Τι μπορούν να αλλάξουν οι εκλογές;

τι-μπορούν-να-αλλάξουν-οι-εκλογές-16483

Απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα θα λάβουμε λίαν συντόμως, καθώς οι επόμενες εκλογές δεν αργούν, όπως άλλωστε και τα συμπεράσματα που θα βγάλουν οι πολίτες μόλις αναλάβει τα ηνία της εξουσίας το νέο κυβερνητικό σχήμα.

Είτε με δηλώσεις που αμφισβητούν οι δανειστές, είτε με ανακοινώσεις που δεν συμβαδίζουν με τις δεσμεύσεις του τρίτου μνημονίου, είτε ακόμη και με υπονοούμενα που προκαλούν σύγχυση στις τάξεις της κοινωνίας, τα κυβερνητικά στελέχη εντείνουν την προπαγανδιστική τους προσπάθεια, μήπως και βελτιώσουν το πολιτικό κλίμα για την ετερόκλητη συμμαχία των ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ, και κατά συνέπεια μήπως παρατείνουν την παραμονή τους στην εξουσία.

Την ίδια στιγμή, η κοινωνία βράζει από αγανάκτηση καθώς τα οικονομικά προβλήματα που έχουν προκαλέσει οι αποφάσεις των κυβερνώντων δεν είναι δυνατόν να αμβλυνθούν με τα φληναφήματα υπουργών, οι οποίοι έχουν σφιχταγκαλιάσει τα χαρτοφυλάκιά τους και δεν τα αφήνουν, ο κόσμος να χαλάσει. Δίνουν την εντύπωση ότι δεν αντιλαμβάνονται την κοινωνική πίεση που τους ασκείται σε κάθε ευκαιρία. Το γεγονός ότι έχουν επιστρατευτεί χιλιάδες αστυνομικοί, προκειμένου ο πρωθυπουργός και οι υπουργοί του να μην έχουν «δυσάρεστες» συναντήσεις με αγανακτισμένους πολίτες κατά τη διάρκεια των δημόσιων εμφανίσεών τους, δεν σημαίνει ότι η κοινωνία δεν ασφυκτιά υπό το βάρος των μέτρων που έχουν τεθεί σε ισχύ, καθώς και αυτών που βρίσκονται προ των πυλών.

Μαζί με την πίεση την οποία ασκούν οι πολίτες, η κυβέρνηση δέχεται αντίστοιχη πίεση από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και το Κίνημα Αλλαγής, που και τα δυο ζητούν επιτακτικά εκλογές. Σε ό,τι αφορά στη ΝΔ, η οποία έχει τεθεί σε κατάσταση αυξημένης εκλογικής ετοιμότητας, η προκήρυξη εκλογών αποτελεί κυρίαρχη προτεραιότητα του πολιτικού της σχεδιασμού, καθώς βασίζεται στις αλλεπάλληλες δημοσκοπήσεις που της δίνουν μια άνετη πρωτιά. Μάλιστα, η πρόσφατη παρουσίαση του προγράμματός της για την αντιμετώπιση της φτώχειας και την προστασία των κοινωνικά ασθενών, παρότι δεν πείθει απόλυτα ως προς τη φιλοσοφία της, σηματοδοτεί τη στροφή της ΝΔ σε μονοπάτια στα οποία μονοπωλούσε επικοινωνιακά μέχρι πρότινος ο ΣΥΡΙΖΑ.

Από την άλλη μεριά, το Κίνημα Αλλαγής, μετά την αρχική του δυναμική εμφανίζεται στις δημοσκοπήσεις καθηλωμένο σε ποσοστά που δεν ικανοποιούν τους εμπνευστές του συγκεκριμένου εγχειρήματος. Αυτό το γεγονός, σε συνδυασμό με τις εσωτερικές πιέσεις που ασκούνται στη Φ. Γεννηματά, διαψεύδουν τις όποιες εκτιμήσεις αναφορικά σε συμπόρευση με τον ΣΥΡΙΖΑ.

Έχουμε λοιπόν από τη μια μεριά την κυβέρνηση που έχει εγκλωβιστεί ανάμεσα στις εμμονές της για παραμονή στην εξουσία και στις υποσχέσεις της για καλύτερες μέρες μετά τον Αύγουστο, δίχως ωστόσο να υπάρχουν οι κατάλληλες προϋποθέσεις έτσι ώστε οι πολίτες να μπορούν να ελπίζουν ότι το σημερινό τους δράμα θα λάβει τέλος, μαζί με την ημερολογιακή ολοκλήρωση της τρίτης δανειακής σύμβασης. Από την άλλη, η ΝΔ με το ΚΙΝ. ΑΛ. (που όλα δείχνουν ότι οδεύουν σε κυβερνητική συνεργασία μετά τις επόμενες εκλογές), έχουν κάνει αυτοσκοπό της πολιτικής τους ρητορικής την πρόωρη προσφυγή στις κάλπες, χωρίς όμως να μπορούν να εγγυηθούν ότι η επόμενη μέρα θα σηματοδοτήσει την αλλαγή σελίδας που έχει ανάγκη η συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας, μετά από οκτώ ολόκληρα χρόνια θυσιών και στερήσεων.

Αυτή η αλλαγή σελίδας απαιτεί γενναίες πολιτικές αποφάσεις που θα έχουν στο επίκεντρό τους τη φορολογική ελάφρυνση των Ελλήνων και την απαλλαγή του κρατικού μηχανισμού από τη γραφειοκρατία και τους κομματικούς ημέτερους, οι οποίοι εξακολουθούν και τον ελέγχουν πλήρως. Η έννοια της δικαιοσύνης που χρησιμοποιεί κατά κόρον στις τοποθετήσεις του ο πρωθυπουργός, όταν αναφέρεται στη μεταμνημονιακή Ελλάδα, δεν μπορεί να μετουσιωθεί σε βασική παράμετρο άσκησης πολιτικής, από τη στιγμή που κυριαρχούν η ανισομέρεια σε ό,τι αφορά στην κατανομή των φορολογικών βαρών (το 20% των πολιτών πληρώνει το 80% των φόρων, ενώ κάποιοι καταβάλουν στο κράτος έως και το 70% του ετήσιου εισοδήματος τους μέσα από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές), και η αίσθηση ότι το κομματικό κράτος γνωρίζει επί διακυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ μέρες ανεπανάληπτης δόξας.

Είναι λοιπόν δυνατό να εμπιστευτεί ο μέσος πολίτης τις δεσμεύσεις του Αλέξη Τσίπρα, ότι μετά τον Αύγουστο θα αλλάξει το σκηνικό που εγκαθίδρυσε στη χώρα η δική του κυβέρνηση, διαψεύδοντας τις ελπίδες και τις προσδοκίες εκατομμυρίων ψηφοφόρων, οι οποίοι της χάρισαν τη νίκη σε δύο διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις και σε ένα ιστορικό δημοψήφισμα; Από την άλλη μεριά, μπορούν οι πολίτες να πιστέψουν τις υποσχέσεις του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ότι μπορεί να οδηγήσει τη χώρα στην ανάπτυξη αλλάζοντας τα κακώς κείμενα στους τομείς της φορολογίας και της δημόσιας διοίκησης, δίχως να υποκύψει στις πιέσεις των δικών του κομματαρχών που θα θελήσουν να εγκαθιδρύσουν έναν αντίστοιχο μηχανισμό αδικίας και πολιτικής εξαπάτησης; Απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα θα λάβουμε λίαν συντόμως, καθώς οι επόμενες εκλογές δεν αργούν, όπως άλλωστε και τα συμπεράσματα που θα βγάλουν οι πολίτες μόλις αναλάβει τα ηνία της εξουσίας το νέο κυβερνητικό σχήμα.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου