Πού κερδίζουμε και πού χάνουμε

πού-κερδίζουμε-και-πού-χάνουμε-820624

Δεν έκρυψα ούτε στιγμή από τους αναγνώστες μου την άποψή μου για το πρόβλημα με τα Σκόπια. Ότι εδώ που φθάσαμε μετά από σωρεία λαθών, όλων των μεταπολεμικών ελληνικών κυβερνήσεων, δεν έχουμε άλλη επιλογή παρά να αποδεχθούμε μια σύνθετη ονομασία για τη γειτονική χώρα. Υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχει σαφής διαχωρισμός από την ελληνική Μακεδονία, την ιστορία της, τον πολιτισμό της, την εθνική της ταυτότητα. Προσωπικώς προτιμούσα πάντοτε το μονολεκτικό «Νοβοματσεντόνια» ή το «Αλβανοσλαβική». Άλλα αφού οι κυβερνήσεις μας επιμένουν σε «γεωγραφικό προσδιορισμό», όπως το «Άνω» ή το «Βόρεια Μακεδονία», ας πάει στην ευχή.

Επιμένω όμως πως θα είναι μια μεγάλη ήττα αν αποδεχθούμε ότι υπάρχει δήθεν «μακεδονική εθνότητα» εκτός του κορμού του ελληνικού κράτους. Και αντιστοίχως «μακεδονική» γλώσσα. Και έχω, εδώ και χρόνια, κάνει πολλές φορές έκκληση, προς τους εκάστοτε κυβερνώντες, να σταθούν ιδιαιτέρως σε αυτό το σημείο. Αναπτύσσοντας μια παράλληλη υπόγεια διπλωματία. Με στόχο να κινητοποιηθούν οι αλβανόφωνοι της ΠΓΔΜ και τα κόμματά τους, ώστε να προβάλουν την εύλογη αξίωση, τόσο στην «εθνική ταυτότητα» όσο και στη γλώσσα του νέου κράτους, να αναγνωρίζονται και τα δικά τους δικαιώματα.

Ποιος σοβαρός διεθνής οργανισμός και ποιο δημοκρατικό κράτος θα είχε αντίρρηση να αποδεχθεί έναν προσδιορισμό της «ταυτότητας» των κατοίκων της γειτονικής χώρας, ως σλαβαλβανικής η αλβανοσλαβικής, όταν όλοι εμφανίζονται να κόπτονται υπέρ των δικαιωμάτων των μειονοτήτων, με δεδομένο ότι το αλβανόφωνο στοιχείο αυτής της χώρας αντιπροσωπεύει σχεδόν το ένα τρίτο του πληθυσμού της; Αν επιμέναμε σε αυτό θα βρίσκαμε συμμάχους, οι οποίοι ευλόγως θα πίεζαν την κυβέρνηση των Σκοπίων να αποδεχθεί το αυτονόητο.

Ατυχώς, τέτοιου είδους διπλωματικές κινήσεις δεν έκαναν ούτε οι προηγούμενες κυβερνήσεις ούτε και η σημερινή. Με αποτέλεσμα να κινδυνεύουμε να κατοχυρωθεί μια ανύπαρκτη «μακεδονική» εθνικότητα υπέρ του σλάβικου και αλβανικού πληθυσμού της ΠΓΔΜ.

Από κει και πέρα ας γίνει από όλους κατανοητό ότι διαγράφεται μια σαφέστατη προοπτική: Να πιστωθεί στον Αλέξη Τσίπρα το γεγονός ότι κατάφερε να φθάσει σε μια λύση, ενός προβλήματος που δεν μπόρεσαν να λύσουν όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις, πράσινες και γαλάζιες, ακόμη και όταν κατέφυγαν σε δυναμικά μέτρα, όπως το «εμπάργκο» που είχε επιβάλει ο Ανδρέας Παπανδρέου.

Ας θυμούνται όλοι ότι «προς γαρ το τελευταίον εκβάν έκαστον των πριν υπαρξάντων κρίνεται».

Γ.Π. Μασσαβέτας

[email protected]

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου