Η υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου

η-υποβάθμιση-του-βιοτικού-επιπέδου-313841

Σε ένα σκληρό εργασιακό σκηνικό είναι απολύτως λογικό, ως καταναλωτές οι εργαζόμενοι να είναι φειδωλοί

Η υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου είναι εδώ. Πόσο όμως ακόμη μπορεί ο κόσμος να αντέξει να του κλέβουν τη ζωή;

Η κρίση και τα διαδοχικά μνημόνια επέφεραν αλλαγές στην αγορά εργασίας, που ήταν καταιγιστικές και εξίσου εφιαλτικές για τους εργαζόμενους, αφού συνιστούν σοβαρή υποβάθμιση στο πεδίο των εργασιακών σχέσεων.

H ενίσχυση των ευέλικτων και επισφαλών μορφών απασχόλησης, έχει επιφέρει την πλήρη αποδιάρθρωση του συστήματος των συλλογικών διαπραγματεύσεων και των συλλογικών συμβάσεων εργασίας.

Μάλιστα, οι αλλαγές στο σύστημα των συλλογικών συμβάσεων δεν επιδρούν μόνο στους γενικούς κατώτατους μισθούς αλλά, σε συνδυασμό και με άλλα, έχουν συντελέσει στη διολίσθηση των μέσων μισθών προς τα κατώτατα επίπεδα των αποδοχών της μισθωτής εργασίας. Έτσι έχουμε πάγωμα των αυξήσεων, αναστολή της επέκτασης της εφαρμογής των κλαδικών συμβάσεων στο σύνολο των εργαζόμενων του κλάδου και του επαγγέλματος, που ωθεί επιχειρήσεις να αποχωρούν από τις εργοδοτικές οργανώσεις που υπογράφουν σχετικές συλλογικές συμβάσεις και δεσμεύονται από αυτές, και άλλες να μην υποχρεώνονται να τις εφαρμόζουν και να υπογράφουν ατομικές συμβάσεις δεσμευόμενες μόνο ως προς τα γενικά κατώτατα όρια.

Έτσι, η υποβάθμιση της ζωής των εργαζομένων είναι διαρκής και σε ορισμένες περιπτώσεις κλάδων έχει φτάσει στα «τάρταρα», αφού υπάρχουν σήμερα εργαζόμενοι που δουλεύουν εξοντωτικά ωράρια για να πάρουν από 300 μέχρι 600 ευρώ τον μήνα, εάν τα πάρουν κι αυτά, διότι είναι γνωστές οι καθυστερήσεις αποπληρωμής στον ιδιωτικό τομέα.

Την ίδια ώρα, οι εργοδότες, στην πλειοψηφία τους επιμένουν ακόμη για περαιτέρω μείωση του μισθολογικού κόστους αλλά και για καθιέρωση ελεύθερων οικονομικών ζωνών, ρύθμιση που εάν εφαρμοστεί παραπέμπει ευθέως σε ειδικό μισθολογικό, ασφαλιστικό και φορολογικό καθεστώς, αλλά και σε επιπλέον ελαστικοποίηση του εργάσιμου χρόνου με ατομικούς όρους αμοιβής.

Σε ένα τέτοιο σκληρό εργασιακό σκηνικό είναι απολύτως λογικό, ως καταναλωτές οι εργαζόμενοι να είναι φειδωλοί. Για αυτό, και για να καλύψουν τις καταναλωτικές τους ανάγκες, σε ποσοστό 47% στηρίζονται σε ανάληψη καταθέσεων και το 16% αναγκάζεται να δανειστεί, σύμφωνα με τις τελευταίες έρευνες, ενώ, την ίδια ώρα, το σύνολο σχεδόν των μισθωτών (95%), επιλέγει προϊόντα σε προσφορά, και ένας στους δύο (46%) προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας για να μπορέσει να καλύψει τις ανάγκες του. Όσο για το τι περιμένουν οι εργαζόμενοι στο μέλλον; Σε επίπεδο προσδοκιών, κυριαρχεί η αντίληψη ότι τα πράγματα θα αργήσουν να γίνουν καλύτερα. Αυτό και μόνο αποτελεί την απάντηση σε όσους πιστεύουν πως επειδή λένε στα λόγια ότι βγαίνουμε στο ξέφωτο, ισχύει κιόλας.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου