ΤΟΠΙΚΑ

Κινηματογραφικές αναμνήσεις λαμπρής εποχής

κινηματογραφικές-αναμνήσεις-λαμπρής-810125

Λάμπει το βλέμμα και σπάει η φωνή στη θύμηση αξέχαστων κινηματογραφικών εποχών στον παλιό Βόλο, τότε που τα καλοκαίρια είχαν έντονο άρωμα γιασεμιού, θαλασσινής αύρας και ασπρόμαυρων ταινιών, που προβάλλονταν στους ασφυκτικά γεμάτους θερινούς κινηματογράφους, σχεδόν σε κάθε γειτονιά της πόλης. Ανάλογη νοσταλγία και στη θύμηση των πολυάριθμων κινηματογραφικών αιθουσών που λειτουργούσαν στη διάρκεια του χρόνου.

Ρεπορτάζ: ΓΛΥΚΕΡΙΑ ΥΔΡΑΙΟΥ

Τόσο μακρινές αλλά και τόσο οικείες, ταυτόχρονα, οι εικόνες που ξεθώριασαν αλλά δεν έσβησαν, με μοναδικό «αφηγητή» τον θερινό κινηματογράφο «Εξωραϊστική», που συνεχίζει να λειτουργεί μέχρι σήμερα, κόντρα στη «λαίλαπα» που άλλαξε την εικόνα της πόλης.

Αφορμή για το συγκεκριμένο ρεπορτάζ, με πολύτιμο «οδηγό» το σχετικό αφιέρωμα του 19ου τεύχους του περιοδικού «Εν Βόλω», είναι οι ενδιαφέρουσες πληροφορίες αναγνωστών του ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΥ, που προσέθεσαν πολύχρωμα κομμάτια στο παζλ της κινηματογραφικής ιστορίας της πόλης.

Οσα χρόνια κι αν περάσουν, η εικόνα των παλιών κινηματογράφων του Βόλου παραμένει αναλλοίωτη, για να θυμίζει στους μεταγενέστερους όσα προηγήθηκαν και σφράγισαν ανεξίτηλα το πολιτιστικό τοπίο της πόλης στο πέρασμα του χρόνου. Σημαντικό είναι το γεγονός ότι κινηματογράφοι λειτουργούσαν σε κάθε γωνιά της Μαγνησίας, ενώ όπως αφηγούνται οι παλαιότεροι, κινηματογράφοι λειτουργούσαν στην Αγριά, στον Αλμυρό (θερινός και χειμερινός), στη Νέα Αγχίαλο, στο Βελεστίνο, στην Αργαλαστή, ενώ δεν έλειπαν οι περιφερόμενοι κινηματογραφιστές, οι οποίοι επισκέπτονταν τα χωριά του Πηλίου και του κάμπου προβάλλοντας ταινίες στα καφενεία των χωριών.

Κινηματογράφος λειτούργησε επίσης τις χρυσές εποχές του σινεμά και για δύο χρόνια στις Αηδονοφωλιές, όταν σε κάθε γειτονιά υπήρχε και ένας κινηματογράφος.

Η περιπλάνηση στους θερινούς κινηματογράφους του Βόλου αρχίζει από την παραλία, τόπο συνάντησης, αναψυχής, κοινωνικής συναναστροφής. Ποιος δεν θυμάται τη «Θέτιδα» που βρισκόταν δίπλα από την «Εξωραϊστική», ή το «Σινέ Κύματα» που βρισκόταν σε απόσταση αναπνοής.

Στη γωνία Δημητριάδος με Μαυροκορδάτου, βρισκόταν ο θερινός κινηματογράφος «Ορφέας», ενώ στρίβοντας δεξιά με κατεύθυνση στην οδό Γαμβέτα, πάνω στο παραλιακό μέτωπο, στο οικοδομικό τετράγωνο που οριζόταν από τις οδούς Ογλ, Γαμβέτα και Αργοναυτών, βρίσκονταν το θερινό «Rex» και το χειμερινό «Τιτάνια», που άφησαν επίσης εποχή.

Στο παραλιακό μέτωπο δεσπόζει το «Αχίλλειο» που άνοιξε τις πύλες του στα τέλη της δεκαετίας του ’20 και συνεχίζει πλέον την πορεία του ως πολυχώρος πολιτισμού του Δήμου Βόλου. Ζωντανή παραμένει η εικόνα της οροφής που άνοιγε, αποκαλύπτοντας μπροστά στα γεμάτα θαυμασμό βλέμματα των θεατών τον έναστρο ουρανό. Το ίδιο ζωντανή παραμένει η λαχτάρα για το σινεάκ, τις πρωινές κυριακάτικες προβολές που απευθύνονταν σε παιδιά, αλλά τις απολάμβαναν και οι γονείς.

Στο επίκεντρο του κινηματογραφικού ενδιαφέροντος βρέθηκε για πολλές επίσης δεκαετίες το «Σινέ-Κρόνος» αλλά και το θρυλικό «Σινέ-Αττίκ» με τη χαρακτηριστική γαλάζια οροφή, που θύμιζε ουρανό γεμάτο αστέρια. Λίγο πιο πάνω, στην οδό Τοπάλη, ο κινηματογράφος «Λίντο», που στη συνέχεια μεταφέρθηκε στη συμβολή των οδών Κ. Καρτάλη και Γαλλίας, άφησε επίσης ανεξίτηλο στίγμα στην πόλη.

Πλήθος κόσμου έξω από την «Ιωλκό» - Αρχείο οικογένειας Μπαλασκώνη, περιοδικό «εν Βόλω»

Συνοικία το όνειρο

Οι πολυάριθμοι κινηματογράφοι που λειτούργησαν στις συνοικίες του Βόλου και της Νέας Ιωνίας άνθησαν κυρίως στη δεκαετία του ’60 και στις αρχές της δεκαετίας του ’70, γράφοντας τη δική τους ιστορία. Οι συνοικιακοί κινηματογράφοι αποτέλεσαν πόλο έλξης για τους Βολιώτες κάθε ηλικίας, με θεάματα για όλη την οικογένεια. Στον «Εσπερο» που βρισκόταν στη συμβολή των οδών Aναλήψεως με Κουταρέλια και στα «Ηλύσια» που βρισκόταν στη συνοικία Μεταμορφώσεως, χιλιάδες συμπολίτες παρακολουθούσαν τις αγαπημένες τους ταινίες. Ομοίως και στον Ανω Βόλο, όπου βρίσκονταν η «Φρύνη» και η «Διάνα», η οποία άνοιξε μάλιστα μια χρονιά τη σεζόν (αρχές Μαΐου) με τα «Χριστούγεννα του αλήτη» και τον Γιώργο Πάντζα σε δραματικό ρόλο. Πολύ αργότερα άνοιξε η θερινή «Νεράϊδα» κοντά στη στάση Πανταζόπουλου, που ανήκε στην οικογένεια Μπαλασκώνη, όπως άλλωστε και ο χειμερινός κινηματογράφος «Ιωλκός».

Ποιος δεν θυμάται τον κινηματογράφο «Αΐντα», που βρισκόταν σε απόσταση αναπνοής, ή τους θερινούς «Πάνθεον» και «Δάφνη» στο Καπακλί, τους επίσης θερινούς «Οδύσσεια» και «Ηρώδειο» στη Νέα Ιωνία, το περίφημο «Ακροπόλ» ή το θερινό «Ολύμπια» στο τέρμα της οδού Αναλήψεως. Στην καρδιά της Νέας Ιωνίας το «Λυρικόν» και η «Νίκη» που έχουν γράψει λαμπρές κινηματογραφικές σελίδες, όπως και η «Αργώ».

Κοντά στο παλιό κοιμητήριο είχε δημιουργηθεί, εξάλλου, η «Νέα Αργώ» ένα ακόμη γνωστό θερινό σινεμά της Νέας Ιωνίας. Στις μνήμες των σινεφίλ έχουν καταγραφεί επίσης ανεξίτηλα το χειμερινό «Παλλάς» στη Ν. Ιωνία, το «Οασις» στη συνοικία Καραγάτς και το «Σινέ Αρίων» στις γραμμές του τραίνου στον Κραυσίδωνα.

Η Αλίκη Βουγιουκλάκη στο «Τιτάνια» - Αρχείο οικογένειας Σουβατζή, περιοδικό «εν Βόλω»

Εγραψαν ιστορία

Ο κινηματογράφος έθρεψε πολλές γενιές ιδιοκτητών και εργαζομένων, έδωσε ζωή και ενίσχυσε την τοπική οικονομία, άφησε το στίγμα του σε μια ολόκληρη εποχή και χάρισε απλόχερα χαμόγελα στους κινηματογραφόφιλους, οι οποίοι έβλεπαν τα όνειρά τους να ζωντανεύουν στη μεγάλη οθόνη.

Αρρηκτα συνδεδεμένο με την κινηματογραφική ιστορία της πόλης είναι το όνομα της οικογένειας Φραγκουδάκη, αρχής γενομένης από τον Νίκο Φραγκουδάκη, ο οποίος διέθετε χειροκίνητη μηχανή και πραγματοποιούσε κυριακάτικες προβολές σε καφενεία, πλατείες και άλλους δημόσιους χώρους, ενώ αργότερα απέκτησε μόνιμα στέκια προβολής, όπως το καφενείο «Αργιλά» στην παραλία του Βόλου. Στη δεκαετία του ’30 ο Νίκος Φραγκουδάκης μαζί με τα τρία μεγαλύτερα παιδιά του, Γιάννη, Βαγγέλη και Αριστείδη, ο καθένας με τη δική του πλέον κινηματογραφική μηχανή, πραγματοποιούσαν κινηματογραφικές προβολές σε όλη τη Θεσσαλία.

Μετά τον θάνατο, σε νεαρή ηλικία, του Βαγγέλη και του Αριστείδη, περίπου το 1935 και τη Γερμανική Κατοχή, η οικογένεια Φραγκουδάκη είχε στην ιδιοκτησία της τον χειμερινό κινηματογράφο «Τιτάνια» και το 1946 τον θερινό κινηματογράφο «Rex», που έγραψαν ιστορία.

Οι μνήμες που ζωντανεύουν στο άκουσμα της λέξης «κινηματογράφος» και κυρίως «θερινό σινεμά» είναι πολλές και αυθόρμητα γεννιέται η επιθυμία να αποτυπωθούν εγγράφως. Πώς μπορεί να ξεχάσει κανείς τις ξαφνικές καλοκαιρινές μπόρες, που οδηγούσαν τους θεατές των θερινών κινηματογράφων κάτω από το υπόστεγο, χωρίς, ωστόσο, να διακοπεί η προβολή της ταινίας. Ποιος μπορεί να ξεχάσει τις ταξιθέτριες που «ψέκαζαν» τον εσωτερικό χώρο του κινηματογράφου με δροσερή κολόνια, προκειμένου να αποφεύγονται οι λιποθυμίες λόγω συνωστισμού.

Οι ατέλειωτες ουρές που σχηματίζονταν έξω από τους κινηματογράφους του Βόλου, και η ανυπομονησία για την επόμενη προβολή, είναι ανεξίτηλα χαραγμένες στη μνήμη αλλά και την καρδιά των παιδιών που βίωσαν το ιδιαίτερο κλίμα εκείνης της εποχής, ακούμπησαν τα όνειρά τους στο πανί της μεγάλης οθόνης, έγιναν συμμέτοχοι της κινηματογραφικής δράσης.

Οι εικόνες του παρελθόντος εναλλάσσονται καρέ – καρέ στη μνήμη όσων είχαν την τύχη να νιώσουν τον παλμό του πλήθους που συνωστιζόταν έξω από την είσοδο του κινηματογράφου, για να περιεργαστούν με έκδηλο ενδιαφέρον τις εντυπωσιακές αφίσες της ταινίας που προβαλλόταν, αλλά και των προβολών που ακολουθούσαν προσεχώς, διατηρώντας αμείωτο το ενδιαφέρον αλλά και την αδημονία μικρών και μεγάλων.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου