ΤΟΠΙΚΑ

Πάνω από 50.000 στρέμματα στη Μαγνησία καλύπτουν οι βιολογικές καλλιέργειες

πάνω-από-50-000-στρέμματα-στη-μαγνησία-καλύ-406687

Σε μια εποχή που τα υγιεινά τρόφιμα αποτελούν είδος προς εξαφάνιση, τα διατροφικά σκάνδαλα έχουν περιορίσει ασφυκτικά τις επιλογές των καταναλωτών και η αβεβαιότητα γι’ αυτό που φτάνει στο πιάτο μας είναι σήμερα περισσότερο έντονη από ποτέ, η βιολογική γεωργία έρχεται να δώσει τη λύση για ποιότητα στο καθημερινό μας τραπέζι.

ΡΕΠΟΡΤΑΖ: Αλίκη Φωτιάδου

Τα βιολογικά προϊόντα κερδίζουν συνεχώς έδαφος σε όλο τον κόσμο και αποτελούν την προτίμηση κάθε συνειδητοποιημένου καταναλωτή που επιθυμεί την υγιεινή διατροφή και την προστασία του περιβάλλοντος. Την ίδια στιγμή ωστόσο τόσο στην Μαγνησία όσο και κατ’ επέκταση σε ολόκληρη την Ελλάδα οι υψηλές μέχρι σήμερα επιδοτήσεις πήγαν πίσω την βιολογική καλλιέργεια.

Αν και τα τελευταία χρόνια οι βιοκαλλιέργειες παρουσιάζουν ανοδική τροχιά και οι βιολογικές καλλιέργειες έχουν αυξηθεί αισθητά με την καταναλωτική ζήτηση να ανεβαίνει συνεχώς, ωστόσο υπάρχει ένα μεγάλο πρόβλημα: οι εκτάσεις και οι βιοκαλλιεργητές δεν συνάδουν με το παραγόμενο προϊόν.

«Έχουμε πολλά βιολογικά στην Μαγνησία, ωστόσο το τελικό προϊόν δεν αντιστοιχεί στον αριθμό των στρεμμάτων που έχουμε», αναφέρει ο γεωπόνος Θανάσης Κούντριας και προσθέτει πως «αυτό είναι κατανοητό βέβαια γιατί οι περισσότεροι από όσους επέλεξαν το 2006 να ενταχθούν στα σχετικά προγράμματα το έκαναν για τις επιδοτήσεις οι οποίες και άγγιζαν τα 90 ευρώ το στρέμμα. Τώρα όμως με την παράταση και τα νέα προγράμματα που αναμένεται να ανοίξουν που η επιδότηση έπεσε στα 41,5 ευρώ το στρέμμα πλέον θα καλλιεργούν όσοι πραγματικά το θέλουν και όχι όσοι αποσκοπούν στο εύκολο χρήμα».

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Περιφερειακής Ενότητας Μαγνησίας στην περιοχή μας οι βιοκαλλιεργητές ανέρχονται στους 751 και καλλιεργούνται 5.183 αγροτεμάχια που αντιστοιχούν σε 50.800 στρέμματα περίπου με την βιολογική γεωργία να αποκτά με το χρόνο όλο και περισσότερους… οπαδούς.

Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι μέχρι και πριν μία εβδομάδα περίπου είχαν κατατεθεί 250 αιτήσεις στην αντίστοιχη Διεύθυνση της Περιφέρειας Μαγνησίας για παρατάσεις στο νέο πρόγραμμα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, το οποίο ωστόσο πετάει εκτός την πλειοψηφία των παραγωγών καθώς οι παρατάσεις δόθηκαν για όσους δεν είχαν λήξει οι συμβάσεις τους όρος που αφορά κυρίως σε καλλιεργητές ελιάς, αμπελιού και μηδικής των οποίων η καλλιεργητική περίοδος λήγει νωρίς.

Αξίζει πάντως να αναφερθεί πως σήμερα, σύμφωνα με έρευνες, σε όλο τον κόσμο καλλιεργούνται βιολογικά 170.000.000 στρέμματα, ενώ το μεγαλύτερο ποσοστό στην κατανάλωση βιολογικών προϊόντων κατέχει η Ευρώπη με 46%. Αξίζει να σημειωθεί ότι ορισμένες χώρες, όπως η Δανία, στόχο έχουν μέσα στα επόμενα χρόνια να μετατρέψουν το σύνολο των καλλιεργήσιμων εδαφών τους από συμβατικά σε βιολογικά.

Το ανάγλυφο των βιοκαλλιεργειών

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Περιφερειακής Ενότητας βιοκαλλιεργητές δραστηριοποιούνται στις περιοχές των Αγίων Θεοδώρων σε καλλιέργειες ελιάς και σκληρού σιταριού, στην περιοχή του Αχιλλείου με καλλιέργειες κυρίως ελιάς, ενώ υπάρχει και μια καλλιέργεια αμυγδαλιάς στη Γλύφα και στην Αγία Τριάδα.

Στον Αλμυρό δραστηριοποιείται ένας μεγάλος αριθμός βιοκαλλιεργητών κυρίως σε καλλιέργειες ροδακινιάς, ελιάς, σιταριού σκληρού, βερικοκιάς, μηδικής, λοιπών σιτηρών, βίκου, βαμβακιού, κηπευτικών, αμυγδαλιάς, αμπέλου, καρυδιάς, φιστικιάς και πατάτας.

Παράλληλα στη Μαγνησία συναντάμε βιολογικές καλλιέργειες σε Σούρπη, Αμαλιάπολη, Ανάβρα, Ανθότοπο, Πτελεό, Σηπιάδα, Βρύναινα, Γαύριανη, Δρυμώνα, Ευξεινούπολη, Ζαρκαδοχώρι, Κρόκιο, Νέα Αγχίαλος, Μαυρόλοφος, Νεοχωράκι, Νεράιδα, Πλάτανος, Λεχώνια και Φυλάκη.

Στο Νομό στο σύνολο του οι βιολογικές καλλιέργειες αφορούν σε ελιά, σιτάρι σκληρό και μαλακό αλλά και λοιπά σιτηρά, βίκο, μηδική, κηπευτικά, βερίκοκα, βαμβάκι, ακτινίδιο, μηλιές, αμυγδαλιές, κυδωνιές, δαμασκηνιές, αχλαδιές, πορτοκαλιές, μανταρινιές, αμπέλι, καρυδιές, αραβόσιτος, αρωματικά και ρίγανη, κερασιές, πατάτα, καστανιές, μπιζέλι, φιστικιές, τεύτλα, πυρηνόκαρπα, εσπεριδοειδή, ροδακινιές και τομάτα ενώ χαρακτηριστικό είναι πως οι περισσότερες καλλιέργειες αναπτύσσονται στην περιοχή της Νοτιοδυτικής Μαγνησίας.

Να αναφερθεί εδώ πως υπάρχει και ομάδα παραγωγών που δραστηριοποιείται στο Ανήλιο στην καλλιέργεια βιολογικού μήλου, ωστόσο με το νέα προγράμματα η προσπάθεια τους «μένει στην μέση» όπως και πολλών ακόμα που ασχολούνται με καλλιέργειες οπωροκηπευτικών, αφού η συγκεκριμένη κατηγορία βγαίνει εντελώς εκτός επιδοτήσεων!

Πολλά τα προβλήματα

Για κάποιον που θα πάρει την απόφαση να ασχοληθεί με τη βιολογική καλλιέργεια τα προβλήματα με τα οποία θα βρεθεί αντιμέτωπος ξεκινούν από τη σκέψη και μόνο. Πέρα από το κόψιμο των επιδοτήσεων με τα καινούργια προγράμματα, όπως αναφέρει ο κ. Κούντριας ακόμα ένας παράγοντας του ελλιπούς ενδιαφέροντος που εκδηλώνουν οι παραγωγοί για τις βιολογικές καλλιέργειες είναι το ρίσκο που θα πάρουν στη διάθεση των προϊόντων τους. «Οι βιολογικές αγορές δεν είναι διαδεδομένες. Ο παραγωγός παίρνει μεγάλο ρίσκο για να ξεκινήσει μια βιολογική καλλιέργεια με αποτέλεσμα όλες αυτές οι σκέψεις να αποτελούν τροχοπέδη στην εξάπλωση της στην Ελλάδα και στη Μαγνησία συγκεκριμένα», τονίζει.

Ο ίδιος εξηγεί ότι οι μεγάλες αλυσίδες σούπερ μάρκετ δεν αγοράζουν αρκετά βιολογικά εξαιτίας του υψηλότερου κόστους από τα συμβατικά με αποτέλεσμα τα προϊόντα των βιοκαλλιεργητών να μην μπορούν να πάρουν υπεραξία. «Όταν ο παραγωγός ξέρει ότι κατά κύριο λόγο θα διαθέσει το προϊόν του στη βιολογική αγορά του Σαββάτου και δεν θα μπορεί να το προμηθεύσει σε μεγάλες αλυσίδες ώστε να έχει και μεγαλύτερο κέρδος τότε δεν παίρνει εύκολα την απόφαση να προβεί σε βιολογική καλλιέργεια».

Βέβαια δεν πρέπει να ξεχνάμε και εκείνους τους «καλούς» βιοκαλλιεργητές οι οποίοι και καλλιεργούν από ιδεολογία. «Υπάρχουν βιοκαλλιεργητές από ιδεολογία που είναι και αυτοί που κάνουν καλά την δουλειά τους ή επίσης βιοκαλλιεργητές που μπορεί να έχουν πάρει επιδότηση αλλά κάνουν καλή δουλειά γιατί έχουν βρει αγορές τις οποίες προωθούν τα προϊόντα τους με αποτέλεσμα να είναι συμφέρον για αυτούς να εντείνουν την καλλιεργητική τους δράση», σημειώνει ο κ. Κούντριας.

Παράλληλα όμως με τα προβλήματα που υπάρχουν στη διάθεση των προϊόντων οι παραγωγοί είναι αντιμέτωποι και με την μητέρα φύση που ως γνωστόν… δεν έχει όρια.

Το κυριότερο εξ αυτών είναι τα φυτοπροστατευτικά σκευάσματα. Για παράδειγμα στην ελιά που οι παραγωγοί έχουν να αντιμετωπίσουν κάθε χρόνο το δάκο δεν υπάρχει σχετικό φάρμακο, ωστόσο ο δάκος δεν περιορίζεται από αόρατα τείχη.

Την ίδια στιγμή το βιολογικό λίπασμα για να φτάσει στο συμβατικό θέλει πολύ μεγάλη ποσότητα κάτι που συνεπάγεται υπέρογκο κόστος με αποτέλεσμα αν υπάρχει προσβολή η καλλιέργεια και ο παραγωγός να είναι εκτεθειμένοι. «Οι δυσκολίες είναι αρκετές και για να αντιμετωπιστούν πρώτα απαιτούνται τα κατάλληλα σκευάσματα και στη συνέχεια υπομονή», διευκρινίζει ο γεωπόνος.

#Tags

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου