ΤΟΠΙΚΑ

Σε ρυθμούς Τσικνοπέμπτης ο Βόλος

σε-ρυθμούς-τσικνοπέμπτης-ο-βόλος-125947

Εντονη κινητικότητα παρατηρείται στα καταστήματα εστίασης λόγω της Τσικνοπέμπτης, που παραμένει παραδοσιακά ιδιαίτερα δημοφιλής, συνώνυμη με το γλέντι και, κυρίως, τις λαχταριστές λιχουδιές, τα ψητά, που δεν αφήνουν κανέναν ασυγκίνητο. Το έθιμο της σημερινής ημέρας τηρείται στο ακέραιο, σε πείσμα της ύφεσης, και οι παρέες αναμένεται να γεμίσουν ασφυκτικά τα καταστήματα εστίασης για να γλεντήσουν, ακόμη κι αν έχουν λιγότερα χρήματα στο πορτοφόλι σε σύγκριση με παλαιότερα χρόνια. Οι πυρετώδεις προετοιμασίες κορυφώνονται και όλη η πόλη γεμίζει σήμερα από γαργαλιστικές μυρωδιές, που παραδοσιακά παραμένουν αναλλοίωτες στον χρόνο.

Ρεπορτάζ: ΓΛΥΚΕΡΙΑ ΥΔΡΑΙΟΥ

Η εικόνα είναι λίγο ως πολύ η ίδια στα τοπικά καταστήματα εστίασης, όπου το ενδιαφέρον των θαμώνων εκδηλώθηκε από την αρχή της εβδομάδας και σε αρκετές περιπτώσεις από την προηγούμενη, προκειμένου να εξασφαλιστεί τραπέζι για την παρέα ή την οικογένεια.

«Δεχόμαστε τηλεφωνήματα από τη Δευτέρα και διαπιστώνουμε ότι ο κόσμος θέλει να γλεντήσει. Τα τελευταία χρόνια είναι συγκρατημένοι οι θαμώνες σε σχέση με τα χρήματα που ξοδεύουν τη συγκεκριμένη μέρα, αλλά και γενικότερα, λόγω της κρίσης και των περιορισμένων οικονομικών» ανέφερε στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ ο Βάϊος Οικονόμου, ιδιοκτήτης μουσικού μεζεδοπωλείου. Ο ίδιος επισημαίνει, ωστόσο, ότι η Τσικνοπέμπτη είναι μια ευκαιρία για τους επαγγελματίες να αυξήσουν τον ημερήσιο τζίρο, λόγω της εντονότερης κίνησης που παρατηρείται. Ο ίδιος υπογραμμίζει επίσης, ότι «κρατάμε την παράδοση της Τσικνοπέμπτης σε καθημερινή βάση, με ωραίο φαγητό, υψηλή ποιότητα, καλές τιμές και κέρασμα στους πελάτες μας, που μας τιμούν κάθε φορά».

Φουλ κρατήσεις σημειώνονται και στην ψησταριά του Γιώργου Κρινάκη, ο οποίος επισημαίνει: «Ο κόσμος βγαίνει τη συγκεκριμένη μέρα, αλλά οι παραγγελίες είναι μειωμένες σε σύγκριση με παλαιότερα χρόνια, και είναι λογικό, γιατί τα οικονομικά όλων είναι περιορισμένα». Τα τραπέζια γεμίζουν με οικογένειες αλλά και φιλικές συντροφιές κάθε ηλικίας, που θέλουν να ξεσκάσουν, να γλεντήσουν και να γευτούν ψητές λιχουδιές. «Παρ’ όλες τις δυσκολίες του κόσμου, όλοι νιώθουν την ανάγκη να βγουν και να ξεσκάσουν από τα προβλήματά τους, να αλλάξουν παραστάσεις. Από την πλευρά μας, προσπαθούμε να κρατήσουμε την ποιότητα όσο ψηλά την είχαμε πάντα, αλλά προσαρμοζόμαστε στα δεδομένα της εποχής, μειώνοντας τις τιμές για να εξυπηρετήσουμε τον κόσμο», επισημαίνει ο ίδιος.

«Οι κρατήσεις στο κατάστημά μας ξεκίνησαν την προηγούμενη εβδομάδα, όχι μόνο για την Τσικνοπέμπτη, αλλά και ολόκληρο τον μήνα, τις μέρες που έχουμε ζωντανή μουσική» αναφέρει ο Αχιλλέας Γεωργιάδης, ο οποίος προσθέτει ότι «στο δικό μας το μαγαζί, έρχονται γιατί έχουμε πολύ καλό φαγητό, καλή μουσική και ζεστό περιβάλλον». Ο ίδιος επαγγελματίας επισημαίνει, παράλληλα, ότι η διασκέδαση είναι στην ιδιοσυγκρασία των Ελλήνων, οι οποίοι τιμούν ιδιαιτέρως τη σημερινή μέρα. «Δεν θα έλεγα ότι είναι περιορισμένοι στα χρήματα που ξοδεύουν. Εχω παρατηρήσει ότι μόλις πληρώνονται, βγαίνουν και ξοδεύουν τα χρήματά τους, χωρίς να σκέφτονται τις υποχρεώσεις τους. Ο κόσμος έχει ανάγκη τη διασκέδαση» σημειώνει ο κ. Γεωργιάδης. Παράλληλα δηλώνει ικανοποιημένος από την κίνηση, ενώ προσθέτει ότι «προσπαθούμε όλοι να προσαρμοζόμαστε στις καταστάσεις και κατεβάζουμε τις τιμές, διατηρώντας πάντα την υψηλή ποιότητα».

Αναμνήσεις από το παρελθόν

Οι μέρες της χαράς και του γλεντιού στον παλιό Βόλο είναι καταγεγραμμένες με ζωηρά χρώματα στις αναμνήσεις του Τάσου Μητρογώγου, ο οποίος θυμάται με κάθε λεπτομέρεια το αποκριάτικο κλίμα του μακρινού παρελθόντος.

Ο ίδιος αφηγείται στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ στιγμιότυπα της Τσικνοπέμπτης, που έχουν σφραγίσει ανεξίτηλα τα χρόνια της νιότης και τις αναμνήσεις του από τον Ραδιοφωνικό Σταθμό Βόλου, όπου εργάστηκε για πολλά χρόνια.

«Οι Βολιώτες διασκέδαζαν περισσότερο την Τσικνοπέμπτη, παρά στους χορούς της Αποκριάς, που γίνονταν στις μεγάλες αίθουσες Χατζηνικολάου και Εξωραϊστική, όπου χόρευαν επιδεικνύοντας τις αποκριάτικες ενδυμασίες τους. Οι Βολιώτες όμως είναι τραγουδιστές, σχεδόν όλοι τραγουδάνε και τραγουδάνε ωραία. Μην ξεχνάμε ότι η περιοχή μας έβγαλε θρυλικά ονόματα, όπως Γούναρη, Βέμπο, Παναγόπουλο, Αττίκ και πολλούς ακόμη. Ετσι τους δίνονταν η ευκαιρία την Τσικνοπέμπτη να πάνε στα πολλά ταβερνάκια που υπήρχαν στον Βόλο και στα λεγόμενα κουτούκια της Νέας Ιωνίας, της Αγριάς, στα Πευκάκια μέχρι τις Αλυκές», θυμάται ο κ. Μητρογώγος.

Εποχή άφησε το θρυλικό «Πράσινο δελφίνι», η ταβέρνα από την οποία γίνονταν ζωντανές ραδιοφωνικές μεταδόσεις, που ενθουσίαζαν τους πολυάριθμους ακροατές.

«Ακόμη και στο Ραδιοφωνικό Σταθμό Βόλου, την Τσικνοπέμπτη είχαμε δημιουργήσει τη δική μας ταβέρνα, την οποία ονομάσαμε «Πράσινο δελφίνι». Ηταν απέναντι από τον ραδιοφωνικό σταθμό η ταβέρνα, του μακαρίτη Μανώλη Ρεπανίδη, η «Λεύκα», όπου είχαμε εγκαταστήσει μικρόφωνο με εξωτερικό καλώδιο από τον Ραδιοφωνικό σταθμό, που απείχε είκοσι περίπου μέτρα. Από κει περνούσαν και μερικοί επώνυμοι Βολιώτες που πηγαίνοντας στα δικά τους τα κέντρα, μπαίναν μέσα, τραγουδούσαν ένα-δυο τραγούδια με την ορχήστρα της ταβέρνας και φεύγαν. Οι ακροατές που βρίσκονταν στο σπίτι, άκουγαν από το ραδιόφωνο και δεχόμασταν δεκάδες τηλέφωνα ακροατών, που ρωτούσαν ενθουσιασμένοι, πού βρίσκεται αυτή η ταβέρνα», αναφέρει ο Τάσος Μητρογώγος.

«Πέραν όμως αυτού, γιόρταζαν και σε σπίτια Βολιωτών που διέθεταν μουσικά όργανα, όπως οι οικογένειες Ζωνζήλου, Κεχαΐδη, οι Τέσσεροι Ασσοι, ο Αντώνης Βαΐτσης και άλλοι» αναφέρει ο κ. Μητρογώγος, ανακαλώντας στιγμιότυπα του μακρινού παρελθόντος, που πέρασαν, αλλά δεν ξεχάστηκαν.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου