ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

«Ναι» στην επιμήκυνση με τον όρο πώλησης περιουσίας

ναι-στην-επιμήκυνση-με-τον-όρο-πώλησ-450912

Πράσινο φως για την ικανοποίηση του ενός από τα αιτήματα της Ελλάδας, αυτού που αφορά την επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής των 110 δισ. ευρώ, ανάβει η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ με συνέντευξή της στην εφημερίδα Bild, η οποία πρόκειται να δημοσιευθεί σήμερα.

Σε ό,τι αφορά όμως το αίτημα για μείωση των ελληνικών επιτοκίων, η Α. Μέρκελ θέτει ως όρο την πώληση δημόσιας περιουσίας, όπως τουλάχιστον είπε σε κεκλεισμένων των θυρών συνάντησή της με Γερμανούς βουλευτές.

«Θα μπορούσα να υποστηρίξω χαμηλότερα δάνεια, εάν η Ελλάδα συμφωνήσει στην πώληση δημόσιας περιουσίας» δήλωσε στους βουλευτές, όπως μεταδίδει το Bloomberg, η καγκελάριος. Ο αντίστοιχος όρος για την Ιρλανδία είναι η αύξηση της φορολογίας στις επιχειρήσεις.

Στη συνέντευξή της στην Bild, η κυρία Μέρκελ δήλωσε: «Πρέπει να εξασφαλιστεί περισσότερος χρόνος στην Ελλάδα για την αποπληρωμή των δανείων της» ενώ απέκλεισε εκ νέου το ενδεχόμενο αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους, επισημαίνοντας ότι η ΕΕ δεν διαθέτει εργαλεία για κάτι τέτοιο.

Υπερθεματίζοντας μάλιστα υπέρ της χορήγησης πίστωσης χρόνου, η Γερμανίδα καγκελάριος τονίζει ότι με το να επιμένει κανείς να αποκαταστήσει η Ελλάδα τη δημοσιονομική της ισορροπία εντός τριετίας, το μόνο που θα καταφέρει είναι να δημιουργήσει νέα προβλήματα και αναταραχή στις αγορές.

Σημειώνεται ότι από τον περασμένο Νοέμβριο η Ευρωπαϊκή Ένωση μελετά τη χορήγηση στην Ελλάδα επιπλέον χρόνου τεσσεράμισι ετών, ώστε η προθεσμία αποπληρωμής να φθάσει τα επτά χρόνια – τόση έχει δοθεί και στην Ιρλανδία, η οποία έχει δανειστεί 85 δισ. ευρώ.

Στην ίδια συνέντευξή της η καγκελάριος απέρριψε το ενδεχόμενο αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους, επισημαίνοντας ότι «επί του παρόντος δεν υπάρχουν τα "εργαλεία" για να συμβεί κάτι τέτοιο».

Σύμφωνα με την Bild, η Γερμανίδα πολιτική ηγέτιδα πρόσθεσε ότι από το 2013 οι ιδιώτες πιστωτές θα πρέπει να αναλαμβάνουν κι αυτοί το κόστος κάθε κρατικής χρεοκοπίας.

Υπογράμμισε, τέλος, ότι η οποία βοήθεια σε επίπεδο ευρωζώνης για τα υπερχρεωμένα κράτη θα πρέπει να αποφασιστεί ομόφωνα, επιφυλασσόμενη του δικαιώματος της Γερμανίας να ασκήσει βέτο σε περίπτωση που κρίνει ότι κάποια «διάσωση» δεν συνοδεύεται από αυστηρούς όρους.

 

Χαμηλώνει τον πήχη το Βερολίνο

Πάντως αξιωματούχοι της γερμανικής κυβέρνησης χαμήλωσαν τον πήχη των προσδοκιών για την σύνοδο κορυφής της 11ης Μαρτίου, λέγοντας ότι δεν αναμένεται να υπάρξουν σημαντικές αποφάσεις γύρω από τον μηχανισμό διάσωσης υπερχρεωμένων κρατών.

«Νομίζω ότι οι αγορές έχουν ήδη καταλάβει πως δεν πρόκειται να υπάρχουν ιδιαίτερες αποφάσεις αύριο», είπε σε συνέντευξή του στο Reuters ο Οtto Fricke, ειδικός σε θέματα προϋπολογισμού των Ελεύθερων Δημοκρατών (FDP), του κόμματος του κυβερνητικού συνασπισμού της Καγκελαρίου Α. Μέρκελ.

Mία συμβιβαστική λύση πρόκειται να προκύψει στην σύνοδο κορυφής στις 24/25 Μαρτίου, εκτίμησε ο ίδιος.

Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν και άλλοι Γερμανοί κυβερνητικοί αξιωματούχοι στο Βερολίνο, οι οποίοι δεν θέλησαν να κατονομαστούν.

«Δικαιώνει» την Αθήνα η Κομισιόν

Την ανάγκη για θεμελιώδεις αλλαγές στο πλαίσιο λειτουργίας των οίκων αξιολόγησης υπογραμμίζει η Κομισιόν, απαντώντας στην επιστολή Παπακωνσταντίνου που ζητούσε αυστηρότερη εποπτεία του τομέα.

Σε κοινές τους δηλώσεις, ο επίτροπος Οικονομικών Όλι Ρεν και ο επίτροπος Αγορών Μισέλ Μπαρνιέ ζήτησαν αλλαγές με στόχο χαμηλότερη εξάρτηση των επενδύσεων από τις αξιολογήσεις των οίκων -με νωπή ακόμη την υποβάθμιση Ελλάδας και Ισπανίας από τη Moody’s.

«Αποτελεί θεμελιώδες ζήτημα να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα που υπάρχουν σήμερα», δήλωσαν οι δύο επίτροποι.

Oι επίτροποι εμφανίζονται να συμμερίζονται τις αιτιάσεις της ελληνικής κυβέρνησης εναντίον του οίκου Moody’s, εκφράζοντας ταυτόχρονα την εμπιστοσύνη τους προς την Ελλάδα και την προσπάθεια δημοσιονομικής εξυγίανσης που καταβάλλει.

Οι δύο επίτροποι σημειώνουν πως πρέπει να αλλάξουν οι ευρωπαϊκοί κανονισμοί που συνδέουν τις επενδυτικές αποφάσεις με τις αξιολογήσεις αλλά και να βελτιωθούν οι μέθοδοι εκτίμησης της κρατικής πιστοληπτικής ικανότητας.

Επιπλέον, λέει η Κομισιόν, πρέπει να μειωθεί η σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ των οίκων και των φορέων που αξιολογούν αλλά και να «ενισχυθεί ο ανταγωνισμός» στο τοπίο των οίκων αξιολόγησης.

 

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου