Νομοθετική διγλωσσία

νομοθετική-διγλωσσία-125838

Η υποστελέχωση και η υποχρηματοδότηση έχουν γονατίσει τη δημόσια εκπαίδευση και αυτή είναι μια πραγματικότητα που δεν αλλάζει, όσο και αν νομοθετούνται υπουργικές αποφάσεις με αμφιλεγόμενο περιεχόμενο

Οσο η κυβέρνηση θα νομοθετεί με όρους πολιτικής κουτοπονηριάς, τόσο θα χάνει την αξιοπιστία της και θα προκαλεί σύγχυση στην κοινωνία. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση του νόμου για το ωράριο των εκπαιδευτικών, που αλλιώς ήρθε προς ψήφιση στη Βουλή, και αλλιώς εφαρμόζεται, βάσει της σχετικής ερμηνευτικής εγκυκλίου, η οποία έφτασε πρόσφατα στις διευθύνσεις των σχολικών μονάδων και προκάλεσε μεγάλο αλαλούμ. Τι αλλάζει επί της ουσίας με τον νέο νόμο ως προς την υποχρεωτική παρουσία των εκπαιδευτικών στα σχολεία, επί έξι ώρες την ημέρα και 30 ώρες την εβδομάδα; Τίποτα απολύτως, καθώς τόσο στον νόμο που ίσχυε από το 1985, όσο και σε αυτόν που τέθηκε πρόσφατα σε ισχύ, υπάρχει η αναφορά για υποχρεωτική παραμονή των εκπαιδευτικών στις σχολικές μονάδες, όχι πάνω από 30 ώρες την εβδομάδα, και εφόσον τους ζητηθεί από τη διεύθυνση και τον σύλλογο διδασκόντων να φέρουν εις πέρας εργασίες πέραν του εκπαιδευτικού τους έργου.

Γιατί λοιπόν νομοθετήθηκε ένας νόμος που στην ουσία δεν αλλάζει ό,τι ίσχυε μέχρι σήμερα; Για δύο λόγους: πρώτον επειδή η κυβέρνηση ήθελε να υλοποιήσει τη μνημονιακή της δέσμευση έναντι των δανειστών για υποχρεωτικότητα του ωραρίου των εκπαιδευτικών, και δεύτερον -και πιο ουσιαστικό- γιατί ήθελε εξαρχής να αναθέσει, με νομοθετική ρύθμιση, στους εκπαιδευτικούς αρμοδιότητες όπως η σίτιση των μαθητών. Τα σχολικά γεύματα που διανέμονται από φέτος σε πολλά δημοτικά σχολεία έπρεπε κάποιος να τα μοιράζει στους μαθητές, μετά το τέλος του διδακτικού προγράμματος.

Έτσι λοιπόν νομοθέτησαν για τη μετατροπή των δασκάλων, εν προκειμένω, σε τραπεζοκόμους, ενώ επιχειρείται να τους ανατεθεί και η αρμοδιότητα για τον ποιοτικό έλεγχο των γευμάτων, τα οποία προσφέρονται στα σχολεία! Και τραπεζοκόμοι λοιπόν και χημικοί οι εκπαιδευτικοί, βάσει της επίμαχης νομοθεσίας, που από τη μια έχει προκαλέσει μεγάλη σύγχυση στις τάξεις των δασκάλων και των καθηγητών, και από την άλλη πάει να θέσει τον κλάδο αντιμέτωπο με τη κοινωνία, καθώς καλλιεργείται η εντύπωση ότι οι εκπαιδευτικοί αρνούνται να εργαστούν μερικές ώρες επιπλέον την εβδομάδα, τη στιγμή που όλοι οι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα απασχολούνται σε εξαντλητικά ωράρια, δίχως μάλιστα να πληρώνονται σε μόνιμη και σταθερή βάση.

Αντί η κυβέρνηση να νομοθετήσει για την επίλυση βασικών και χρονιζόντων προβλημάτων της εκπαίδευσης, προστατεύοντας παράλληλα τον δάσκαλο και τον καθηγητή από απαξιωτικά σχόλια και την άδικη κοινωνική κριτική, συνεχίζει στην τακτική της διγλωσσίας με σκοπό να αποσπάσει τα συγχαρητήρια των τροϊκανών και ταυτόχρονα να καλύψει κενά και ελλείψεις, σε μια προσπάθεια να δημιουργηθεί η ψευδαίσθηση ότι αλλάζει προς το καλύτερο το δημόσιο σχολείο. Την ίδια στιγμή βέβαια, η υποστελέχωση και η υποχρηματοδότηση έχουν γονατίσει τη δημόσια εκπαίδευση και αυτή είναι μια πραγματικότητα που δεν αλλάζει, όσο και αν νομοθετούνται υπουργικές αποφάσεις με αμφιλεγόμενο περιεχόμενο.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου