΖΕΙΝ

Οι δημόσιοι χώροι υγιεινής ανέκαθεν πρέπει να ήταν ανεπαρκείς στο χώρο της παραλίας, όπως και σε άλλα μέρη της πόλης. Γι’ αυτό και πολλοί περιπατητές της προκυμαίας συνήθιζαν να… ξαλαφρώνουν σε κάποια υποφωτισμένα σημεία της και υπό την κάλυψη των δεμένων, στα δίπλα, καϊκιών, αλλά και στα σκοτεινά σοκάκια που κατέληγαν στην παραλιακή οδό. Στα 1905 φαίνεται πως είχε τοποθετηθεί ουρητήριο σε κεντρικό σημείο της παραλίας, αλλά δεν επαρκούσε γι’ αυτό και κρίνονταν απαραίτητη η κατασκευή ακόμη τριών τουλάχιστον, σύμφωνα με την υπόδειξη του αστυνομικού διευθυντή της εποχής προς τη Δημοτική Αρχή. «…ο αστυνόμος της πόλεως μας, δι’ εγγράφου του προς τον κ. Δήμαρχον υποδεικνύει την ανάγκην της τοποθετήσεως τριών έτι μεγάλων ουρητηρίων, ομοίων προς το εν παραλία τοιούτον. Το εν τούτων, υποδεικνύει να τοποθετηθεί ολίγον πέρα του καφενείου Καμηλάκη, το έτερον δυτικώς των ιχθυοπωλείων και το τρίτον παρά των λιμενίσκον εις την θέσιν Γιουρούκου, ίνα τοιουτοτρόπως επιτευχθή η καθαριότης των καθέτων δρομίσκων» (Τύπος. 26/3/05)

Η χωροταξική υπόδειξη δίνεται, ώστε να καλύπτεται ολόκληρο το παραλιακό μέτωπο, από την κεντρική παραλία ως το τελωνείο, με την κατασκευή ουρητηρίων σε συγκεκριμένες θέσεις. Δεν ήταν λίγες οι φορές που καταγράφονταν στον τοπικό τύπο συλλήψεις πολιτών που «ουρούσαν εις κεντρικά σημεία της πόλεως». Στον κανονισμό λιμένος του 1923 περιλαμβάνονταν διάταξη και γι’ αυτό το πρόβλημα, στο υπ. αρ. 8 άρθρο με τίτλο «Ευταξία και καθαριότης λιμένος».

Στην παρ. 5 σημειώνεται χαρακτηριστικά: «Απαγορεύομεν το ουρείνεπί της παραλίας και εν γένει εκτός των επί τούτω προσδιορισμένων ουρητηρίων, ως και άλλας πράξεις απαδούσας εις τον προς την κοινωνίαν οφειλόμενον σεβασμόν». Αλλά παρ’ όλες τις απαγορεύσεις και …διευκολύνσεις οι παραβατικές συμπεριφορές στο.. ξαλάφρωμα υπήρξαν συχνές.

Μάλιστα στην παρακάτω είδηση που δημοσιεύεται σε στήλη καθημερινών γεγονότων από την ζωή της πόλης, στην εφ. Ταχυδρόμος με τίτλο ‘’το επλήρωσαν ακριβά’’ οι παραβάτες το παράκαναν : ‘’Υπό του λιμεναρχείου μας, επεβλήθη χρηματική ποινή εκ δρχ 500 εις έκαστον των Α.Κ., Ι.Π. και Ν.Α., διότι κατελήφθησαν επί της προβλήτοςαποπατούντες’’. Φαίνεται πως οι ρομαντικοί αυτοί κύριοι θέλησαν να παραφράσουν τη γνωστή ρήση ως εξής : ‘’χ… παραλιακά κι αγνάντευε’’, αλλά η δροσερή απόλαυση τους κόστισε κάτι παραπάνω !

Πάντως το φαινόμενο υπήρξε διαχρονικό. καθώς μνημονεύονται και άλλοτε ανάλογα περιστατικά. Ο λαϊκός ζωγράφος Ν. Χριστόπουλος καταγράφει ένα τέτοιο γεγονός στα 1897-98. κατά την πρόσκαιρη κατάληψη του Βόλου από τους Τούρκους, όταν είχαν μείνει ημιτελή τα εκτελούμενα λιμενικά έργα. Πολλοί βολιώτες συνήθιζαν να κάνουν την ανάγκη τους κρυπτόμενοι στα μπλόκια που προορίζονταν για τοποθέτηση στην προβλήτα. Ο τούρκος σκοπός έκανε πως δεν τους έβλεπε στην αρχή και τους συλλάμβανε όταν.. αδυνατούσαν να διαφύγουν, απαιτώντας μπαξίσι, προκειμένου να τους αφήσει ελεύθερους.

Οι… ρομαντικές απολαύσεις πάντοτε… ποινικοποιούνταν!

ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΚΑΪΚΙΟΥ

Η σύγκρουση σκάφους με αυτοκίνητο, οπωσδήποτε δεν αποτελεί συνηθισμένο φαινόμενο, τουλάχιστο πριν από μισό αιώνα, όταν δεν ρυμουλκούνταν ταχύπλοα με τρέιλερ. Η επαφή όμως των χερσαίων και θαλάσσιων μεταφορικών μέσων ήταν συχνή καθώς τα οχήματα προσέγγιζαν τα πλεούμενα στην προκυμαία για φορτοεκφόρτωση εμπορευμάτων- εννοούμε κυρίως στα εμπορικά, παζάρ-καΐκια. Κάποιες φορές μια αδέξια μανούβρα του σοφέρ, ή ένας αιφνίδιος κυματισμός επέφερε πρόσκρουση με μικρές υλικές ζημιές και την επέμβαση καραβομαραγκού, ενώ το αυτοκίνητο όδευε για το συνεργείο.

Το παρακάτω συμβάν όμως δεν έχει σχέση με τέτοιου είδους ατύχημα αφού πρόκειται για… ακυβέρνητο φορτηγό: «Φορτηγόν αυτοκίνητον επέπεσεν επί ενός πετρελαιοκινήτου σκάφους. Πρωτοφανής σύγκρουσις εις τον λιμένα Βόλου χθες». Πράγματι πρωτόγνωρο το απροσδόκητο περιστατικό, όπου από σύμπτωση δεν υπήρξαν θύματα, ενώ οι ζημιές ευτυχώς δεν ήταν σοβαρές. Ένα φορτηγό αυτοκίνητο από τη Λάρισα, με φορτίο κενών σάκων γα το εργοστάσιο τσιμέντων, παρκάρισε στην παραλία και ο οδηγός κατέβηκε για κάποια δουλειά. Άγνωστο πώς, λύθηκε το χειρόφρενο και το όχημα άρχισε να κυλά με την όπισθεν προς ένα παραβεβλημένο καΐκι, που μάλλον περίμενε εμπορεύματα: «….Όταν είδον ούτοι το φορτηγόν να πλησιάζει προς το πεζοδρόμιον ενόμισαν ότι ο οδηγός του έκανε όπισθεν για να πλησιάσει το σκάφος προς εκφόρτωσιν, δεδομένου ότι το πετρελαιοκίνητον ευρίσκετο εγγύτατα του κρηπιδώματος. Δια να διευκολύνουν μάλιστα τον ανύπαρκτον οδηγόν του αυτοκινήτου ήρχισαν να δίδουν …. οδηγίας προς τον υποτιθέμενον σωφέρ δια να πλησιάσει κανονικά. Ούτω εφώναζον προς αυτόν ‘’έλα-έλα ‘’. Και το αυτοκίνητον πράγματι ήρχετο! Όταν πλέον είχε έλθει προς αυτούς πέραν του κανονικού, τότε υποπτεύθησαν ότι κάτι συνέβαινε και έσπευσαν να απομακρυνθούν εις άλλα σημεία του καταστρώματος του σκάφους, ενώ το αυτοκίνητον με ανεπτυγμένην κάπως ταχύτηταν λόγω της κατωφερείας, επέπιπτε με πάταγον επί του πετρελαιοκίνητου και εσημείωνε εις το ενεργητικόν του μια πρωτοφανή περίπτωσιν συγκρούσεως αυτοκινήτου μετά πλοίου…..» (Ταχυδρόμος 11/12/58).

Αποτέλεσμα μια σπασμένη κουπαστή του σκάφους και το φορτηγό να παραμένει μετέωρο, μισό στο μουράγιο, μισό πάνω στη θάλασσα, έως ότου το αποσύρει γερανός. Πραγματικά ένα μοναδικό συμβάν.

Νομίζω πως κατατέθηκαν κάποιες ενδιαφέρουσες πτυχές -ενίοτε κι ευτράπελες- της λιμανίσιας καθημερινότητας.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου