Ενας όνος σε ένα λιβάδι, ήταν φίλοι ξεχασμένος,
αλλά αυτό μόνο ζητούσε, από τον Θεό ο καημένος.
Από κλέφτες κι από ψεύτες, ήτανε απαλλαγμένος,
κι αυξήσεις στο μισθό του, δε ζητούσε ο καημένος.
Δεν φορούσε ούτε σαμάρι κι ήταν ξεσαμαρωμένος,
για ακρίβεια δε μιλούσε, χόρτα έτρωγε ο καημένος.
Σε ταμεία ούτε νοιαζόταν, αν ήτανε ασφαλισμένος
κι αν αυξηθούν τα όρια, στις συντάξεις ο καημένος.
Χρόνια μ΄ ανθυγιεινά, βαρέα, ήταν απασχολημένος,
όμως σχέδια του Μαγγίνα, δε φοβότανε ο καημένος.
Από της Δ.Ε.Η. αυξήσεις, δεν ήτανε εξαρτημένος,
αφού ηλεκτρικό και φώτα, δεν διέθετε ο καημένος.
Η Ολυμπιακή αν θα κλείσει, δε θα είναι απολυμένος,
γι’ αυτό ούτε το σκεπτόταν και καθόλου ο καημένος.
Στο πετρέλαιο αν θα είναι κι ο δασμός ανεβασμένος,
δεν τον ένοιαζε, αφού σόμπα δεν διέθετε ο καημένος.
Και ο Φ.Π.Α., όπως λένε, άμα θα είναι φουσκωμένος,
αφορά άλλα γαϊδούρια, σκέπτονταν σωστά ο καημένος.
Κι έλεγε, «αν ήμουν Έλλην κι ήμουν έτσι φορτωμένος,
θα είχα πάει να φουντάρω, εις το φαράγγι ο καημένος,
κάλλιο γάιδαρος και ας είμαι, στο λιβάδι ξεχασμένος,
παρά Έλληνας πολίτης, να ήμουν σήμερα ο καημένος,
φαίνεται πως αυτός ο κόσμος, είναι όλος ξεμωραμένος,
μια κλωτσά αφού δε δίνει στη κυβέρνηση ο καημένος,
εκτός και αν έχει τύψεις κι απ τα ΘΑ παρασυρμένος,
ξαναψήφισε τους ίδιους, άλλη μια φορά ο καημένος…