ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Ενας ταλαντούχος Σκοπελίτης

ενας-ταλαντούχος-σκοπελίτης-148805

Αξιόλογη θεατρική δράση από τον Δημήτρη Δρόσο που συμμετείχε στις «Νύφες» του Π. Βούλγαρη

Σχέση ζωής έχει αναπτύξει με την θεατρική τέχνη ο Δημήτρης Δρόσος, ο οποίος εξέφρασε παιδιόθεν το εκφραστικό του ταλέντο. Ο 30χρονος Σκοπελίτης, γόνος επίλεκτης οικογένειας της Σκοπέλου, με πολύ σημαντική επιχειρηματική δράση αλλά και μεγάλη εθελοντική προσφορά, γαλουχήθηκε σ’ ένα περιβάλλον που του έδωσε την κατάλληλη ώθηση να ανοίξει τα φτερά του και να ακολουθήσει την φωνή της θεατρικής του ευαισθησίας.

Ο πρωτότοκος γιός του Γιώργου και της Μάχης Δρόσου, έχει ήδη στο ενεργητικό του πολλές αξιόλογες συνεργασίες, μεταξύ των οποίων κατέχουν εξέχουσα θέση οι συμμετοχές του στην τηλεοπτική «Λούφα και παραλλαγή» καθώς και στις κινηματογραφικές «Νύφες» του Παντελή Βούλγαρη.

Ο ταλαντούχος ηθοποιός θα ανέβει στην σκηνή του «Απλού θεάτρου» ερμηνεύοντας τον «Δον Ζουάν» στα μέσα Ιανουαρίου, ενώ παράλληλα θα συμμετάσχει με την Μαρία Μητροπούλου σε φεστιβάλ με αποσπάσματα έργων Σαίξπηρ που προγραμματίζεται τον ερχόμενο Μάιο και θα φιλοξενηθεί σ’ έναν καινούργιο θεατρικό χώρο, το Beton 7.

Ο Δημήτρης Δρόσος πήρε το βάπτισμα της σκηνής από πολύ νεαρή ηλικία, με την αρωγή του γνωστού ηθοποιού και σκηνοθέτη Γεννάδιου Πάτση, ο οποίος είχε μόλις επιστρέψει στο νησί, μετά από μια μακρά περίοδο διαμονής στην Τασκένδη. Άλλωστε, τόσο οι γονείς, όσο και ο αδελφός του Βαγγέλης, είναι ένθερμοι υποστηρικτές του πολιτισμού, δίνοντας ενεργά το «παρών» σε κάθε εθελοντική πρωτοβουλία που αναπτύσσεται στην Σκόπελο.

Στην γενέτειρά του γεύτηκε το πρώτο χειροκρότημα, συμμετέχοντας στις παραστάσεις που οργάνωσε ο Γεννάδιος Πάτσης κι όπως ομολογεί ο ίδιος «είχε ήδη μπει μέσα μου το μικρόβιο του θεάτρου και όταν ήμουν στην σκηνή, ένιωθα ότι βρισκόμουν εκεί που έπρεπε, αλλά προσπαθούσα να πείσω τον εαυτό μου ότι πρέπει να κάνω κάτι άλλο στην ζωή μου, να ασχοληθώ δηλαδή, με τον οικονομικό ή τον τουριστικό κλάδο, ακολουθώντας την οικογενειακή παράδοση».

Την περίοδο που βρέθηκε στην Θεσσαλονίκη ως φοιτητής, μετείχε σε έναν καλλιτεχνικό πυρήνα, ο οποίος απαρτίζονταν από τους επιστήθιους φίλους του, Χρήστο Κοσμά, μουσικό και τον ποιητή Κυριάκο Ραμολή. «Δημιουργήσαμε μια ομάδα στην Θεσσαλονίκη, παρουσιάζοντας τους «Αχαρνείς» του Αριστοφάνη, και τότε πήρα την απόφαση να κατέβω στην Αθήνα, έχοντας πάντα την στήριξη των γονιών μου» αναφέρει ο ίδιος.

Ένας νέος δημιουργικός κύκλος ανοίγει αρχικά στην Δραματική Σχολή του Γιώργου Αρμένη και εν συνεχεία στην Σχολή του Εθνικού, μετουσιώνοντας σε θεατρική πράξη την αίσθηση που είχε από παιδί «ότι δεν μπορώ να κάνω κάτι άλλο. Τραγουδούσα κι έπαιζα, κι ένιωθα ότι ήμουν εκεί που έπρεπε» όπως αναφέρει χαρακτηριστικά.

Μόλις αποφοίτησε από το Εθνικό άνοιξε αμέσως ο κύκλος της επαγγελματικής του δράσης, που περιλαμβάνει ήδη, πολύ σημαντικούς σταθμούς, με κορυφαίες στιγμές το φεστιβάλ της Επιδαύρου το 2008 με τον Αγαμέμνονα του Αισχύλου σε σκηνοθεσία Α. Μπρούσκου, όπου ερμήνευσε τον κορυφαίο του χορού, τον «Ματωμένο γάμο» του Λόρκα σε σκηνοθεσία Σωτήρη Χατζάκι την θεατρική περίοδο 2006-2007, αλλά και την συνεργασία του με το ΔΗΠΕΘΕ Κρήτης την περίοδο 2011-2012, με το έργο «Ντόν Κριστόμπαλ-Ντόνα Ροζίτα» σε σκηνοθεσία Ανθής Βασιλοπούλου.

Ο ταλαντούχος ηθοποιός δηλώνει «υπέρ της θεατρικής αποκέντρωσης» κι όπως υπογραμμίζει «πρέπει να αρχίσουν να διαμορφώνονται ομάδες όχι μόνο στην ηπειρωτική, αλλά και την νησιωτική Ελλάδα, αλλά απαιτείται στήριξη προκειμένου να τελεσφορήσει η προσπάθεια». Παράλληλα ομολογεί ότι θα ήθελε να συνεργαστεί με το ΔΗΠΕΘΕ Βόλου, εκτιμώντας ότι «η πόλη αναπτύσσει σημαντική πολιτιστική δραστηριότητα, έχοντας παράλληλα το σημαντικό πλεονέκτημα της ρυμοτομίας αλλά και της γενικότερης ελκυστικής εικόνας».

Ο ίδιος αντιμετωπίζει επί της ουσίας το θέατρο, συμμετέχοντας μάλιστα στην ομάδα TED’x Event, Oper(o) που ασχολείται με το θέατρο δρόμου, καταθέτοντας τις καλλιτεχνικές του ευαισθησίες στον «Οδοιπόρο» του Μάλερ, σε σκηνοθεσία Ε. Γεωργαλάκη.

Η γενικότερη φιλοσοφία του εστιάζεται στην ποιοτική και όχι την εμπορική διάσταση του θεάτρου, ενώ όπως αναφέρει χαρακτηριστικά «σε αυτές τις δύσκολες οικονομικές συνθήκες που ζούμε, δεν θα μπορούσα να κάνω αυτό που θέλω, αν δεν είχα την στήριξη της οικογένειάς μου». Η πατρίδα του, η Σκόπελος, είναι πάντα ο τόπος της καρδιάς του και κάθε φορά που του δίνεται η ευκαιρία, την επισκέπτεται, έχοντας πάντα κατά νου «τα χρώματα του νησιού και την καλοσύνη των ανθρώπων».

ΓΛΥΚΕΡΙΑ ΥΔΡΑΙΟΥ

#Tags

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου