ΤΟΠΙΚΑ

Αναμνήσεις για τη δική μας Σοφία Βέμπο

αναμνήσεις-για-τη-δική-μας-σοφία-βέμπο-851206

Σήμερα γιορτάζουμε την Εθνική επέτειο του ΄40 και η Σοφία Βέμπο έχει την τιμητική της. Η τηλεόραση, τα ραδιόφωνα, οι διάφορες εκδηλώσεις για την επέτειο σε ολόκληρη την Ελλάδα έχουν τα τραγούδια της.
Η Βολιωτοπούλα, γιατί μηνών ήλθε με την οικογένεια Μπέμπο, έτσι ήταν το πατρώνυμό της, από την Καλλίπολη της Μ. Ασίας όπου γεννήθηκε κι έζησε όλα τα παιδικά και εφηβικά της χρόνια στο Βόλο. Θέμα επιβίωσης δεν υπήρχε, όπως με την περίπτωση Γούναρη που αναγκάστηκε να πάει στην Αθήνα για καλύτερη τύχη.
Η Σοφία έβγαλε το σχολείο και αμέσως έπιασε δουλειά στο κατάστημα δίσκων του Γεράσιμου Φλωριά, στην οδό Δημητριάδος με Αντωνοπούλου. Από μικρή την γοήτευε το τραγούδι και καθώς είχε ωραία φωνή τα χειμωνιάτικα βράδια παρέα με τον Κώστα Μάστορη και τον Γεώργο Κοντομητρόπουλο με τις κιθάρες τους πήγαιναν στα ταβερνάκια της εποχής για δική τους ψυχαγωγία και οι παληοί Βολιώτες είχαν την ευκαιρία ν΄ ακούσουν από μια μελαχροινή καλλονή την ωραία κοντράλτα φωνή της. Όλοι της έλεγαν γι’ αυτή τη φωνή και πόσο αδικείται που μένει στο Βόλο.
Έως ότου αποφάσισε να κάνει ένα ταξίδι στη Θεσ/νίκη με το πλοίο. Εκεί την άκουσε να τραγουδά στο κατάστρωμα με την κιθάρα της ένας ονόματι Τσίμπας, μάλλον κυνηγός ταλέντων και την προέτρεψε να πάει στην Αθήνα και να συναντήσει τη Μαρίκα Νέζερ, που ήταν ανερχόμενο αστέρι του θεάτρου. Η Σοφία χαιρέτισε τους φίλους της στο Βόλο, το αμόρε της και το αφεντικό της τον Γεράσιμο Φλωριά, πήρε την κιθάρα της και στην Αθήνα συναντά πράγματι την Νέζερ, η οποία αφού την ακούει τη συστήνει στο θεατρικό επιχειρηματία του Μουντιάλ και της χαρίζει ταυτόχρονα ένα ζευγάρι σκουλαρίκια-κρίκους και ένα τσεμπέρι για να παραστήσει στη σκηνή την τσιγγάνα. (Αυτά τα δύο προσωπικά αντικείμενα τα είδα στο θεατρικό μουσείο της Ακαδημίας στην Αθήνα, όταν έκανα ένα ντοκυμαντέρ με τον γνωστό συγγραφέα και κριτικό θεάτρου Κώστα Γεωργουσόπουλο για την TRT. Στο Μουσείο αυτό υπάρχουν σε καμαρίνια τα προσωπικά αντικείμενα από διάφορους ρόλους μεγάλων πρωταγωνιστών του Θεάτρου Κοτοπούλη, Μινωτή, Χορν, Νέζερ, Παπαδάκη, Λαμπέτη κ.α και βέβαια της Σ. Βέμπο).
Ήταν Μάιος του 1935.
Η τσιγγάνα λοιπόν Βέμπο κάνει το ντεμπούτο της με το τραγούδι της εποχής «Τσιγγάνα μαυρομάτα σ΄ αντάμωσα στη στράτα» του Λώρη. Και γίνεται σε λίγο διάστημα το πρώτο αστέρι. Μεγάλοι συνθέτες όπως ο Γιαννίδης, ο Χαιρόπουλος, ο Κατριβάνος, ο Ραπίτης, ο Σουγιούλ, ο Κατριβάνος κ.α της γράφουν τραγούδια, τα οποία η Βέμπο τα κάνει επιτυχίες, όπως «Συγνώμην σου ζητώ», «Κλαις», «Πόσο λυπάμαι», «Το ταγκό της ψαροπούλας» κ.α. αυτά μέχρι το 1940. Με την κήρυξη του πολέμου τα θέατρα δεν σταματούν τις παραστάσεις των, αντίθετα γράφονται πολλές πολεμικές επιθεωρήσεις. Ένα βράδυ –όπως μου ’λεγε σε μια τηλεοπτική μου συνέντευξη ο Μίμης Τραϊφόρος που παίχθηκε στην TRT- συναντήθηκαν για πρώτη φορά η Σοφία Βέμπο και ο Μίμης Τραϊφόρος. Συστήθηκαν και του λέει η Σοφία: «έμαθα ότι γράφεις ωραία τραγούδια, μπορείς να μου γράψεις ένα πολεμικό;». Ο Τραϊφόρος της απάντησε θετικά και η Σοφία του λέει «εκείνο το τραγούδι του Σουγιούλ Ζεχρά το ξέρεις; Μπορείς να γράψεις άλλους στίχους;…».
Ο Τραϊφόρος «το ’πιασε», όπως λέμε και επάνω στη Ζεχρά που οι στίχοι του Σαββίδη έλεγαν «Ζεχρά πίστεψε Ζεχρά πως πονώ και υποφέρω δεν σε λησμονώ… ο Τραϊφόρος γράφει «παιδιά της Ελλάδος παιδιά που σκληρά πολεμάτε πάνω στα βουνά». Το ακούει η Βέμπο αναλύθηκε σε λυγμούς, του λέει «ξέρεις τι έγραψες!!!» και ερμηνεύει τον Παιάνα των Ελλήνων, που σε λίγο το τραγουδούσαν όλοι οι στρατιώτες μας στην Αλβανία και όλοι οι Έλληνες.
Έτσι αρχίζει μια συνεργασία Βέμπο-Τραϊφόρου και μία ερωτική συγχρόνως ιστορία που έκανε μια 10ετία και πλέον για να καταλήξει επιτέλους σε γάμο. Της έγραψε και άλλα πολεμικά τραγούδια (ο Ντούτσε, Μας χωρίζει ο πόλεμος κ.ά.) αλλά και πολλά ερωτικά από το 1940 μέχρι το 1956 (Λουτρά Παρίσι, Μια φορά μονάχα ζούμε, Αθήνα και πάλι Αθήνα, Μη μ’ αφήνεις μοναχό μου, Ο άνθρωπος μας, που είναι ίσως η σχέση της με τον Τραϊφόρο κ.ά.). Κατά την περίοδο της Κατοχής ένας Ιταλός τη χαστουκίζει, γιατί διακωμωδούσε στο τραγούδι «βάζει ο Ντούτσε τη στολή τους» τον Μουσολίνι και φεύγει με τον Τραϊφόρο για τη Μ. Ανατολή, όπου ψυχαγωγούσε στο Ρίμινι και Ελ Αλαμέιν. Τα ελληνικά στρατεύματα επιστρέφουν μετά την Κατοχή στην Αθήνα, συνεχίζουν παραστάσεις στο θέατρο, γνωρίζει δόξες και τιμές και η ζωή της τελειώνει στο σπίτι τους στην οδό Στουρνάρη απέναντι στο Πολυτεχνείο, εκεί που όταν η Χούντα κυνηγούσε τα παιδιά του Πολυτεχνείου άνοιξε την πόρτα της και με τον Τραϊφόρο έσωσε πολλά παιδιά.
Και όμως αυτό το γεγονός ξέχασε ένας πρώην Δήμαρχος και όταν του πρότεινα μια επέτειο 28ης Οκτωβρίου – σαν σήμερα – να τιμηθεί στο πρόσωπο του Τραϊφόρου η Βέμπο, γιατί είχε πεθάνει στο μεταξύ, μου απάντησε «τον φασίστα θα τιμήσουμε;» Ευτυχώς δίπλα μου ήταν ο τότε Νομάρχης κ. Β. Μπρακατσούλας, ο οποίος επιβεβαίωσε πως η Βέμπο και ο Τραϊφόρος έσωσαν τα παιδιά του Πολυτεχνείου γιατί το γνώριζε.
Ήταν κι αυτό μια από τις άσχημες στιγμές που έχω ζήσει…
Η Σοφία Βέμπο όμως θα παραμείνει, ίδια τώρα για μας τους Βολιώτες, το λαμπερό κορίτσι με τα ωραία μαύρα μάτια, που τραγουδούσε στις ταβέρνες του Βόλου και που αργότερα έγινε το σύμβολο των Ελλήνων. Η μεγάλη τραγουδίστρια της Νίκης του 40.

#Tags

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου