ΤΟΠΙΚΑ

Μελέτη στη δομή του «Μόζα»

μελέτη-στη-δομή-του-μόζα-422787

Η υγειονομική κάλυψη των προσφύγων στο Κέντρο Φιλοξενίας «Μόζα» στον Βόλο αποτέλεσε μία πρόκληση για τις ένοπλες δυνάμεις, την 32ηΤαξιαρχία Πεζοναυτών και το Αχιλλοπούλειο Νοσοκομείο Βόλου. Ήταν εξαρχής ένα δύσκολο εγχείρημα, καθώς αφορούσε ουσιαστικά στην υγειονομική διαχείριση ανθρώπων με διαφορετική κουλτούρα και συνήθειες, που παράλληλα αντιμετώπιζαν με μεγάλη καχυποψία τους γιατρούς.

Η προσέγγιση έγινε βήμα-βήμα, μέχρι να πειστούν ειδικά οι γυναίκες να εμπιστευθούν τους άνδρες γιατρούς, και σε αυτό συνέβαλλαν οι εθελοντικές οργανώσεις και τα κινήματα μαζί με τους τοπικούς φορείς.

Η εμπειρία των πρώτων μηνών για την υγειονομική διαχείριση της δομής στο Μόζα, καταγράφηκε σε μία μελέτη η οποία παρουσιάστηκε από τον επίατρο καρδιολόγο Δημήτρη Γιαννόγλου στο Πανελλήνιο Συνέδριο Στρατιωτικής Ιατρικής στη Θεσσαλονίκη. Ο κ. Γιαννόγλου σήμερα υπηρετεί στο Στρατιωτικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης. Μαζί με τη Σ. Μπαμπαλίτσα, ειδικευόμενη παιδίατρο, και τον γνωστό παθολόγο Μιχ. Μεϊκόπουλο, διευθυντή ΕΣΥ, αποτέλεσαν την ομάδα των γιατρών που «έστησαν» την υγειονομική κάλυψη του Μόζα.

Κάθε αρχή… και δύσκολη

Σύμφωνα με την πρώτη φάση της μελέτης που παρουσιάζει σήμερα ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ, και που αφορά την περίοδο από τον Μάρτιο του 2016 που έφτασαν στον Βόλο οι πρόσφυγες μέχρι το τέλος του χρόνου, για να καλυφθούν οι ανάγκες το πρώτο διάστημα, ορίστηκαν δύο στρατιωτικοί ιατροί, τρεις οπλίτες ιατροί, δύο οδηγοί υγειονομικού και τρεις νοσηλεύτριες.

Παρόντες στην εξέταση κάθε ασθενούς, κυρίως για λόγους ασφαλείας και λιγότερο συνεργασίας, αρχικά ήταν ιατρός, νοσηλεύτρια και οδηγός. Σταδιακά, η παρουσία της νοσηλεύτριας και του οδηγού κρίθηκε μη απαραίτητη.

Στη συνέχεια ζητήθηκε η βοήθεια του Αχιλλοπουλείου Γενικού Νοσοκομείου Βόλου, του Ιατρικού Συλλόγου Μαγνησίας, καθώς και δομών κοινωνικής αλληλεγγύης του Δήμου Βόλου που συνέδραμαν με εθελοντές ιατρούς.

Σημαντικότερη όλων υπήρξε η ανταπόκριση των παιδιάτρων, καθώς 50% περίπου του πληθυσμού πρόκειται για παιδιά κάτω των 18. Συνολικά, στην υγειονομική κάλυψη συνέβαλαν συνολικά 21 ιατροί, εκ των οποίων 13 πολίτες, 4 αξιωματικοί και 4 οπλίτες, χωρίς να υπολογίζεται μεγάλο μέρος των νοσοκομειακών ιατρών που εθελοντικά από την πρώτη στιγμή συνεισφέρουν στη δομή. Επίσης υπήρξε και οδοντιατρική κάλυψη από 2 οδοντιάτρους. Λόγω έλλειψης ατόμων, το στρατιωτικό υγειονομικό προσωπικό που ορίστηκε να καλύψει τη δομή, είχε παράλληλα πλήρη καθήκοντα στην 32η Ταξιαρχία.

Ο χαρακτήρας των περιστατικών

Από τους 283 μετανάστες που πέρασαν από τη δομή, το διάστημα που έγινε η μελέτη 143 ήταν ενήλικες (74 άνδρες, 69 γυναίκες) και 140 ανήλικοι (74 αγόρια, 66 κορίτσια).

Μέσα σε 5 μήνες εξετάστηκαν συνολικά 525 περιστατικά, εκ των οποίων 436 (83,05%) ιατρικά και 89 (16,95%) οδοντιατρικά. Από τα ιατρικά περιστατικά, τα 320 (73,39%) ήταν οξεία (εκ των οποίων τα 42 -9,63%- προήλθαν από τραυματισμούς/ατυχήματα) και τα 116 (26,61%) χρόνια. Οι 285 περιπτώσεις (54,29%) αφορούσαν ενήλικες και οι 240 (45,71%) παιδιά.

Εξετάστηκαν ακόμη συνολικά 6 εγκυμονούσες, οι 3 εκ των οποίων γέννησαν με ασφάλεια στο Αχιλλοπούλειο Γενικό Νοσοκομείο Βόλου.

Τέλος, δύο άτομα από το στρατιωτικό προσωπικό χρειάστηκε να μεταφερθούν επειγόντως στο νοσοκομείο λόγω ατυχημάτων (κάταγμα ποδοκνημικής και εξάρθρημα αντίχειρα αντίστοιχα).

Οι διαφορετικές κουλτούρες και η νοοτροπία

Τα σημαντικότερα προβλήματα που παρουσιάστηκαν στη διάρκεια των 5 πρώτων μηνών , όπως καταγράφηκαν στη μελέτη ήταν κυρίως ζητήματα που αφορούσαν τη νοοτροπία των προσφύγων που έρχονται από ξένες χώρες και χρειάζονται μία μεταβατική περίοδο προσαρμογής.

Οι δυσκολίες ξεκίνησαν από αδυναμία συνεννόησης και το γεγονός ότι ελάχιστοι μετανάστες μιλούσαν αγγλικά. Η αβεβαιότητα για το μέλλον, τους παρακινούσε να προσπαθούν να λύσουν άμεσα χρόνια προβλήματα που τους απασχολούσαν, ενώ το πρώτο διάστημα ήταν αισθητή η δυσπιστία προς τους ιατρούς, το νοσοκομείο και τις διαδικασίες που ακολουθούνται στη χώρα μας.

Μεγάλο «αγκάθι» αποδείχτηκε ο συντηρητισμός, που έκανε τις γυναίκες διστακτικές προς τους ιατρούς που ήταν άνδρες. Αυτό, τον πρώτο καιρό ειδικά, είχε προκαλέσει σημαντικές δυσλειτουργίες που στην πορεία αντιμετωπίστηκαν, καθώς επίσης και η αδυναμία των μεταναστών να ακολουθούν τους κανόνες και τις ιατρικές συμβουλές που τους παρείχαν οι γιατροί.

Δεν ήταν επίσης λίγες οι περιπτώσεις που δημιουργήθηκαν προβλήματα στις μετακινήσεις προς το νοσοκομείο καθώς υπήρχε απροθυμία εκ μέρους των προσφύγων, την οποία ενίσχυε και η δυσκολία ορισμένες φορές συντονισμού ιατρών, μεταναστών και εθελοντών.

«Το στήσιμο μιας δομής μεταναστών χωρίς ιδιαίτερη εμπειρία και με περιορισμένο προσωπικό και υλικά δεν είναι εύκολη υπόθεση. Η συνεργασία ωστόσο κρατικών και ιδιωτικών φορέων, ιατρικού προσωπικού και εθελοντών, υπό τον συντονισμό του στρατού, κατέληξε στο επιθυμητό αποτέλεσμα, που ήταν η αντιμετώπιση όλων των οξέων και σοβαρών περιστατικών και η σταδιακή διευθέτηση των χρονίων», τονίζει ο κ. Γιαννόγλου στη μελέτη του.

Ο ίδιος συμπληρώνει επίσης πως «οι αρχές της συνεργασίας, του αλτρουισμού, της ανιδιοτέλειας, της συντροφικότητας, της αυταπάρνησης, της υποχωρητικότητας και της αλληλεγγύης, επικράτησαν και οι στόχοι επιτεύχθηκαν, με τις όποιες δυσκολίες παρουσιάστηκαν στην πορεία». Ενώ καταλήγοντας λέει: «Ο σεβασμός στον άνθρωπο και το δικαίωμα στην υγεία αποτελούν απαράβατες αρχές για κάθε κοινωνία. Με θέληση και σωστά δομημένο σύστημα, κανένα πρόβλημα δεν παραμένει άλυτο και οι ένοπλες δυνάμεις επιτελούν κοινωνικό έργο, χάρη στην οργάνωση και την αποτελεσματικότητα που τις διακρίνει».

ΒΑΣΩ ΚΥΡΙΑΖΗ

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου