ΤΟΠΙΚΑ

Δέκα λουκέτα σε βιβλιοπωλεία στον Βόλο

δέκα-λουκέτα-σε-βιβλιοπωλεία-στον-βόλ-299405

Απανωτά χτυπήματα δέχεται ο μαγικός κόσμος του βιβλίου στον Βόλο. Η περιορισμένη οικονομική δυνατότητα του καταναλωτή και το χειρότερο, η «εισβολή» του internet σε κάθε πτυχή της καθημερινότητας, τράβηξαν το χαλί κάτω από τα πόδια του. Οι πωλήσεις μειώθηκαν 40%. Ο χώρος μέτρησε δέκα λουκέτα. Βιβλιοπωλεία μεταλλάχθηκαν σε βιβλιοχαρτοπωλεία. Τελικά, τα δυο τελευταία χρόνια το βιβλίο έπαψε να «γιορτάζει» στην παραλία του Βόλου…

Το μέλος του Συλλόγου Βιβλιοπωλών Εκδοτών Νομού Μαγνησίας και αντιπρόεδρος της Ομοσπονδίας Βιβλιοπωλών Χαρτοπωλών, Αποστόλης Αγιώτης, εξηγεί ότι «ο κόσμος σταμάτησε πλέον να έχει για φίλο τον βιβλιοπώλη. Δεν θέλει να τον συμβουλεύεται, αλλά προτιμάει την ανωνυμία. Δυστυχώς, επιλέγει το internet όλο και πιο συχνά για όλο και περισσότερα πράγματα».

Οι βιβλιοπώλες προσπαθούν να αντισταθούν με κάθε τρόπο σε αυτή την τάση. Επιστρατεύουν στον «πόλεμο» την επικοινωνία, τη γνώση, την εμπειρία. Χρειάζονται όμως με το μέρος τους και την οικογένεια. «Οι γονείς θα πρέπει να μάθουν στα παιδιά να διαβάζουν βιβλία. Εμείς συνθέταμε τις εικόνες διαβάζοντας ένα βιβλίο. Τώρα τα παιδιά τις έχουν έτοιμες στο tablet. Αυτό είναι ένα πρόβλημα» εξηγεί.

Χρειάζονται με το μέρος τους και την κοινωνία, καθώς βάλλονται από παντού. «Ξαφνικά την πίτα θέλουν να τη μοιραστούν και οι εφημερίδες, με δώρα. Τα μάρκετ βάζουν στα ράφια τους βιβλία. Όλοι κοιτάζουν να αρπάξουν από ένα κομμάτι» τονίζει.

Ο χώρος έχει συρρικνωθεί και μεταλλαχθεί. «Όσο και να έχεις καλή θέληση και εξυπηρέτηση με χαμόγελο, δεν μπορείς να κάνεις τίποτε περισσότερο για να ανταγωνιστείς. Οι τιμές είναι δεδομένες.

Ψαχνόμαστε όμως όταν θα μπει κάποιος πελάτης στο μαγαζί και θα ζητήσει ένα καλό βιβλίο για τις διακοπές του να κάνουμε την καλύτερη δυνατή επιλογή. Δεν είναι εύκολο. Συγκρούονται δύο διαφορετικοί κόσμοι» υπογράμμισε.

Ιδιαίτερα όσον αφορά στις τιμές, όλα ξεκίνησαν με τις μεγάλες εκδοτικές εταιρείες στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Ο κ. Αγιώτης εξηγεί ότι «πολλές μεγάλες εταιρείες υποχρεώθηκαν να ξεστοκάρουν. Δημιουργήθηκαν έτσι πολλά παζάρια. Οι εκδότες ήθελαν να αφήσουν τα γραφεία και πωλούσαν τα βιβλία με το κιλό. Κυκλοφόρησαν πολλά κλεψίτυπα βιβλία και παλιές εκδόσεις. Οι αναγνώστες όπως ήταν φυσικό ενδιαφερόντουσαν για τις τιμές».

Σήμερα αυτό το φαινόμενο περιορίστηκε αισθητά. Απασχολεί πλέον μεμονωμένες περιπτώσεις και πάντοτε όμως, προκαλεί αναταραχή στην τοπική αγορά.

Δέκα λουκέτα

Ο Σύλλογος Βιβλιοπωλών Εκδοτών Νομού Μαγνησίας μετράει σήμερα 30 μέλη από 40 που ήταν πριν την οικονομική ύφεση. Επίσης, βλέπει τη γραφική ύλη να «νικάει».

«Τα περισσότερα μαγαζιά σήμερα είναι βιβλιοχαρτοπωλεία, ενώ κάποτε ήταν αμιγώς βιβλιοπωλεία. Η γραφική ύλη κέρδισε μεγαλύτερη μερίδα και έδωσε λόγο ύπαρξης στον επαγγελματία. Στα βιβλιοπωλεία μπήκαν τσάντες, άλλα είδη, παροχή υπηρεσιών. Πλέον, όταν μπαίνει πελάτης στο κατάστημα και ζητάει ένα βιβλίο σκορπίζει μεγάλη χαρά» τονίζει ο ίδιος.

Εντούτοις, οι βιβλιοπώλες λατρεύουν το επάγγελμά τους. Συνεχίζουν και σήμερα να επενδύουν στο βιβλίο. «Όσα κέρδη έχουμε πηγαίνουν εκεί. Κανένας δεν το αφήνει να φύγει. Δεν έχουμε μεγάλα βιβλιοπωλεία στην Αθήνα» εξηγεί.

Το βιβλίο δεν θα πεθάνει

Βολιώτισσα υπάλληλος βιβλιοχαρτοπωλείου, η Χαρά Παπαδοπούλου, διατηρούσε αμιγές βιβλιοπωλείο στην Αθήνα επί 35 χρόνια. Πέρυσι επέστρεψε στον Βόλο κλείνοντας την πόρτα πίσω της για πάντα.

Μιλώντας στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ για τον πόλεμο που αντιμετωπίζει το βιβλίο, λέει ότι η μεγαλύτερη καταστροφή ήταν η κατάργηση της ενιαίας τιμής πριν από περίπου πέντε χρόνια.

«Ο καθένας πουλάει πια ό,τι θέλει. Το βιβλίο μπορεί να βρεθεί στα ράφια ενός καταστήματος με άλλα είδη. Μέχρι και σε βενζινάδικο το έχει βάλει εκδότης. Όμως, ο μικρός βιβλιοπώλης αγοράζει το βιβλίο στη τιμή που το πουλάει η αλυσίδα» εξηγεί.

Οι συνέπειες ήταν τεράστιες. Πολλά μαγαζιά έκλεισαν. Βιβλία συγκεντρώθηκαν σε επιχειρήσεις πιο μεγάλες. Μπορούν να τα αγοράσουν και μέσω internet, ενώ ο Έλληνας σε περίοδο κρίσης βάζει σε δεύτερη μοίρα την ανάγνωση.

Ωστόσο, η κ. Παπαδοπούλου εκτιμά ότι το βιβλίο θα τα καταφέρει. «Θα επιβιώσει από τους λίγους. Δεν μπαίνει σε φόρμα διαφήμισης. Το παίρνουμε όταν έχουμε ανάγκη να βελτιωθούμε προς το καλύτερο και να διευρύνουμε τους ορίζοντές μας. Είναι προϊόν ελπίδας, γνώσης, επικοινωνίας. Και στην οικονομική ακμή της Ελλάδας έζησε, και στην παρακμή της θα επιβιώσει» προσθέτει.

Πρέπει να βοηθήσουν και οι βιβλιοπώλες

Ενας από τους βασικούς λόγους που το βιβλίο θα αποκτήσει ξανά τη θέση που του αξίζει, είναι ότι όλο και περισσότεροι άνθρωποι αποφεύγουν τη γοητεία της τηλεόρασης.

Ο συνταξιούχος βιβλιοπώλης Νικόλαος Μαθιουδάκης, ο οποίος συνεχίζει να διατηρεί επαφή με τον χώρο, λέει στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ ότι ο αναγνώστης βρίσκει στο βιβλίο ικανοποίηση, απόλαυση, έχει εξάρτηση από αυτό. Η νέα γενιά, εκτιμά, θα βοηθηθεί από τους εκπαιδευτικούς, που πάντοτε υποστήριζαν την ιδέα.

Χρειάζεται όμως, να βοηθήσουν και οι βιβλιοπώλες. «Πρέπει να είναι ενημερωμένοι» τόνισε, και επισήμανε ότι του προκαλεί ιδιαίτερα πικρή εντύπωση βιβλιοχαρτοπωλεία σήμερα να μην έχουν στα ράφια τους ούτε ένα βιβλίο.

Τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα στον χώρο, είπε ο ίδιος όμως τόνισε ότι εν μέσω κρίσης όλοι έχουμε ξεβολευτεί, αλλά βρίσκουμε πάντοτε διόδους και κερδίσουμε ξανά πράγματα που έχουμε χάσει.

Η γιορτή βιβλίου

Η έκθεση βιβλίου, που για την πόλη του Βόλου αποτελούσε καθιερωμένο θεσμό εδώ και 24 χρόνια, τα δύο τελευταία καλοκαίρια δεν έχει πραγματοποιηθεί στην παραλία του Βόλου.

Οι επαγγελματίες δεν μπορούσαν να ανταπεξέλθουν στα έξοδα για να πάρουν μέρος. Δεν επιχορηγούνται από κανένα. Αναζητούν όμως τρόπους ώστε το επόμενο καλοκαίρι η έκθεση να ανοίξει εκ νέου τις πύλες της και να υποδεχτεί τους λάτρεις του βιβλίου.

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΜΑΡΟΥΓΚΑ

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου