Γρηγόρης Καρταπάνης: Μπάνια μετ’ εμποδίων

γρηγόρης-καρταπάνης-μπάνια-μετ-εμπο-794063

ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΕΣ ΑΝΑΔΡΟΜΕΣ

Με τον ίδιο είχαμε μνημονεύσει πριν από τρία περίπου χρόνια, ειδήσεις σχετικές με απαγορεύσεις και άλλα κωλύματα στην απρόσκοπτη «λήψη λουτρού» στις παραλίες του Βόλου κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου.

Οι καταστάσεις αυτές προέρχονταν από δύο κυρίως αιτίες:

1) Η εμφάνιση,από τη δεκαετία του ’20 ακόμη, των μικτών μπάνιων σε ελεύθερες αρχικά παραλίες, τακτική που καθιερώθηκε την επόμενη δεκαετία με την γενική τους αποδοχή, αποτέλεσε την αιτία για συχνές απαγορευτικές διατάξεις της κολύμβησης σε χώρους πέρα από τις οργανωμένες και θεσμοθετημένες πλαζ Αλυκών και Αναύρου, όπου υπήρχαν οι χωριστές καμπίνες ανδρών – γυναικών και με επιτήρηση λιμενικού οργάνου απαγορεύονταν το κοινό μπάνιο των δύο φύλων. Οι ποικίλες απαγορευτικές ανακοινώσεις με το πέρασμα του χρόνου γίνονταν όλο και πιο ελαστικές καθώς τα μικτά μπάνια (μπεν – μιξτ) αποκτούσαν καθολική προτίμηση. Ηδη απο τα 1920 ακόμη τα Πευκάκια καθιερώνονταν ως ελεύθερη παραλία, όπως σιγά – σιγά και οι παρακείμενες ακτές στις πλαζ Αλυκών και Αναύρου. Οι περιορισμοί αργότερα επισημαίνονταν σε χώρους κοντά στο λιμάνι ή μέσα σε αυτό, όπως η «λήψις λουτρού επί του κυματοθραύστου», μιας και πολλοί, νεαροί κυρίως βολιώτες, τον προτιμούσαν για θεαματικές βουτιές.

2) Εμπόδιο για τα χαμηλότερα βαλάντια υπήρξε πολλές φορές η τσιμπημένη τιμή του εισιτηρίου για τις οργανωμένες πλαζ – του «δικαιώματος λουτρού» όπως λέγονταν – το οποίο σε συνδυασμό με τα έξοδα μετάβασης, ήταν σε καθημερινή βάση, δυσβάστακτη δαπάνη για μια πολυμελή οικογένεια. Γι’ αυτό προτιμούνταν, απο τα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα, οι ελεύθερες παραλίες ή ακόμη διατυπώνονταν το αίτημα για απρόσκοπτη είσοδο στις οργανωμένες, πλαζ χωρίς να γίνεται χρήση των διαφόρων παροχών (καμπίνες, ομπρέλες, ξαπλώστρες, θαλάσσια παιχνίδια κα.). Και τούτο γιατί οι εκμισθωτές του παραλιακού χώρου, τόσο στον Αναυρο, όσο και στις Αλυκές φρόντιζαν να νοικιάζουν ευρύτερη έκταση, περιφράζοντάς τη (ενίοτε παρατηρούνταν και παράνομες επεκτάσεις της περίφραξης), ώστε να περιορίζονται οι όμορες, ελεύθερες ακρογιαλιές. Ομως οι λουτρικές εγκαταστάσεις με τα διάφορα κομφόρ που αναφέραμε πιο πάνω υπήρχαν μόνο στο κεντρικό σημείο της πλαζ, με τα άκρα να μην διαθέτουν καμία ιδιαίτερη «λουτρική υπηρεσία». Οπότε συχνά διατυπώνονταν η αντίρρηση για την πληρωμή εισιτηρίου εισόδου, εφόσον οι λουόμενοι δεν έκαναν χρήση των παρεχόμενων μέσων και υπηρεσιών. Επιπλέον στην οργανωμένη «Πλαζ Λουτρών Αλυκών» υπήρχε η μοναδική αποβάθρα (σκάλα) σε όλη την περιοχή για την αποβίβαση του κόσμου που κατέφθανε με τις βενζίνες, και πολλοί απλά ήθελαν μόνο να διέλθουν απο την πλαζ για να μεταβούν σε διπλανές, ελεύθερες, ακτές ή ακόμη στα σπίτια τους ή και στ’ αγροκτήματά τους. Συχνά παρατηρούνταν το φαινόμενο να απαγορεύει ο επιχειρηματίας της πλαζ τη δωρεάν δίοδο με το αιτιολογικό ότι πολλοί εξαπατούσαν τον υπάλληλο και κρυφά παρέμεναν στο χώρο της πλαζ. Αυτά συνέβαιναν τόσο στα χρόνια του Μεσοπολέμου όσο και μεταπολεμικά, ως τα μέσα περίπου της δεκ. του ’50, οπότε, με την διαρκή ανάπτυξη των Αλυκών, κατασκευάστηκαν και άλλες δύο αποβάθρες.

Τα μπάνια κοστίζουν

Στην εφ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ πριν απο 80 χρόνια, στις 21/6/1936 υπάρχει ένα σχετικό με τα παραπάνω, ενδιαφέρον δημοσίευμα με τίτλο:«Η θάλασσα είδος πολυτελείας! Υπό απηνή δίωξιν οι λουόμενοι. Αι τιμαι εις τον Άναυρον και τας Αλυκάς».

Ο συντάκτης του άρθρου καταγγέλλει τις ακριβές τιμές των εισιτηρίων στις πλαζ που καθιστούν αδύνατο το μπάνιο για τις ασθενέστερες οικονομικά τάξεις, παραθέτοντας και το σχετικό εξοδολόγιο. Ακόμη επικαλείται την παρέμβαση των αρμόδιων αρχών (τοπικών και Υπουργείου) για μείωση των τιμών, ώστε να μην αναγκάζονται οι βολιώτες να μεταβαίνουν σε απομακρυσμένες ή ακατάλληλες για μπάνιο παραλίες και βέβαια να μην απαγορεύονται τα ελεύθερα (μικτά) μπάνια εκτός των οργανωμένων πλαζ.

Διαβάζουμε σχετικά:

«Το Λιμεναρχείον δυνάμει της υφισταμένης μεταξύ των ενοικιαστών των λουτρών Αναύρου και Κράτους, συμβάσεως, εξέδωσεν εφέτος διαταγήν η οποία ρητώς και κατηγορηματικώς απαγορεύει πάλιν τα θαλάσσια λουτρά απο τας εκβολάς του Αναύρου, μέχρι του Δημοτικού νοσοκομείου, καθότι ο χώρος αυτός δυνάμει της συμβάσεως είναι της αποκλειστικής, επί μιαν δεκαετίαν, εκμεταλλεύσεως (απο του 1933 έως το 1943) αντί 40.000 δραχμών ετησίως, των ενοικιαστών των λουτρών. Λαμβανομένου υπόψιν ότι απαγορευτικαίδιαταγαί δια τα ελεύθερα θαλάσσια λουτρά υφίστανται και δια τας Αλυκάς, τον λιμενοβραχίονα και άλλους παραθαλάσσιους χώρους, δημιουργείται πλέον η εντύπωσις ότι οι λουόμενοι ετέθησαν εν πλήρειδιωγμώ και υπόκαταδίωξιν δια να αναγκασθούν εκόντες άκοντες, να καταφύγουν τελικώς εις τας καμπίνας των Αλυκών και του Αναύρου.

Δε θα είχε κανείς αντίρρησιν να κρίνη εν μέρει ορθήν την διαταγήν αυτήν του Λιμεναρχείου, εάν διαφορετική απο την σημερινήν ήτο η διατίμησις των λουτρών, τόσον εις τας Αλυκάς, όσον και εις τον Άναυρον. Αλλ’ η διατίμησιςυπερβαίνει τα όρια της ανοχής αλλά και της οικονομικής αντοχής των περισσοτέρων λουομένων. Το υπουργείον βάσει της εντεύθεν εισηγήσεως της προκατόχου της σημερινής λιμενικής αρχής ,δεν έφερεναντίρρησιν εις τας τιμάς και ώρισε 4 μεν δραχμάς μέχρι της 9ης πμ. και απο της ώρας αυτής και πέραν – ώρας κατά τας οποίας επωφελούμενος της μεσημβρινής και απογευματινής αναπαύσεως , θα μεταβή για λουτρό ο υπάλληλος, ο εργάτης – δραχμάς πέντε παρακαλούμεν, δηλαδή ο βολιώτης πια αν και έχει μπρος στα μάτια του την θάλασσαν, αναγκάζεται να πληρώνη, υπολογιζόμενης και της τιμής εισιτηρίου του τραμ , 250 περίπου δραχμάς κατά μήνα για τα θαλάσσιά του λουτρά και μια οικογένεια με 3-4 μέλη 750 έως 1000 δραχμάς.

Είδος πολυτελείας λοιπόν απέβη και η θάλασσα, ακόμη και εις τον περίφημον τόπον μας. Διότι πως αλλιώς μπορεί να χαρακτηρισθή, όταν για μια καθημερινή χρήσι λουτρού είναι κανείς υποχρεωμένος να πληρώνη 250 και 500 δραχμάς μηνιαίως. Νομίζομεν ότι το υπουργείον προς της κοινής απαιτήσεως οφείλει να τροποποιήση την διατίμησιν. Οφείλει να υποβιβάση αισθητώς τας τιμάς. Δύο δραχμαί, τρείς το πολύ, είναι αρκετά δια να καλύψουν τα έξοδα των ενοικιαστών. Και μαζί μ’ αυτό να διατάξει επίσης, όπως ατονήσουν και οι υφιστάμεναι δι’ ωρισμένους άλλους παραθαλάσσιους χώρους, απαγορευτικαίδιαταγαί, ώστε και οι αδυνατούντες και το τρίδραχμον και δίδραχμον να καταβάλουν, να μην επιχειρούν πορείας χιλιομέτρων για να πάρουν το μπάνιο τους…».

Παρακάτω, στο ίδιο δημοσίευμα παρατίθενται και οι απόψεις του Λιμενάρχη, που δείχνει πρόθυμος να επιληφθεί του θέματος και να βρεθεί μια κοινά αποδεκτή λύση:

«Ο λιμενάρχης κ. Κωνσταντινίδης προς τον οποίον εξεθέσαμεν τα παράπονα αυτά δια την υπερβολικήν τιμήν των 5 δραχμών, εφάνηπροθυμώτατος να εξετάση το ζήτημα. Το Λιμεναρχείο νευρέθη – λέγει – προ μιας διατιμήσεως εφαρμοσθείσης και πέρυσι υπό της προκατόχου λιμενικής αρχής, προ ενός τετελεσμένου δηλαδή γεγονότος. Δεν μπορώ βέβαια να υποστηρίξω απολύτως ότι η τιμή των 5 δραχμών είναι προσιτή. Θα καλέσω πάντως τους ενοικιαστάς προς επανεξέτασιν του ζητήματος και εφ’ όσον διαπιστωθήπεριθώριον η τιμή ασφαλώς θα υποβιβασθή. Ας έχουν συνεπώς ολίγηνυπομονήν οι βολιώται. Η δραστηριότης και η ευθυκρισία του κ. Λιμενάρχου αποτελούν εγγύησιν ότι το ζήτημα θα τακτοποιηθή κατά τρόπον ικανοποιούντα τας απόψεις ολοκλήρου της πόλεως».

Απο τη στάση του Λιμενάρχη διαφαίνεται ότι πιθανότατα θα προέκυψε κάποια βελτίωση των πραγμάτων, αν και το φαινόμενο του υψηλού τιμήματος για την είσοδο στις οργανωμένες πλαζ διαχρονικά απασχολούσε την τοπική κοινωνία.

Εμπόδια και στα Πευκάκια

Στην ίδια περίπου κατεύθυνση κινείται και το παρακάτω δημοσίευμα, το επόμενο καλοκαίρι, όπου και πάλι θίγεται το ζήτημα των ελεύθερων ακτών για όσους δεν έχουν τη δυνατότητα να πληρώνουν εισιτήριο στις πλαζ Αλυκών και Αναύρου. Ο συντάκτης της εποχής απευθύνεται προς τη Λιμενική Επιτροπή του Βόλου, προκειμένου να μεριμνήσει για τον καθαρισμό και εξωραϊσμό της παραλίας των Πευκακίων – ακατάλληλης για μπάνιο σε ορισμένα σημεία – ώστε να μπορούν οι βολιώτες να απολαμβάνουν τη θάλασσα. Πρόκειται άλλωστε για μια προνομιούχα, λόγω και των πεύκων, περιοχή που μπορεί να αξιοποιηθεί με μικρό σχετικά κόστος σε μια εποχή που τα ελεύθερα, μικτά μπάνια κέρδιζαν την καθολική αποδοχή:

«Τα Πευκάκια και η Λιμενική Επιτροπή.

Τα Πευκάκια καθ’ όλην την διάρκειαν του θέρους συγκεντρώνουν καθημερινώς πλήθη συμπολιτών, πολλοί των οποίων μη διαθέτοντες το ποσόν που απαιτείται δια να απολαύση τις την θάλασσαν εις τις Αλυκές και εις τον Άναυρον, αναγκάζονται να κάνουν το μπάνιο τους εις τον προ των βράχων των Πευκακίων, θαλάσσιονχώρον. Η θαλάσσια όμως εκείνη έκτασις δεν είναι κατάλληλος δια λουτρά, εις την κατάστασιν εις την οποίαν ευρίσκεται σήμερον. Δια να εξυπηρετηθή, λοιπόν, ο κόσμος των λουομένων εκεί, είναι ανάγκη η Λιμενική Επιτροπή να διαθέση ένα μικρό ποσόν δια τον καθαρισμό της ακτής εκείνης και την απαλλαγή του βυθού των εκεί αβαθών υδάτων απο τις απειροπληθείς κοπτερές πέτρες τους αχινούς, τα ξύλα κλπ. απο τα οποία αρκετοί καθημερινώς εκ των κολυμβητών κατατσακίζονται.

Υποθέτομεν ότι η Λιμενική Επιτροπή, η οποία εισπράττει πέντε και πλέον εκατομμύρια δραχμών ετησίως απο τας διαφόρους φορολογίας που επέβαλεν εις τους συμπολίτας, έχει υποχρέωσιν να εξοδεύση και κάτι χάριν των πτωχοτέρων λουομένων Βολιωτών, μετατρέπουσαδι’ ωρισμένωνμικροέργων εις ευχάριστον αλλά και ακινδυνονλουτρικήνπεριοχήν την κατά τα άλλα ωραίανακτήν των Πευκακίων». (ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 29/7/1937).

Δεν γνωρίζουμε, τουλάχιστον απο τον τύπο της εποχής, αν και σε ποιό βαθμό ανταποκρίθηκε στο επιτακτικό αίτημα η Λιμενική Επιτροπή, που συνήθως, όπως και άλλοι τοπικοί φορείς, αντιδρούσαν θετικά, έστω κάποιες φορές και με τη σχετική καθυστέρηση. Η παραλία των Πευκακίων αν και περιορισμένη, λόγω των πυριτιδαποθηκών τα προπολεμικά χρόνια, υπήρξε προσφιλής για τους βολιώτες χάρη και στο πράσινο που διέθετε απο τα πολυάριθμα πεύκα κυρίως στο άλσος Σέφελ.

Σε μια γενικότερη αποτίμηση, εμπόδια για την απρόσκοπτη απόλαυση των θαλάσσιων μπάνιωνπάντοτε προέκυπταν και πάντοτε καταβάλλονταν προσπάθειες για την απάλειψή τους.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου