Γρ. Καρταπάνης: Περιπέτειες φαροφυλάκων

γρ-καρταπάνης-περιπέτειες-φαροφυλάκ-440508

Η χρησιμότητα των φάρων είναι δεδομένη και αναντικατάστατη ακόμη και σήμερα με τα υπερσύγχρονα ναυτιλιακά βοηθήματα. Καθοδηγούν τα πλεούμενα υποδεικνύοντας τις ασφαλείς διαδρομές και επισημαίνοντας τους κάθε λογής κινδύνους, ώστε να εκτελείται απρόσκοπτα η ναυσιπλοΐα, δίχως ανεπιθύμητες καταστάσεις. Αυτό το σκοπό έχει η τοποθέτηση τους σε συγκεκριμένα σημεία (λιμάνια, διαύλους, ακρωτήρια κλπ), για την συγκρότηση ενός ολοκληρωμένου φαρικού δικτύου με την όσο το δυνατόν πληρέστερη φωτεινή σήμανση των θαλάσσιων δρόμων. Πολλές από τις θέσεις των φάρων είναι, γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, δυσπρόσιτες κι απομακρυσμένες και η προσέγγισή τους καθίσταται δυνατή μόνο από τη θάλασσα ή έστω από κακοτράχαλα και δύσβατα μονοπάτια που απαιτούν αρκετές ώρες πεζοπορίας – τουλάχιστον στα παλιότερα χρόνια. Τότε η επικοινωνία γίνονταν σχεδόν αποκλειστικά από το «φαρόπλοιο» που έκανε τους ανεφοδιασμούς και μετέφερε τα συνεργεία όταν απαιτούνταν επισκευές ή συντηρήσεις, ενώ επίσης εξυπηρετούνταν και οι μετακινήσεις των φαροφυλάκων, μιας και όλοι σχεδόν οι φάροι ήταν επανδρωμένοι.

Ετούτοι όμως οι ερημίτες, φύλακες άγρυπνοι της ναυσιπλοΐας, επιβαλλόταν πολλές φορές να μετακινούνται στον πλησιέστερο παράλιο οικισμό -όπου αυτό ήταν μπορετό- για ανάγκες της υπηρεσίας (αλληλογραφία, τηλεγραφήματα, εφόδια) ή δικές τους υποθέσεις, όπως και για τον τυχόν έλεγχο παρακείμενων φανών που υπάγονταν στη δικαιοδοσία τους. Έτσι για την εξυπηρέτηση αυτών των αναγκών οι φαροφύλακες διέθεταν συνήθως μικρή βάρκα, μόνο που τα σύντομα ετούτα ταξίδια συχνά, λόγω των καιρικών συνθηκών και των θέσεων των φάρων, μεταβάλλονταν συχνά σε πραγματική «οδύσσεια» με οδυνηρές ενίοτε επιπτώσεις, όπως θα δούμε πιο κάτω. Δεν ήταν λίγες οι φορές που η επιστροφή στη μοναξιά του φάρου καθίστατο αδύνατη ή επιτυγχανόταν μετά από επίπονο πλου, ενώ δεν έλλειπαν και οι τραγικές καταλήξεις. Για παράδειγμα στο φάρο του Τρίκερι, η επικοινωνία παλιότερα πραγματοποιούνταν με βάρκα ως την Αγία Κυριακή -κάπου δύο μίλια απόσταση- και για την ασφάλεια του μικρού πλεούμενου υπήρχε ανάμεσα στα βράχια, διαμορφωμένη υποδομή ανέλκυσης. Κι όταν φουρτούνιαζε το μπουγάζι κάθε πιθανότητα μετακίνησης ματαιώνονταν, έως ότου το επέτρεπαν οι καιρικές συνθήκες. Η επικινδυνότητα προκύπτει καταφανής και τούτο βεβαιώνεται με κάποια τραγικά περιστατικά όπου κάποιοι φαροφύλακες απωλέστηκαν κατά την τέλεση των καθηκόντων τους.

***

Το τραγικό συμβάν που θα μνημονεύσουμε, καταγράφεται στις αρχές Μαρτίου του 1963 στον Β. Ευβοϊκό. Από τα τέλη Φεβρουαρίου επικρατούσε στο Αιγαίο σφοδρή κακοκαιρία που επέφερε πολλά προβλήματα στη ναυσιπλοΐα. Απότοκο αυτών των δυσμενέστατων συνθηκών υπήρξε το ναυάγιο του φορτηγού πλοίου «Αίγλη» κοντά στην Ψαθούρα(1), από το οποίο διασώθηκε μόνον ο ασυρματιστής που τον περιμάζεψαν οι φαροφύλακες της απώτατης νησίδας των Β. Σποράδων. Τις επόμενες μέρες η κακοκαιρία συνεχίζονταν να μαίνεται σε όλη τη χώρα και η καθημερινή ειδησεογραφία εστιάζει την προσοχή της στα διάφορα προβλήματα που παρουσιάζονταν στη ναυσιπλοΐα, ενώ παράλληλα βρίσκονταν σε εξέλιξη η ανεύρεση σορών από το πολύνεκρο ναυάγιο. Δυστυχώς τότε προέκυψε ακόμη ένα τραγικό συμβάν με την απώλεια δύο φαροφυλάκων από τη νησίδα Στρογγυλή, του συμπλέγματος των Λιχαδονήσων, στην είσοδο του Β. Ευβοϊκού κόλπου. Στην προσπάθειά τους να προσεγγίσουν με μικρή βάρκα άλλο φάρο της περιοχής, λόγω της φουρτούνας, αυτή αναποδογύρισε με αποτέλεσμα να πνιγούν και οι δύο. Στο εκτενές δημοσίευμα της εφ. Ταχυδρόμος (5/3/1963) όπου γίνεται λόγος για τα προβλήματα της πολυήμερης κακοκαιρίας και την ανεύρεση πτωμάτων από το πλοίο Αίγλη, εμπεριέχεται και η τραγική είδηση για την περιπέτεια των δύο φαροφυλάκων:

«Επνίγησαν δύο υπαξιωματικοί.

Χάλκις 4. Κατά τηλεγραφικάς αναφοράς του λιμεναρχείου Στυλίδος προς το ενταύθα λιμεναρχείον, υπάρχουν σοβαραί υπόνοιαι ότι επνίγησαν πλησίον της νησίδος Στρογγυλή, εις τον ΒόρειονΕυβοϊκόν εξ ανατροπής της λέμβου των οι υπαξιωματικοί β’ της διευθύνσεως φάρων του Βασιλικού Ναυτικού, Σταύρος Καλιγιώργος και Δημ. Θεοδώρου. Ως εγνώσθη τας πρωϊνάς ώρας ανεχώρησαν ούτοι εκ της μικράς νησίδος Στρογγυλή, επιβαίνοντας αλιευτικής λέμβου, προς επιθεώρησιν του φάρου Βρωμολίμνης, εις την Ευβοϊκήν ακτήν. Αργότερον ο φαροφύλακας της Στρογγυλής αντελήφθη την λέμβον να έχη ανατραπή και να επιπλέουν εις την θάλασσαν διάφορα αντικείμενα. Ειδοποιηθέντα σχετικώς τα λιμεναρχεία Χαλκίδος, Βόλου και Στυλίδος, ενήργησαν καθ’ όλην την ημέραν ερεύνας εις την θαλασσίαν περιοχήν του Βορείου Ευβοϊκού, άνευ όμως αποτελέσματος. Ούτω πιστεύεται ότι οι δύο ως άνω ναυτικοί επνίγησαν λόγω της σφοδροτάτης θαλασσοταραχής».

Η νησίδα Στογγυλή είναι η νοτιότερη του συμπλέγματος των Λιχαδονήσων και φαίνεται καθαρά με το φάρο της κατά τη διέλευση της παλιάς, παραλιακής εθνικής οδού όπως προχωράμε από Καμμένα Βούρλα προς Αγ. Κωνσταντίνο. Να διορθώσουμε όμως ότι ο φάρος στο ακρωτήριο Βρωμολίμνη ή Κνημίς βρίσκεται στη φθιωτική ακτή απέναντι από τη Στρογγυλή σε απόσταση λίγο μεγαλύτερη από ένα μίλι. Προφανώς ο επικεφαλής του φάρου παρέμεινε στη νησίδα και οι δύο άτυχοι υφιστάμενοί του προσπάθησαν να προσεγγίσουν τον κάβο – Κνημίς, όπου πιθανόν ο φανός εκεί να παρουσίαζε κάποιο πρόβλημα. Οι έρευνες απέβησαν άκαρπες και μόνο η ανεύρεση της αναποδογυρισμένης λέμβου δεν άφηνε περιθώρια για ελπίδες. Άλλωστε και ο άλλος φαροφύλακας από την Στρογγυλή είχε δει ξεκάθαρα το ναυάγιο σύμφωνα με το δημοσίευμα της εφ. Ταχυδρόμος στις 5/3/1963:

«Άκαρποι αι έρευναι δια τους δύο φαροφύλακας. Η λέμβος ανευρέθη παρά τα Καμμένα Βούρλα. Χάλκις 5. “Η βαρκούλα είχε φθάσει κοντά στην Στρογγυλή όταν τα μεγάλα κύματα του Ευβοϊκού που λυσσομανούσε την αναποδογύρισαν και είδα τους δύο συντρόφους μου να χάνονται μέσα στην τρικυμία”. Με αυτά τα λόγια περιέγραψε ο συνάδελφος των κελευστών – φαροφυλάκων της νήσου Στρογγυλής του Στενού του Βορ. Ευβοϊκού, Διογένους Θεοδώρου και Στεφ. Καλιγιώργη, την εξαφάνισί τους καθώς επέστρεφον από την απέναντι ακτή της Ευβοίας. Εν τω μεταξύ συνεχίσθηκαν και σήμερον καθ’ όλην την ημέραν, υπό των λιμενικών αρχών Χαλκίδος, Στυλίδος και Βόλου αι ερεύναι δια την ανεύρεσιν των αγνοουμένων υποκελευστών της διευθύνσεως φάρων, άνευ αποτελέσματος. Κατόπιν αυτού οι δύο ανωτέρω θεωρούνταν ως οριστικώς απολεσθέντες. Εξ’ άλλου κατά τηλεγράφημα εκ Λαμίας, εις την παραλίαν μεταξύ Καμμένων Βούρλων και Αγ. Κωνσταντίνου επεσημάνθη ημιβυθισμένη μικρά λέμβος την οποίαν αι λιμενικαί αρχαί ειδοποιηθείσαι, ανέλκυσαν. Ως διεπιστώθη πρόκειται περί της λέμβου της οποίας επέβαινον αι υποκελευσταί Καλιγιώργης και Θεοδώρου. Υπό των λιμενικών αρχών διενεργούνται έρευναι προς τυχόν ανεύρεσιν των πτωμάτων».Όπως φαίνεται οι άτυχοι φαροφύλακες πνίγησαν καθώς επέστρεφαν προς τη νησίδα Στρογγυλή. Πιθανόν για κάποιο λόγο, εκτός από την επίσκεψη στο φάρο Βρωμολίμνης, θα είχαν μεταβεί και απέναντι στην Εύβοια, αλλά τους πρόλαβε το ξέσπασμα του καιρού.

Την επομένη (Ταχυδρόμος 7/3/63) σε μικρό δημοσίευμα αναφέρεται η ανάσυρση ευρημάτων που βεβαίωναν την τραγική κατάληξη, έστω κι αν συνεχίζονταν ακόμη η αναζήτηση των πνιγμένων φαροφυλάκων που χάθηκαν κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους: «Άκαρποι αι έρευναι διά τους 2 φαροφυλάκας. Χάλκις 6. Αλιεύουσα μεταξύ Αρκίτσης – Αιδηψού εις την θαλασσίαν περιοχήν του βορείου Ευβοϊκού η ανεμότρατα Αγ. Ελευθέριος ανέσυρε την εσπέραν της χθες δια των δικτύων της σακκάκι του απολεσθέντος υποκελευστού της διευθύνσεως φάρων Σταμ. Καλιγεώργη, ετών 23 εκ Τήνου. Εις το σακκάκι υπήρχεν το ωρολόγιον του Καλιγεώργη το οποίον εξηκολούθει να λειτουργή κανονικώς, διάφοροι φωτογραφίαι και σημειώσεις του, το πορτοφόλι του 2.500 δρχ, η υπηρεσιακή του ταυτότης, ένας αναπτήρας και άλλα αντικείμενα. Τα πτώματα των δύο υποκελευστών παρά τας συνεχιζομένας ερεύνας των λιμενικών αρχών, δεν ανευρέθησαν».

Τις επόμενες μέρες, τουλάχιστον στην εφ. Ταχυδρόμος, δεν συναντούμε κάποιο σχετικό δημοσίευμα, αν και η τραγική κατάληξη θεωρείται επιβεβαιωμένη. Πρόκειται για μια χαρακτηριστική περίπτωση των κινδύνων που διέτρεχαν άλλοτε οι φαροφύλακες αλλά και της αυταπάρνησης που τους διέκρινε κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

(1) Το πολύνεκρο ναυάγιο του πλοίου «Αίγλη» συνέβη λίγο πριν τα μεσάνυχτα της 23ης προς την 24η Φεβρουαρίου 1963 λόγω σφοδρής θαλασσοταραχής σε μικρή απόσταση (500 έως 1000 μέτρα) από τη νησίδα Ψαθούρα. Επρόκειτο για ένα φορτηγό πλοίο ηλικίας 42 χρόνων και ολικής χωρητικότητας 2000 περίπου κόρων φορτωμένο με σιδηροπυρίτη από τη Θεσσαλονίκη για την Αίγυπτο. Από τα 22 άτομα του πληρώματος διασώθηκε μόνον ο ασυρματιστής Μιχ. Κάκαρης που κατάφερε να φθάσει στην ακτή της Ψαθούρας έπειτα από πολύωρη πάλη με τα κύματα, όπου τον βρήκαν το πρωί και τον περιέθαλψαν οι φαροφύλακες του νησιού. Οι τελευταίοι στις καταθέσεις τους για το συμβάν δήλωσαν πως δεν αντιλήφθησαν μέσα στη νύχτα και τη φουρτούνα το καράβι που βυθίζονταν παρά μόνο αργότερα τους προβολείς παραπλέοντων πλοίων που σάρωναν την τρικυμισμένη θάλασσα αναζητώντας ναυαγούς, γι’ αυτό και με το ξημέρωμα περιήλθαν τις ακτές της νησίδας όπου εντόπισαν τον μοναδικό διασωθέντα. Το τραγικό συμβάν απασχόλησε για μέρες τον τοπικό τύπο καθώς εξελίσσονταν η αναζήτηση και ανεύρεση των απολεσθέντων ναυτικών, αλλά και αργότερα με τις ανακρίσεις και τη δίκη που ακολούθησαν προκειμένου να καταδειχτούν τα αίτια του ναυαγίου. Πρόκειται για ένα από τα πλέον πολύνεκρα ναυάγια στις Β. Σποράδες. Ιδιαίτερο δημοσίευμα για το περιστατικό παρουσιάσαμε σε τούτη εδώ τη σελίδα στις 4/10/2009.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου