ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Δίκαιο έκτακτης ανάγκης το μνημόνιο

δίκαιο-έκτακτης-ανάγκης-το-μνημόνιο-485719

Το μνημόνιο συνιστά δίκαιο έκτακτης ανάγκης θεσπισμένο για την προστασία της οικονομίας από την κατάρρευση και τα μέτρα και οι περικοπές που επιβλήθηκαν ήταν όχι μόνο συνταγματικά, αλλά επιβεβλημένα, τονίζει το υπουργείο Οικονομικών στην έκθεση με τις θέσεις του επί των προσφυγών που έχουν καταθέσει ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών, η ΑΔΕΔΥ και άλλοι φορείς κατά των μέτρων που επέβαλλε το Μνημόνιο (περικοπές αποδοχών, συντάξεων, κ.λ.π).

Επισημαίνει δε, ότι τα ληφθέντα μέτρα ήταν «τα ηπιότερα δυνατά, ενόψει των καταστροφικών επιπτώσεων οιασδήποτε άλλης πολιτικής επιλογής».

Την έκθεση με την οποία απαντά στα επιχειρήματα των φορέων το υπουργείο κατέθεσε στην Ολομέλεια του ΣτΕ, και ειδικότερα στην εισηγήτρια της υπόθεσης, σύμβουλο Επικρατείας, Μαρία Σαρπ, ενόψει της συζήτησης των προσφυγών στις 23 Νοεμβρίου.

Το μεγαλύτερο μέρος της έκθεσης αναφέρεται στο ιστορικό της οικονομικής πορείας της Ελλάδας και το μικρότερο στη νομική επιχειρηματολογία.

Ειδικότερα, στην έκθεση, μεταξύ άλλων, το υπουργείο Οικονομικών αναφέρει ότι «οι ρυθμίσεις των νόμων 3833 και 3845/2010 συνιστούν δίκαιο έκτακτης ανάγκης θεσπισμένο για την προστασία του εθνικού συμφέροντος και ειδικότερα για την προστασία της ελληνικής οικονομίας από την κατάρρευση και τη διασφάλιση χρηματοδοτήσεως των δημόσιων πολιτικών στους τομείς της εθνικής ασφάλειας, της παιδείας, της υγείας και της κοινωνικής ασφάλισης».

Ακόμη, αναφέρει το υπουργείο Οικονομικών, ότι τα οικονομικά μέτρα που επιβλήθηκαν ήταν «απολύτως αναγκαία, διότι αν δεν είχαν ληφθεί, είναι πλέον βέβαιο ότι θα υπήρχε αδυναμία πληρωμής μισθών και συντάξεων».

Και συνεχίζει η έκθεση ότι «τα μέτρα αυτά είναι κατάλληλα αφού συμβάλλουν άμεσα στην περιστολή των δημοσίων δαπανών και συνδυάζονται με ευρύ δανεισμό υπό όρους σαφώς καλύτερους εκείνων της χρηματοπιστωτικής αγοράς, ενώ είναι τα ηπιότερα δυνατά, ενόψει των καταστροφικών επιπτώσεων οιασδήποτε άλλης πολιτικής επιλογής».

Σύμφωνα με το υπουργείο τα οικονομικά μέτρα που επιβλήθηκαν δεν είναι αντίθετα στο Σύνταγμα, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, σε Διεθνείς Συμβάσεις Εργασίας και σε Διεθνές Σύμφωνο για τα οικονομικά, κοινωνικά και μορφωτικά δικαιώματα.

Επίσης, στην έκθεση του υπουργείου Οικονομικών αναφέρεται ότι η ψήφιση του Μνημονίου δεν έπρεπε να γίνει με την ειδική πλειοψηφία των τριών πέμπτων της Βουλής (άρθρο 28 Συντάγματος) όπως υποστηρίζεται στην προσφυγή του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών και των άλλων φορέων, καθώς ο Ν. 3845/2010 δεν αναγνωρίζει αρμοδιότητες σε όργανα διεθνών οργανισμών, αλλά ούτε παραβιάστηκε το άρθρο 36 του Συντάγματος που προβλέπει την κύρωση Διεθνών Συνθηκών από τη Βουλή.

Παράλληλα, το υπουργείο επικαλείται νομολογία (παλαιότερες αποφάσεις) του Συμβουλίου της Επικρατείας, σύμφωνα με τις οποίες ο περιορισμός των περιουσιακής φύσεως δικαιωμάτων (περιλαμβάνεται ο μισθός και η σύνταξη) μπορεί να γίνει εφόσον αυτό επιβάλλεται από λόγους γενικότερου κοινωνικού ή δημοσίου συμφέροντος.

Τέλος, αναφέρει ότι τα οικονομικά μέτρα που επιβλήθηκαν και οι περικοπές που έγιναν όχι μόνο είναι συνταγματικά, αλλά και επιβεβλημένα.

Σημειώνεται ότι πρόσθετους λόγους για τους οποίους τάσσονται κατά του μνημονίου κατέθεσαν ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών και το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος, στην σύμβουλο Επικρατείας Μαίρη Σαρπ η οποία είναι εισηγήτρια στην αίτηση που έχουν καταθέσει μαζί με την ΑΔΕΔΥ και άλλους φορείς κατά του Μνημονίου.

Η αίτηση, υπενθυμίζεται ότι, θα εκδικαστεί στις 23 Νοεμβρίου 2010 στην Ολομέλεια του ΣτΕ.

 

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου