ΤΟΠΙΚΑ

Το τρενάκι του Πηλίου

το-τρενάκι-του-πηλίου-851206

Το μικρό τρένο στρίγγλισε κι άρχισε να κινείται. Ο σταθμός από τη θέση του στην ουρά της μηχανής την είδε να παίρνει την πρώτη ανηφοριά και να χάνεται ανάμεσα στα δέντρα, σέρνοντας πίσω της τα βαγόνια, μια μικρή πετροπράσινη άκακη σαύρα που χάνεται στα αγριόχορτα, ώσπου σε λίγο απόκτησε τη μέγιστη ταχύτητα, τρέχοντας ασταμάτητα ανάμεσα στα δίδυμα τείχη των δέντρων.
Κάποτε τούτη τη διαδρομή την έκανε συνέχεια. Πιο πολύ το αισθάνονταν παρά το άκουγαν οι χωριάτες να περνά, γιατί το είχαν συνηθίσει και κανείς δεν έστηνε αυτί. Όσοι περίμεναν στο σταθμό το άκουγαν να μπαίνει αργά κι ανάλαφρα, με ένα ελαφρύ κροτάλισμα πάνω στις ράγες, κι ύστερα η εξάτμιση της μικροσκοπικής μηχανής και η στριγκή σφυρίχτρα του έπεφταν καταπάνω τους για μια μικρή, ασήμαντη στιγμή, κι ύστερα οι ήχοι απορροφιούνταν από το αδιάφορο δάσος δίχως ν’ αφήνουν καμιά ηχώ. Δεν είχαν ποτέ υπάρξει.
Σε λίγη ώρα έβγαινε από το σταθμό φορτωμένο, ακόμη πιο αργά απ’ ό,τι μπήκε, κι απομακρύνονταν στον ανήφορο σαν μια αυταπάτη λαχανιασμένης κίνησης, χωρίς σφυρίγματα τώρα για να μην σπαταλά τον ατμό, πετώντας με μια ανόητη παιδιάστικη ματαιοδοξία καταπρόσωπα στο δάσος το μικροσκοπικό πουφ-πουφ του και χάνονταν στην ανηφοριά, κουβαλώντας το ζωντανό φορτίο του, τρέχοντας ολοένα με την ίδια ψευδαίσθηση της ταχύτητας ανάμεσα στα δίδυμα τείχη του ίδιου δάσους, όπου κάποια φορά ο Κένταυρος των παραμυθιών, που δεν είναι ολότελα παραμύθια, ακολούθησε τριποδίζοντας τα νοτισμένα χνάρια ελαφιών κι όπου άλλοι, έπειτα απ’ αυτόν, κι άλλοι μετά απ’ αυτούς, σχεδόν ως τις μέρες μας, έπιασαν τα ίδια περάσματα ζώων που τώρα το τρενάκι διασχίζει κάθετα.
Τώρα η μικρούλα μηχανή πλησίαζε τις Μηλιές. Το ξέραμε πριν ο οδηγός σφυρίξει για προειδοποίηση. Το τρένο έκοψε ταχύτητα και τα βαγονάκια ήρθαν και σκουντούφλησαν μαλακά το ένα πάνω στο άλλο κι αμέσως μετά, μπροστά στην τελευταία ανηφόρα, η εξάτμιση άρχισε να ανεβάζει το τέμπο της ξανά με φόντο την ερημιά και το γαλάζιο της θάλασσας κάτω από τα πόδια μας. Ξανάρχισε η κλαγγή πάνω στις ράγες όλο πιο γρήγορα, γρηγορότερα, περάσαμε το θριαμβευτικό τόξο της γέφυρας και ο σταθμός απόκτησε ταχύτητα κι όρμησε καταπάνω μας. Το τρένο σταμάτησε μέσα σε ένα πανδαιμόνιο από ήχους. Κι ύστερα έγινε ησυχία. Το δάσος μετεωριζόταν γύρω μας στοχαστικό, αιώνιο και πράσινο, πιο παλιό απ’ όλους τους σταθμούς, όλα τα τρένα όλες τις σιδερογραμμές.

«Μηλιές! Τέρμα!» φώναξε ο οδηγός και πήδηξε από τη μηχανή…

#Tags

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου