Γρηγόρης Καρταπάνης:Δυσοίωνες προοπτικές το καλοκαίρι του 1953

γρηγόρης-καρταπάνηςδυσοίωνες-προοπ-813711

ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΕΣ ΑΝΑΔΡΟΜΕΣ

Τα καλοκαιρινά ρεπορτάζ των τοπικών εφημερίδων που αναφέρονται στα εξοχικά κέντρα του Βόλου και τις διάφορες δραστηριότητές τους, δημοσιεύονται σε ολόκληρη τη διάρκεια της θερινής περιόδου: τόσο στις αρχές με τις προετοιμασίες και τις νέες προοπτικές, όσο και στη συνέχεια με την πληροφόρηση για τους ρυθμούς της κίνησης, τα μουσικά προγράμματα και τις όποιες άλλες υπηρεσίες προσφέρονταν. Πέρα από τις ενδιαφέρουσες, κάθε μορφής ,πτυχές της καλοκαιρινής καθημερινότητας, το αναγνωστικό κοινό ενημερώνεται αναλυτικά, μέσα και από τις διαφημιστικές καταχωρήσεις και ανακοινώσεις των κέντρων για την πολυποίκιλη και υψηλού επιπέδου παροχή υπηρεσιών, στην λουτρική αναψυχή την εστίαση και τη βραδινή διασκέδαση.

Γενικά τα δημοσιεύματα αυτού του είδους που κάνουν λόγο για τα εξοχικά κέντρα, αποτελούν πολύτιμη πηγή πληροφόρησης για την καλοκαιρινή αναψυχή και διασκέδαση στο Βόλο κατά τη δεκαετία του ’50 και ως το 1965 τουλάχιστον, όπως επισημάναμε και στο προηγούμενο άρθρο μας. Οι παραλίες του Αναύρου, των Πευκακίων και των Αλυκών με τα εκεί υπάρχοντα μαγαζιά κάθε καλοκαίρι συγκεντρώνουν πλήθη επισκεπτών, όχι μόνο από την πόλη αλλά και από την ευρύτερη Μαγνησία ή και άλλα μέρη της Θεσσαλίας.

Καλοκαιρινά κέντρα υπήρχαν όμως και μέσα στο πολεοδομικό συγκρότημα ή κυρίως, στις παρυφές του, πέρα από τα παραθαλάσσια, με επίσης αξιοπρόσεχτη – βραδινή βέβαια -λειτουργία με αξιόλογα μουσικά συγκροτήματα σε ελκυστικό περιβάλλον με κήπο και όμορφη διακόσμηση. Και για ετούτα τα καταστήματα υπάρχουν ξεχωριστές αναφορές με ιδιαίτερη επισήμανση στα μουσικά σχήματα που παρουσιάζονταν. Συχνά μέσα από αυτή την ειδησεογραφία αποτυπώνεται η συνολική μορφή της διασκέδασης στο Βόλο κατά τη χρονική περίοδο που προαναφέραμε.

Ενα ενδιαφέρον κείμενο

Τα καλοκαιρινά δημοσιεύματα για τα κέντρα συνήθως υπερθεματίζουν τα τεκταινόμενα, εκθειάζουν την ζωηρή κίνηση και γενικότερα αποτυπώνουν την πλούσια τουριστική δραστηριότητα που θεωρείται άκρως ευεργετική για τον τόπο. Ανάμεσά τους όμως, κάποιες χρονιές, συναντούμε και ορισμένα που κάνουν λόγο για περιορισμένη κινητικότητα, μισογεμάτα μαγαζιά, παρουσιάζοντας μια μάλλον απογοητευτική κατάσταση που τύχαινε κατά καιρούς για διάφορους λόγους αλλά και ατυχείς συγκυρίες.

Οπως στο δημοσίευμα της εφ. Ταχυδρόμος στις 21/6/1953 με τίτλο «Μια σύντομη ματιά στα εξοχικά κέντρα του Βόλου – Αναζητώντας τη δροσιά». Το εν λόγω ρεπορτάζ δημοσιεύεται καθώς το καλοκαίρι προχωράει και η κίνηση που παρατηρείται είναι εξόφθαλμα μειωμένη, ώστε να προβληματίζει σοβαρά τους ενδιαφερόμενους. Η κατάσταση αποτυπώνεται γενική για όλα σχεδόν τα εξοχικά κέντρα, παραθαλάσσια και μη (περισσότερο για εκείνα μέσα στο Βόλο) και στο τέλος του κειμένου εκφράζονται οι ελπίδες για την αλλαγή του τοπίου τις επόμενες βδομάδες όταν θ’ αυξηθεί η ζέστη και η αναζήτηση δροσιάς θα γίνει πιο επιτακτική.

Παραθέτουμε το δημοσίευμα: «Μολονότι ευρισκόμεθα στην καθαυτό θερινή περίοδο και θα έπρεπε να υπάρχη ζωηρή κίνησις στα εξοχικά κέντρα του Βόλου, εν τούτοις καμμία ιδιαίτερη κίνησις δεν παρουσιάζεται σ’ αυτά. Καθαρώς βέβαια εξοχικά κέντρα δεν υπάρχουν, θα μπορούσε να πη κανείς, στο Βόλο. Απλώς υπάρχουν μερικά οπωσδήποτε απομωνομένα κέντρα εις τα άκρα της πόλεως τα οποία καλώς ή κακώς χαρακτηρίζονται εξοχικά: Αρκεί να ρίξη κανείς μια ματιά στα κέντρα αυτά για να βεβαιωθή πόση νέκρα παρουσιάζουν. Εξ’ αιτίας του καιρού που εφέτος άργησε να μετατραπή εις καλοκαιρινόν, άργησαν και τα κέντρα αυτά να λειτουργήσουν. Και τώρα όμως που άνοιξαν είναι σαν… να μην άνοιξαν. Γιατί ελάχιστος κόσμος τα επισκέπτεται κι αυτός μόνον τις Κυριακές ή τις εορτές. Τις άλλες μέρες δεν πατάει ψυχή γι’ αυτό και μερικά εξοχικά κέντρα δεν ανοίγουν καν, ή είναι ανοιγμένα τυπικώς, επειδή κατοικούν παραπλεύρως οι ιδιοκτήται τους. Ετσι ένας ολόκληρος κόσμος που επερίμενε να εργαστή αυτό το καλοκαίρι, είναι καταδικασμένος σε ανεργία. Οι λόγοι της απραξίας αυτής δεν είναι δύσκολο να προσδιοριστούν, είναι αποτέλεσμα της οικονομικής στεναχώριας του κόσμου.

Παρ’ όλα αυτά ας ρίξωμε μια ματιά σε μερικά από αυτά τα κέντρα. Εκεί στο Καπακλή, στην οδό Βόλου – Λαρίσης, είναι το κέντρο Λεύκα του κ. Στεφ. Τζούστα. Περιποιημένον κατάστημα με κήπο γεμάτον πρασινάδες και λουλούδια, θα πρέπει να συγκέντρωνε άλλοτε πολύν κόσμον. Τώρα όμως αδρανεί. Στην ίδια αδράνεια έχει περιπέσει και το εξοχικό κέντρο Χελιδόνια του κ. Ελ. Παπαδημητρίου. Ευρίσκεται στον ίδιο δρόμο Βόλου – Λαρίσης και είναι από τα τελευταία οικήματα του Βόλου. Έχει κι αυτό τις πρασινάδες του, την πίστα του, μόνο… κίνησι δεν έχει. Η Νέα Ιωνία έχει επίσης τα εξοχικά της, μόνο που δύο από τα σημαντικώτερα της βρίσκονται κοντά στο… νεκροταφείο, προφανώς για να θυμίζουν στους πελάτες τους την ματαιότητα των εγκοσμίων και ότι επομένως πρέπει να γλεντούν. Υπήρχε κι ένα τρίτο ανάμεσα σ’ αυτά ,αλλά… τόφαγε προ μηνών η οικονομική κρίσις. Υπάρχει λοιπόν εκεί το κέντρον του κ. Π. Τζουμαλή πολύ περιποιημένο με καλαισθησία και φροντίδα, κέντρο με πραγματικά νοικοκυρεμένη όψι. Περιεχόμενο όμως – πελατεία – ασήμαντο, μόνο τις Κυριακές και τις εορτές.

Απέναντι είναι το καφέ – μπαρ ο Κρίνος του κ. Ιω. Αρναούτη. Κι αυτό νοικοκυρεμένο με δροσερό κήπο στο πίσω μέρος του, με κάθε φροντίδα πλαισιωμένο. Ο καταστηματάρχης όμως κι η γυναίκα του που το διατηρούν είναι απελπισμένοι από τη νέκρα που παρουσιάζει. Και που όπως φαίνεται είναι άγνωστο πόσο ακόμα θα κρατήση.Απ’ τα γνωστότερα κέντρα προς τα βόρεια άκρα της πόλεως είναι του Παχή και τα Ρουμπέικα. Το πρώτο, μια καθημερινή που περάσαμε από κει, ήταν κλειστό. Το δεύτερο βρίσκεται εκεί στο τέρμα της οδού Κ. Καρτάλη, πολύ ψηλά όμως, μεταξύ Βόλου και Ανω Βόλου περίπου. Διαθέτει τον κήπο του και την πίστα του και την πελατεία του τόσο από ανοβολιώτες, όσο και από κατοβολιώτες. Από ανθρώπους δηλαδή που θέλουν να λασκάρουν από το χωριό τους και από άλλους που θέλουν να βρεθούν πιο κοντά στην ύπαιθρο. Αυτά βέβαια συμβαίνουν στα βόρεια. Αν περάσουμε την … διακεκαυμένη ζώνη της πόλεως, φθάνουμε στην εύκρατη ζώνη της παραλίας. Εδώ βέβαια είναι τα γνωστά παραλιακά καφενεία. Αν όμως προχωρήσετε προς τον Άγιο Κωνσταντίνο θα συναντήσετε τα εκεί εξοχικά του και πιο πέρα τα παραθαλάσσιά του, τα Καλαμάκια του κ. Σταμοπούλου, δροσερότατα και μ’ όλη τη δροσιά του θαλασσινού αέρα, την παραλιακή ταβέρνα του κ. Χασαπλέρη, το κέντρο Ακρογιαλιά του κ. Αντ. Σιώρου και λίγο πιο πέρα από το Μουσείο το Νέον Φάληρον του κ. Μ. Τσιβινίκου.

Από κει και πέρα είναι τα γνωστά παραθαλάσσια κέντρα του Αναύρου: η Καλλιθέα, το Ακταίον και η Αύρα. Αυτά έχουν κάποια κίνησι προς το μεσημέρι, από τους λουόμενους και τις λουόμενες και από όσους έρχονται για να δροσιστούν ή να παίξουν ρόλο… καλλιστειακής επιτροπής προς ανάδειξιν της… μις λουομένης, έστω και εν αγνοία της. Τα βραδάκια πολύ λίγη κίνησι έχουν, εκτός πάντα από τις αργίες και τις Κυριακές, που δεν μπορούν βέβαια να ικανοποιήσουν με το τζίρο τους, τους καταστηματάρχες. Τελευταίο απ’ τα εξοχικά του Αναύρου είναι το Φάληρον, κι αυτό χωρίς μεγάλη κίνησι.

Ας ελπίσωμε, ή μάλλον ας ελπίσουν τα εξοχικά μας, ότι τώρα με το φούντωμα της ζέστης ο κόσμος θα τραβήξει προς τα εκεί για να δροσισθή και για να… ζεσταθή λιγάκι η καρδιά των ιδιοκτητών των κέντρων μας».

Κάποιες επισημάνσεις

Μετά την ανάγνωση του παραπάνω και οπωσδήποτε ενδιαφέροντος κειμένου για την περιορισμένη κίνηση στα εξοχικά κέντρα του Βόλου στις αρχές του καλοκαιριού του 1953, γίνονται προφανείς ορισμένες βασικές επισημάνσεις.

Α’) Ο συντάκτης της εποχής καταγράφει την προβληματική κατάσταση με διεισδυτική ματιά, γλαφυρότητα και χιούμορ, προσφέροντας στον αναγνώστη ένα ελκυστικό δημοσίευμα παρά τις αρνητικές του παρατηρήσεις. Το κείμενο, εκτός από ενδιαφέρον ρεπορτάζ θα μπορούσε να θεωρηθεί και ως Χρονογράφημα με ρεαλιστική αλλά και χιουμοριστική αποτύπωση της πραγματικότητας.

Β’) Ως αιτίες της μειωμένης κίνησης των καταστημάτων επισημαίνονται οι καιρικές συνθήκες και η οικονομική δυσπραγία του κόσμου. Φαίνεται πως ο Ιούνιος του 1953 υπήρξε ιδιαίτερα άστατος και ο καιρός άργησε να στρώσει, προκαλώντας αρρυθμίες στην καλοκαιρινή δραστηριότητα. Επίσης από οικονομικής πλευράς τα πράγματα ήταν μάλλον δύσκολα σε μια περίοδο όπου η χώρα και η κοινωνία αντιμετώπιζαν ακόμη τις οδυνηρές συνέπειες της δεκάχρονης περιπέτειας με τον πόλεμο την Κατοχή και τον Εμφύλιο. Σε παλιότερες καλοκαιρινές μας αναδρομές για τις Βενζίνες το καλοκαίρι του 1953 ,επισημαίνονταν η περιορισμένη κίνηση στα δρομολόγια τους γεγονός που προβλημάτιζε σοβαρά τους ιδιοκτήτες τους. Ως αιτίες της ύφεσης αναφέρονταν κυρίως οι εκδρομές με λεωφορεία αλλά και καίκια σε μακρινότερους προορισμούς στον Παγασητικό.

Γ’) Ο συντάκτης μας δίνει ένα σχεδόν πλήρες τοπίο για τα εξοχικά κέντρα του Βόλου επιμένοντας περισσότερο σ’ εκείνα που βρίσκονται στο πολεοδομικό συγκρότημα και τις παρυφές του. Με συντομία αναφέρεται σ’ εκείνα του Αναύρου, ενώ αφήνει απέξω τα γνωστά καταστήματα Πευκακίων και Αλυκών που διαχρονικά είχαν τη δική τους πρωταγωνιστική παρουσία στην εν γένει καλοκαιρινή δραστηριότητα. Ίσως την συγκεκριμένη περίοδο να αποτελούσαν εξαίρεση από την προβληματική κατάσταση. Άλλωστε τα παραλιακά κέντρα κέρδιζαν πάντοτε και τη μεγαλύτερη προβολή.

Οπως φαίνεται εκείνο το καλοκαίρι του 1953 – στις αρχές του τουλάχιστον – τα πράγματα δεν παρουσιάζονταν ευοίωνα για τα εξοχικά κέντρα, αν και στη συνέχεια υπήρξε ανάκαμψη που βελτίωσε την κατάσταση, «με το φούντωμα της ζέστης» που επικαλείται και ο αρθρογράφος. Αρκετές φορές, για συγκεκριμένους λόγους και ιδιαίτερες συγκυρίες ,εμφανίζονταν διαστήματα ύφεσης στην καλοκαιρινή κίνηση, αλλά σε μια γενικότερη αποτίμησή της καταγράφεται ως αξιόλογη και αυξημένη τόσο σε ποσότητα όσο και σε ποιότητα.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου