Δεν αρκούν οι καλές προθέσεις

δεν-αρκούν-οι-καλές-προθέσεις-5727

Απαιτούνται, με άλλα λόγια, γενναίες πολιτικές αποφάσεις από την κυβέρνηση, έτσι ώστε τα όσα σχεδιάζει να γίνουν πράξη και να τεθούν οι βάσεις για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας στον πολύπαθο ιδιωτικό τομέα

Ενα από τα επικοινωνιακά όπλα που θα προσπαθήσει να χρησιμοποιήσει η κυβέρνηση μετά τον Αύγουστο και την ολοκλήρωση της τρίτης δανειακής σύμβασης, θα είναι η επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Το θέμα των εργασιακών θεμάτων αποτελεί βασική προτεραιότητα των αρμόδιων κυβερνητικών στελεχών, που έχουν υποσχεθεί, εμμέσως πλην σαφώς, ότι μεταξύ των ευνοϊκών αποφάσεων που θα ληφθούν μετά το καλοκαίρι, θα είναι και αυτή που θα αφορά στην αύξηση του κατώτατου βασικού μισθού στον ιδιωτικό τομέα. Το δεύτερο σκέλος αυτής της πολιτικής στρατηγικής είναι η καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας, που παρά τις κατά καιρούς ανακοινώσεις του Υπουργείου Εργασίας και τα στατιστικά στοιχεία των αρμόδιων υπηρεσιών, εξακολουθεί και αποτελεί πραγματική μάστιγα όχι μόνο για τους εργαζόμενους αλλά για το εύθραυστο ασφαλιστικό σύστημα γενικότερα.

Οι στόχοι που έχει θέσει η κυβέρνηση είναι εξαιρετικά δύσκολη, αν αναλογιστούμε το καθεστώς ζούγκλας που κυριαρχεί στις εργασιακές σχέσεις εδώ και αρκετά χρόνια. Εφόσον καταφέρει να πετύχει τόσο την υλοποίηση του στόχου για αύξηση του κατώτατου βασικού μισθού, όσο και αυτόν για την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας, οι συνθήκες στον ιδιωτικό τομέα θα αλλάξουν εντυπωσιακά. Οι μεγάλοι κερδισμένοι θα είναι αφενός οι εργαζόμενοι που δουλεύουν σήμερα σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες και αμείβονται με ψίχουλα, αφετέρου το ασφαλιστικό σύστημα που θα ενισχυθεί με επιπλέον εισφορές από τις επιχειρήσεις, οι οποίες θα αναγκαστούν να ασφαλίσουν το προσωπικό τους.

Για να επιτευχθεί ο πρώτος στόχος πρέπει να διαμορφωθούν οι κατάλληλες οικονομικές συνθήκες στον ιδιωτικό τομέα, έτσι ώστε οι επιχειρήσεις να μπορούν να δώσουν τις προβλεπόμενες αυξήσεις στο προσωπικό τους δίχως να προχωρήσουν σε απολύσεις. Αν η κατάσταση στην ιδιωτική οικονομία παραμείνει ως έχει, αν δηλαδή οι φόροι παραμείνουν στα σημερινά επίπεδα και η έλλειψη ρευστότητας εξακολουθήσει να «πνιγεί» τις επιχειρήσεις, τότε θα είναι άνευ αντικειμένου η οποιαδήποτε νομοθετική ρύθμιση για αύξηση του κατώτατου βασικού μισθού.

Στο δε θέμα της καταπολέμησης της αδήλωτης εργασίας, χωρίς ελεγκτικούς μηχανισμούς και δίχως τη χορήγηση κινήτρων, έτσι ώστε οι εργοδότες να σταματήσουν να απασχολούν ανασφάλιστους εργαζόμενους, και πάλι δεν θα επιτευχθεί ουσιαστικό αποτέλεσμα. Απαιτούνται, με άλλα λόγια, γενναίες πολιτικές αποφάσεις από την κυβέρνηση, έτσι ώστε τα όσα σχεδιάζει να γίνουν πράξη και να τεθούν οι βάσεις για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας στον πολύπαθο ιδιωτικό τομέα. Ξέρουμε πως η παρούσα κυβέρνηση δεν πιστεύει στην ιδιωτική πρωτοβουλία και την πραγματική οικονομία. Πρέπει, ωστόσο, να αντιληφθεί ότι μόνο αν στηρίξει την αγορά με τα κατάλληλα νομοθετήματα τα κέρδη θα είναι πολλαπλάσια τόσο για την κοινωνία όσο και για την ίδια.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου