ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

«Ένας – πράγματι – Καλός Λόγος»…

ένας-πράγματι-καλός-λόγος-16529

ΕΝΤΥΠΩΣΕΙΣ ΑΠΟ ΜΙΑ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΡΓΥΡΗ ΠΑΝΤΑΖΑΡΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΙΝΑΜΑ ΝΤΙΔΗ ΣΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΗΣ ΠΑΛΙΑΣ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ

Του Βαγγ. Σουσουρή


Να το διευκρινήσω εξ αρχής. Δεν είμαι κριτικός της Τέχνης. Οσάκις χρειάσθηκε να γράψω για Μουσική, Θέατρο ή Ζωγραφική, το έκανα βιωματικά, παραθέτοντας ό,τι έζησα και «εισέπραξα» από τα έργα των δημιουργών. Θα αποτολμούσα μάλιστα την λεκτική υπερβολή ότι … ευτυχώς που δεν είμαι κριτικός! Όχι γιατί καταφρονώ το σπουδαίο έργο των ειδικών της Τέχνης και την μεγάλη τους συμβολή στην προαγωγή της. Αλλά διότι, όπως έγραψε κι ο Απόστολος Παύλος, «η γνώσις φυσιοί». Φουσκώνει, δηλαδή, το «Εγώ» πολλών κενόδοξων ανθρώπων, δημιουργώντας τους την εγωπαθή ψευδαίσθηση της αυθεντίας, οπότε, αν τύχει να ‘ναι και κριτικοί, τότε δεν γράφουν από αγάπη για την Τέχνη, αλλά για το πώς το «εγώ» τους θα ήθελε να είναι αυτή και μαζί η καλλιτεχνική δημιουργία.

Ευτυχώς, όμως, η Τέχνη δεν γεννήθηκε για τους κριτικούς, αλλά για την ευρεία πλειονότητα των ανθρώπων του μέσου όρου: Για το Κοινό. Σ’ αυτό ανέκαθεν απευθύνεται και καταθέτει την ψυχή του ο κάθε θεατρικός ή άλλος δημιουργός. Και ανατέμνοντας τον άνθρωπο, μέσα από τα πάθη και τις αδυναμίες του, ανελκύει από τον βυθό της ψυχής του τα στοιχεία που τον αναδεικνύουν σε κορυφαία μεν, αλλά και τραγική ύπαρξη της Δημιουργίας.

Ανάμεσα σ’ αυτό το Κοινό βρέθηκα κι εγώ προχθές, παρακολουθώντας στο Θέατρο της Παλιάς Ηλεκτρικής την παράσταση «Ένας Καλός Λόγος» των Αργύρη Πανταζάρα και Ελίνας Μαντίδη, που συνυπογράφουν την σκηνοθεσία του έργου και είναι οι δημιουργικοί στροφείς μιας θεατρικής ομάδας νέων ανθρώπων με φλόγα ψυχής. Κατά την γνώμη μου, δραματουργικά και ερμηνευτικά, το έργο αυτό είναι δίκοπο μαχαίρι.

  • Δραματουργικά, διότι αποτελεί μέγα τόλμημα η σύζευξη δύο πηγών ιδεών: Από το «Υπόγειο» του Ντοστογιέφσκυ και τα «Ημερολογιακά Τετράδια» του Νιζίνσκυ (μυθικών δημιουργών, της παγκόσμιας λογοτεχνίας ό ένας, του κλασικού χορού ο άλλος). Από τα κείμενα αυτά, επικαιροποιώντας τα στο σήμερα, η Ελίνα συνθέτει ένα νέο χαρακτήρα, που ως πολιτικό πρόσωπο προβάρει επί σκηνής ένα διαγγελματικό λόγο, αποκαλύπτοντας βαθμιαία το έρεβος της αθέατης πλευράς της ψυχής του. Και
  • Ερμηνευτικά, διότι για κάθε ηθοποιό, εν προκειμένω τον Αργύρη, είναι μέγα το ρίσκο του διαρκούς μονολόγου, όπως έτσι ξεδιπλώνεται ο ρόλος του ήρωα της υπόθεσης. Στην περίπτωση αυτή, για να μην καταρρεύσει το έργο, η διαδραστική επαφή Κοινού και Ερμηνευτή, πρέπει να είναι ισχυρή και αδιάλειπτη. Κι αυτό μόνο με το ταλέντο του καλλιτέχνη, που εκπέμπει την ψυχική του ενέργεια στους θεατές, μπορεί να επιτευχθεί. Και ο Αργύρης διαθέτει ταλέντο εκρηκτικό.

Οφείλω να ομολογήσω ότι αισθάνθηκα τον ηλεκτρισμό της ερμηνείας του, καθώς:
– Αρχικά, ως ημίγυμνο μοναχικό όν του «Υπογείου» εξεμεί επί σκηνής οργή και δηλητήριο κατά πάντων (των ηθικών αρχών, του σεβασμού στην ανθρώπινη αξία, των επιστημών και δή της ιατρικής), αποκαλύπτοντας το σεληνιακό τοπίο της ψυχής του.
– Από την άλλη, ενδυόμενος βαθμιαία τα ρούχα και την ιδιότητα του πολιτικού, αυτοθεοποιείται και μεταμορφώνεται σ’ ένα, όχι απλώς ανήθικο, αλλά παντελώς «αήθικο» εξουσιαστικό όν, χωρίς ιδεολογία, χωρίς όσιο και ιερό. Πόσα, άραγε τέτοια «όντα» δεν έχουμε ακρίτως ψηφίσει;

Συγκλονιστική υπήρξεγια μένα η σκηνή, όπου ο ήρωας του έργου, ντοπάροντας τον εαυτό του με την φράση «είμαι θεός, είμαι θεός», εκφωνεί μιαν αιματοβαφή διακήρυξη ανατροπής και ξεθεμελιώματος των πάντων, σε σημείο που να μου ‘ρθει να φωνάξω: «Πάψε, επιτέλους, άθλιε!». Αλλά ενόχως συνειδητοποίησα ότι η «Αυτού Αθλιότης» είναι δημιούργημα της «Εμής Ηλιθιότητος». Γιατί ως πολίτης είμαι (πόσοι άλλοι, άραγε;) αλλεργικός στο άκουσμα της αλήθειας, στο αντίκρυσμα της απτής πραγματικότητας και – αντιθέτως – ηδονικά ευεπίφορος στο πολιτικάντικο παραμύθι. Αν αυτά, με κέντρο κύκλου τον εαυτό μας, περιμετρικά τα επεκτείνουμε σ’ επίπεδο Κοινωνίας βρισκόμαστε μπροστά στο αίτιο της τραγωδίας, που βιώνουμε σήμερα ως Πατρίδα και Λαός.

Σ’ αυτήν, λοιπόν, την εποχή της κατάρρευσης των πάντων, ακόμη και ο ορισμός της Τέχνης ποικίλλει, ανάλογα με την προσωπική κατάσταση ή την στάση ζωής του καθενός, με ακραίον ισχυρισμό το ότι «η Τέχνη δεν έχει όρια». Παραφράζοντας, όμως, τον Ντοστογιέφσκυ αντιτείνω: Όπου δεν υπάρχουν όρια, τα πάντα επιτρέπονται! Κι αυτό είναι κατήφορος χαώδης και καταστροφικός και για την Τέχνη. Γι’ αυτό, εσωτερικά ως άνθρωπο, με αναπαύει η διαχρονικής αξίας ρήση των αρχαίων: «Τέχνη είναι το Ιδεώδες του Καλού».

Κι έτσι στον «Ένα Καλό Λόγο» της Ελίνας Μαντίδη και του Αργύρη Πανταζάρα, προσθέτω κι εγώ, με την παρούσα γραφή, τον δικό μου βιωματικό λόγο. Παιδιά, σας ευχαριστούμε. Και περιμένουμε να ξανάρθετε σύντομα στην πόλη που σας γέννησε, με νέα σας δημιουργία…

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου