ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Πρωτ. Θεμιστοκλή Μουρτζανου: «Γρηγόριος Κωνσταντάς. Ενας Λόγιος συζητά με τον Διαφωτισμό και την Παράδοση»

πρωτ-θεμιστοκλή-μουρτζανου-γρηγόρι-264762

Του Κώστα Λιάπη

Γνωστός στην κοινωνία του Βόλου και της Μαγνησίας ο Γενικός Αρχιερατικός Επίτροπος στη Μητρόπολη Κερκύρας, Παξών και Διαποντίων Νήσων Πρωτοπρεσβύτερος Θεμιστοκλής Μουρτζανός από την προηγούμενη εκκλησιαστική διακονία του και το λαμπρό πνευματικό έργο του και στη Μητρόπολη Δημητριάδος. Ο ίδιος, όντας και φιλόλογος αλλά και Δρ. Θεολογίας πλέον, συνεχίζει, με αυξημένους μάλιστα ρυθμούς, τη θεάρεστη και εθνωφελή τούτη διπλή προσφορά του στην Κέρκυρα, έχοντας πάντα τις πνευματικές κεραίες του στραμμένες και στο Βόλο και το Πήλιο, απ’ όπου εξακολουθεί παράλληλα να αντλεί τις πνευματικές εμπνεύσεις του και το υλικό των ερευνητικών του διατριβών, που κυρίως σχετίζονται με τη ζωή και το έργο των τριών Μηλιωτών κληρικών Διδασκάλων του Γένους Ανθίμου Γαζή, Γρηγορίου Κωνσταντά και Δανιήλ Φιλιππίδη.

Είχα πρωτογνωρίσει τούτη την έφεσή του το φθινόπωρο του 2000, στο συνέδριο των Μηλεών για τη ζωή και το έργο της παραπάνω επιφανούς τριάδας των Μηλιωτών λογίων, όπου ο ίδιος, διακονώντας ακόμα στη Μητρόπολη Δημητριάδος, είχε διαπραγματευθεί και αναπτύξει με άψογη ενδελέχεια το θέμα «Άνθιμος Γαζής: Επιστημονικές και Θεολογικές του θέσεις». Μερικά χρόνια αργότερα έμαθα από τον ίδιο, διακονούντα πια στη Μητρόπολη Κερκύρας, ότι ετοίμαζε τη διδακτορική του διατριβή, που θα υπέβαλε στο Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής; του Αριστοτελείου Παν/μίου Θεσ/νίκης και είχε ως θέμα τη ζωή και το έργο του Γρηγορίου Κωνσταντά. Μια διατριβή, με τίτλο «Γρηγόριος Κωνσταντάς: Βίος, Έργο», που την υπέβαλε στο εν λόγω τμήμα της Θεολογικής Σχολής του Παν/μίου Θεσ/νίκης το 2009 και αντίγραφό της είχε την καλοσύνη να στείλει και στην ταπεινότητά μου, υπερτιμώντας τη μικρή βιβλιογραφική συνδρομή μου στη συγκεκριμένη προσπάθειά του. Άρτια από κάθε άποψη η εν λόγω μελέτη εγκρίθηκε μετά πολλών επαίνων, και η ίδια, πόνημα γοητευτικό και εξαίρετο και με τη σφραγίδα της θαυμαστής ερευνητικής και λογοτεχνικής αξιοσύνης του χαρισματικού δημιουργού της, εκδόθηκε σχετικά πρόσφατα μ’ επιμέλεια του κοινού μας φίλου και λαμπρού επίσης ιστορικού (και όχι μόνο) ερευνητή της γείτονος Λάρισας Νίκου Παπαθεοδώρου με νέο τίτλο «Γρηγόριος Κωνσταντάς. Ένας λόγιος συζητά με τον Διαφωτισμό και την Παράδοση» (Εκτύπωση – Βιβλιοδεσία Λαβδάκης Εμμανουήλ, Ο. Ε., Λάρισα 2017, σ. σ. 462). Είχα κι αυτή τη φορά την τιμή και τη χαρά να δεχθώ από τον συγγραφέα τον εκπληκτικά πλούσιο και εκδοτικά καλαίσθητο αυτόν τόμο και τον ευχαριστώ από καρδιάς για το περισπούδαστο τούτο δώρο του· μια μελέτη με πολυδιάστατη εμβέλεια, που δεν πλουτίζει απλά την περί τον Κωνσταντά βιβλιογραφία αλλά, όπως πιστεύω ακράδαντα, την αρτιώνει υποδειγματικά, ξεπερνώντας κάθε άλλη προηγούμενη.

Η ύλη του τόμου, εκτός από τον πυκνά διαρθρωμένο κι ευχαριστήριο στους συμπράξαντες στη σύνθεση της διατριβής πρόλογο του συγγραφέα κι από το από καρδιάς σημείωμα του επιμελητή του, απαρτίζεται βασικά από μια πλατιά και ιδιαίτερα εμπεριστατωμένη εισαγωγή (σελίδες 31) και τέσσερα μεγάλα κεφάλαια. Απ’ τα οποία το πρώτο αναφέρεται στα του βίου του Κωνσταντά (σ. 63), το δεύτερο και μεγαλύτερο στην πολύμορφη και πολυδιάστατη εμπλοκή του Κωνσταντά στον Νεοελληνικό Διαφωτισμό (σ. 198), το τρίτο στον διά βίου αγώνα του Κωνσταντά για τη Νεοελληνική Εκπαίδευση (σ. 65) και το τέταρτο στη σχέση του ίδιου με την εκκλησιαστική παράδοση και την ερμηνεία της (σ. 470).

Μια εκτεταμένη και άψογα μεθοδευμένη, τεκμηριωμένη και σχολιασμένη μελέτη, με αναρίθμητες υποσελίδιες παραπομπές και σημειώσεις, που, σε συνδυασμό και με την εξαιρετικά πλούσια βιβλιογραφία, σηματοδούν το εύρος των γραφτών πηγών του ερευνητή συγγραφέα. Με σημαντικότερες απ’ αυτές την ίδια την εργογραφία του Κωνσταντά, αλλά και τα χειρόγραφα κείμενά του (έγγραφα, επιστολές, σημειώσεις, εκθέσεις, ακόμα και την ίδια την πρώιμη διαθήκη του), δείγματα των οποίων και παρατίθενται στο τέλος της μελέτης, όπως αυτά φυλάσσονται στη Δημόσια Μηλιώτικη Βιβλιοθήκη και κυρίως στους φακέλους με τα χίλια περίπου «λυτά» έγραφα, που διέσωσε από τη φθορά και τακτοποίησε ο Βαγγέλης Σκουβαράς το καλοκαίρι του 1960.

Για τη ζωή και το έργο του Κωνσταντά, που ουσιαστικά αποτελούν τους δυο βασικούς πόλους της παρούσας συγγραφής, υπάρχει πρώτα – πρώτα, και καταγράφεται από τον συγγραφέα, μια σύντομη αυτοβιογραφία του ίδιου του Κωνσταντά, που σώζεται στη Μηλιώτικη Βιβλιοθήκη και περιέχεται σε επιστολή του ίδιου προς τον Μητροπολίτη Δημητριάδος. Και βέβαια με το ίδιο αντικείμενο έχουν ασχοληθεί αρκετοί μελετητές κι έχουμε σχετικές παραθέσεις απ’ αυτούς είτε σε αυτόνομα άρθρα ή κι εκτενέστερα συγγράμματά τους είτε ακόμα σε αντίστοιχα εγκυκλοπαιδικά λήμματα. Άλλωστε υπάρχει πάντα ο εύκολος αλλά και δύσκολος τρόπος για μια τέτοια καταγραφή. Ο συγγραφέας, λοιπόν, της παρούσας έρευνας διάλεξε το δύσκολο τρόπο να προσεγγίσει και να συνομιλήσει με τον βιογραφούμενο ήρωά του, ως εάν επρόκειτο για ζωντανή ύπαρξη και «με βάση τα κριτήρια ερμηνείας του κόσμου στη δική του εποχή».

Έτσι θ’ αντικρίσει την πολυγόνιμη και επ’ αγαθώ της μικρής και μεγάλης πατρίδας του και της εθνικής παιδείας της βιωτή, δράση και εν γένει πληθωρική προσφορά του Κωνσταντά ο εμβριθής νέος βιογράφος του. Για να τονίσει παράλληλα και πολύτροπα και τη γόνιμη συμμετοχή του στις αρχές του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού και του αντίστοιχου κλάδου του, του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, το ιδεολογικό βάθρο, οι προβαλλόμενες αξίες και οι αντίπαλές τάσεις του οποίου πνευματικού κινήματος σχολιάζονται σε βάθος όχι μόνο στο β΄ κεφάλαιο αλλά και σε όλο το πλάτος της μελέτης.

Γοητευτικό το όλο ιδεολογικό και αξιακό περιεχόμενο και ελκυστική η περιρρέουσα ατμόσφαιρα του νέου πνευματικού κινήματος, με την πίστη του στον ορθό λόγο, που αντιτίθεται σε κάθε αυθεντία, στην εξελιξιμότητα του ανθρώπου, στην πρόοδο και τη δυνατότητα της ευτυχίας, θέσεις και δυνατότητες που προσφέρονται από τον ουμανισμό και τα ανθρώπινα δικαιώματα (Ελευθερία, Ισότητα, Αδελφοσύνη) και δίνουν πρωτεύουσα σημασία στην Παιδεία, όπου προστίθεται και το σύνθημα για επιστροφή στην αρχαία ελληνική γραμματεία. Όλο αυτό το αξιακό πλαίσιο δεν ήταν δυνατό ν’ αφήσει αδιάφορους τους πνευματικούς κυρίως εκπροσώπους – λογίους του σκλάβου έθνους και ιδιαίτερα τους ασχολούμενους με την καθημαγμένη Παιδεία, οι συντριπτικά περισσότεροι των οποίων ήταν κληρικοί. Γι’ αυτό και υπήρξε γενική συστράτευση όλων των προοδευτικών δυνάμεων της χώρας κάτω από τις σημαίες του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, όπου βρέθηκε και η τριάδα των μηλιωτών λογίων. Τα πράγματα, όμως, γοργά άρχισαν να διαφοροποιούνται στις τάξεις των φορέων του Διαφωτισμού στη χώρα μας, καθώς στις θέσεις και αξίες του κινήματος προστέθηκε η απαξία της θρησκευτικής αυθεντίας, του εκκλησιαστικού λόγου και των παραδόσεων, που έφερε την αντιπαλότητα μεταξύ των συντηρητικών και προοδευτικών λογίων και φορέων του Διαφωτισμού και στον ελλαδικό χώρο, όπως σημειώνει ο συγγραφέας, «λόγω της επιχειρούμενης αλλοτρίωσης από το πνεύμα και το ήθος της ελληνοορθόδοξης παράδοσης». Έτσι βρέθηκαν από τη μια μεριά οι Κολλυβάδες που «οχυρώθηκαν πίσω από την εσωστρέφεια της ασκητικής πραγματικότητας κι έδωσαν σπουδαία μηνύματα που πήγασαν από βιώματα για το πώς ο άνθρωπος μπορεί να προσεγγίσει το Θεό και να γευθεί τη θέωση ως στάση ζωής», κι απ’ την άλλη οι άλλοι λόγιοι, που «αντέταξαν «ένα άλλο πρότυπο, πιο εξωστρεφές και ανθρωποκεντρικό, πρεσβεύοντας πως νόημα στη ζωή δίνει η σχέση με τον άνθρωπο και η δημιουργία κοινωνιών που θα έχουν ως κριτήριο για την ύπαρξή τους την ελευθερία από τη φυσική δουλεία και από την πνευματική – διανοητική καθήλωση στην αμάθεια και στη δεισιδαιμονία».

Ο Κωνσταντάς, ως λόγω και έργω εραστής της Παιδείας, στην οποία αφιερώθηκε ψυχή τε και σώματι ολοζωής πιστεύοντας πως «η Παιδεία μπορεί ν’ αλλάξει τον άνθρωπο και κατ’ επέκτασιν την κοινωνία», βρέθηκε στην αρχή απ’ την πλευρά των προοδευτικών, αλλά δεν αναμείχθηκε στους φιλολογικούς καυγάδες των αντιφρονούντων. Με τον καιρό, όμως, διαπίστωσε κι αυτός τα αδιέξοδα του Διαφωτισμού και «χωρίς να γίνει Κολλυβάς» συνειδητοποίησε ότι η αιτούμενη με τον Διαφωτισμό εκκοσμίκευση, χωρίς τα στοιχεία της παράδοσης και της εθνικής ιδιοπροσωπίας, είναι αδιανόητη. Εξάλλου κι ο αρχικός ενθουσιασμός του για τις ιδεολογικές αρχές τούτου του μεγάλου ευρωπαϊκού κινήματος σιγά – σιγά ξεθύμανε, διαπιστώνοντας την προφανή ασυνέπεια των ίδιων των Ευρωπαίων στην εφαρμογή των αρχών του αλλά και την εκμετάλλευσή τούτων των αρχών προς ίδιον αυτών όφελος. Μια διαπίστωση που έφτασε στα όρια της οργής με το γνωστό εκείνο «έτζι ηθέλησαν οι Σκυλόφραγκοι κι ας έχουν το ανάθεμα», που βλέπουμε σ’ επιστολή του στον ζαγοριανό οπλαρχηγό Ιωάννη Μπασδέκη τον Απρίλη του 1830, όταν πληροφορήθηκε ότι οι τρεις μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία όρισαν για να βασιλεύσει στο απελευθερωμένο κομμάτι της χώρας μας -απ’ απ’ το οποίο, φευ, έλειπε η Θεσσαλία-, «έναν γερμανό ηγεμόνα»…

Ζητώ από τους αναγνώστες μου να με συγχωρήσουν. Γιατί από την όλη διατριβή του διακεκριμένου κληρικού ερευνητή, με τις υποδειγματικά διατεταγμένες και σοφά σχολιασμένες αμέτρητες παραμέτρους της, ήταν αδύνατο στα περιορισμένα πλαίσια ενός απλού άρθρου μου ν’ αποτυπώσω ένα σημαντικότερο κομμάτι της ανεκτίμητης συμβολής της στο φωτισμό της προσωπικότητας του σοφολογιώτατου πηλιορείτη λογίου Γρηγορίου Κωνσταντά. Όσοι φιλόμουσοι καταφέρουν ν’ αποκτήσουν και χαρούν τον θαυμαστό πνευματικό πλούτο αυτού του τόμου θα με καταλάβουν…

#Tags

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου