ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Μαριώ: Η ρεμπέτισσα εγγονή του Αγ.Παϊσίου αποκαλύπτει γιατί ζει στα Εξάρχεια

μαριώ-η-ρεμπέτισσα-εγγονή-του-αγ-παϊσί-61293

Το ρεμπέτικο είναι γι’ αυτήν «τρόπος ζωής» και η μουσική η ζωή της. Γνήσια ρεμπέτισσα αλλά πάνω από όλα γνήσιος άνθρωπος, η Μαριώ «μπολιάστηκε» από πολύ μικρή ηλικία με μια αυθεντικότητα που τη συντροφεύει από τα πρώτα βήματά της στο πάλκο, όταν το 1958 πρωτοτραγούδησε ρεμπέτικα στο πλάι του πατέρα της έως σήμερα.

Από τις εκφραστικότερες εκπροσώπους του ρεμπέτικου και του λαϊκού τραγουδιού, η Μαριώ μίλησε στον ραδιοφωνικό σταθμό του Αθηναϊκού-Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων «Πρακτορείο 104,9 FM» για το είδος της μουσικής που έχει επιλέξει να υπηρετήσει, τη ζωή της στα Εξάρχεια και τις ιδιαίτερες συνεργασίες της, όπως αυτή με την Άννα Βίσση.

«Από το 1958 τραγουδάω. Το ρεμπέτικο είναι τρόπος ζωής για μένα. Η μουσική είναι η ζωή μου, δεν μπορεί να είναι διαφορετικά, ειδικά όταν έχεις μεγαλώσει σε μια μουσική οικογένεια» λέει και τονίζει ότι οι γονείς της, τη μεγάλωσαν σεμνά και απλά και με την ίδια σεμνότητα αποφάσισε να ζήσει όταν έγινε ευρέως γνωστή μέσα από τα ρεμπέτικα τραγούδια της.

«Δεν θα ήθελα με τίποτα να χάσω την ταυτότητά μου. Εμένα μου αρέσει να περπατάω στο δρόμο και να με σταματάνε, χαίρομαι πολύ» τονίζει και διαχωρίζει τη θέση της από αυτούς που κρατούν κριτική στάση απέναντι σε όλους και σε όλα. «Κοιτάω τη δουλειά μου και μόνο τη δουλειά μου. Δεν μου αρέσει να κάνω κρίσεις και επικρίσεις. Λένε διάφορα για τα νέα παιδιά. Είναι και αυτά παιδιά που προσπαθούν να κάνουν μια καριέρα δεν έχουμε το δικαίωμα και δεν πρέπει να κρίνουμε κανένα» αναφέρει χαρακτηριστικά.

Η Μαριώ σχολίασε στο «Πρακτορείο 104,9 FM» την ένταξη της μουσικής παράδοσης του ρεμπέτικου στον αντιπροσωπευτικό κατάλογο της UNESCO για την «Άυλη Πολιτιστική κληρονομιά της Ανθρωπότητας» τον περασμένο Δεκέμβριο. «Είμαι πολύ χαρούμενη και πιστεύω ότι είναι τιμή για τη χώρα μας που μπήκε το ρεμπέτικο τραγούδι στην UNESCO» υπογράμμισε.

Μπορεί, όπως εκμυστηρεύτηκε, 45 χρόνια να «αντιστεκόταν» στην Αθήνα, όταν όμως αποφάσισε τελικά να μετακομίσει στην πρωτεύουσα επέλεξε να ζήσει στα Εξάρχεια. «Εγώ περνάω καλά στα Εξάρχεια και η επιλογή μου να ζήσω εδώ δεν είναι τυχαία. Μπορεί να έχει κάποια παιδιά που κάνουν αταξίες, είναι όμως παιδιά που δεν έχουν μέλλον, δεν έχουν παιδεία, τους λείπουν πολλά πράγματα. Πολλές φορές πηγαίνω στην πλατεία Εξαρχείων και βλέπω αυτά τα παιδιά, με χαιρετάνε και εγώ τους λέω, “τι να σας κάνω; να προσέχετε μην κάνετε αταξίες, μην γκρεμίζετε των ανθρώπων τα μαγαζιά. Δείξτε κατανόηση στους ανθρώπους που έχουν παλέψει μια ζωή για να φτιάξουν μια μικρή επιχείρηση για να ζήσουν”».

Πρόσφατα αντιμετώπισε ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας και, όπως ανέφερε, η Μαρία Φαραντούρη, με την οποία έχει συνεργαστεί στο παρελθόν, ήταν ένα από τα πρόσωπα που τη στήριξαν. «Τελευταία που ήμουν στο νοσοκομείο άρρωστη μου τηλεφωνούσε η Μαρία Φαραντούρη και μου έλεγε: ’κράτα γερά, κράτα και να κάνεις κουράγιο πρέπει να προσέχουμε την υγεία μας’».

Αναφέρθηκε επίσης και στις ιδιαίτερες συνεργασίες που είχε στην πορεία της ζωής της, όπως αυτή με την Άννα Βίσση. «Εγώ θέλω να προβάλλω το ρεμπέτικο, το μόνο που με ενδιαφέρει είναι αυτός με τον οποίο συνεργάζομαι να σέβεται το ρεμπέτικο τραγούδι. Με την Άννα Βίσση εισέπραξα μεγάλη αγάπη από τον κόσμο και δεν το περίμενε αυτό ούτε η ίδια. Ένα ολόκληρο καλοκαίρι, προς τιμήν της, μελέτησε τα ρεμπέτικα τραγούδια που έχω ερμηνεύσει. Ήρθε στην πρόβα και μου είπε: “Μαριώ, εγώ τα ξέρω όλα τα τραγούδια”. Κράτησε με αξιοπρέπεια τη θέση της» υπογράμμισε.

Σε παλαιότερη συνέντευξή της έχει πει για τη σχέση της με τον Άγιο Παΐσιο:

«Η μανούλα μου είχε μεγάλη πίκρα. Η μητέρα της ξεψύχησε μέσα στο καΐκι που τους μετέφερε από τη Μ. Ασία στον Πειραιά για να σωθούνε και την πετάξανε στο Αιγαίο. Έπαθε η μητέρα της επιλόχειο πυρετό και πέθανε μέσα στο καΐκι. Η μαμά μου ήταν η μεγαλύτερη, είχε δυο αδέρφια, τον θείο μου τον Νίκο και τη θεία μου την Ανατολή που είχε γεννηθεί μέσα στο καΐκι. Σκορπίστηκε όλη η οικογένεια.

Τι να σου πω; Ότι γνώρισα πριν από 8 χρόνια την ξαδέλφη μου τη Μαρία, την κόρη του θείου μου, αδελφού της μητέρας μου, μετά από 60 χρόνια στη Δράμα; Ξέρεις πόσο στεναχωριόμουν που δεν την είχα γνωρίσει; Για μένα ήταν μια μεγάλη γιορτή όταν την αγκάλιασα. Ξαναγεννήθηκα!

Πρώτα γνώρισα τον ξάδελφό μου που είναι μοναχός στο Άγιο Όρος. Κάποιοι που με είχαν δει του είπαν πως με γνώριζαν και ήξεραν ότι έχω ξαδέλφια στον Ξηροπόταμο Δράμας. Τους είπε πως είμαι ξαδέλφη του και τους παρακάλεσε να με βρούνε. Έτσι σμίξαμε η οικογένεια. Και να σου πω, είμαστε εγγόνια από τη μεριά της μαμάς μου του αγίου, πλέον, Παΐσιου».

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου