Στο ίδιο έργο θεατές

στο-ίδιο-έργο-θεατές-558160

Το αδιαμφισβήτητο ναυάγιο των διαπραγματεύσεων για κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας στο αυριανό Eurogroup, αυξάνει την ανησυχία, την ανασφάλεια και την αγανάκτηση των ανθρώπων της αγοράς, που βλέπουν ότι σε αντίθεση με τη δική τους προσμονή για τερματισμό της παρατεταμένης περιόδου αβεβαιότητας την οποία ζούμε, η κυβέρνηση και η διαπραγματευτική ομάδα που την εκπροσωπεί κάθε άλλο παρά συμμερίζονται την αγωνία τους. Όταν μάλιστα ακούνε κορυφαία κυβερνητικά στελέχη να καθησυχάζουν τους πολίτες ότι δεν υπάρχει πιεστική ανάγκη για το κλείσιμο της συμφωνίας τη δεδομένη χρονική στιγμή, αλλά ότι υπάρχει περιθώριο παράτασης των διαπραγματεύσεων έως τον ερχόμενο Απρίλιο, ίσως και μέχρι τον Μάιο, τότε στο μυαλό τους έρχεται η εφιαλτική περίοδος του 2015, όταν δηλαδή η ημερομηνία για το κλείσιμο της αντίστοιχης διαδικασίας αξιολόγησης πήγαινε από μήνα σε μήνα, έως ότου ξυπνήσαμε ένα ωραίο πρωί με κλειστές τράπεζες και το ένα πόδι έξω από την Ευρωζώνη.

Οι εγκληματικές επιλογές εκείνης της περιόδου χρεώθηκαν σε ένα και μόνο πρόσωπο, ενώ αυτοί που είχαν τη βασική ευθύνη των διαπραγματεύσεων όχι μόνο επιβίωσαν πολιτικά, άλλα κέρδισαν ένα δημοψήφισμα και στη συνέχεια μια εκλογική αναμέτρηση. Από εκείνη την περίοδο μέχρι σήμερα, η κατάσταση στην πραγματική οικονομία παραμένει οριακή, ενώ όσο παρατείνεται η αβεβαιότητα και η ανασφάλεια, τόσο τα προβλήματα τα οποία υπάρχουν αυτή τη στιγμή καθίστανται εξεταστικά δύσκολο να γίνουν διαχειρίσιμα όταν και αν κλείσει επιτελούς η αξιολόγηση. Η εικόνα απόλυτης στασιμότητας στην αγορά, όπου όσο περνούν οι μέρες τόσο ελαχιστοποιείται το καταναλωτικό ενδιαφέρον, είναι αδιάψευστος μάρτυρας των αδιεξόδων, τα οποία αντιμετωπίζει το πιο δυναμικό κομμάτι της οικονομίας.

Έχοντας απέναντι τους ένα εχθρικό περιβάλλον, που είτε με τους φόρους είτε με τις ασφαλιστικές εισφορές καθιστά σχεδόν αδύνατη την επιβίωση των επιχειρήσεων τους, οι άνθρωποι της αγοράς αρχίζουν και βλέπουν να επαναλαμβάνεται το έργο που έζησαν πριν από δύο χρόνια. Μόνο που τότε οι αντοχές τους ήταν διαφορετικές και η γενικότερη εικόνα της ιδιωτικής οικονομίας δεν είχε καμία σχέση με τη σημερινή οριακή κατάσταση. Πλέον τα περιθώρια έχουν στενέψει επικίνδυνα και όσο δεν αντιμετωπίζονται τα εκρηκτικά προβλήματα, τα οποία υφίστανται και συνεχώς διογκώνονται, τόσο ερχόμαστε όλο και πιο κοντά στο σημείο χωρίς επιστροφή.

Παρά τα αδιέξοδα της, η κοινωνία δεν θέλει να πιστέψει ότι το σημερινό τέλμα προκλήθηκε από τις ιδεοληπτικές εμμονές μιας χούφτας πεινασμένων για εξουσία. Κανείς δεν θέλει να δεχτεί ότι κάποιοι «τραινάρουν» τη διαπραγμάτευση ώστε να αποφύγουν το αναπόφευκτο: τη διενέργεια εκλογών, οι οποίες θα τους στείλουν στο σπίτι τους. Υπάρχουν βεβαίως και κάποιοι «κακοπροαίρετοι» που θεωρούν ότι η γλυκιά εξουσία, την οποία σήμερα απολαμβάνει η συγκυβέρνηση, όχι μόνο ικανοποιεί συναισθήματα μικροαστικής ματαιοδοξίας, αλλά γεμίζει κάθε μήνα τα πορτοφόλια όσων την ασκούν. Με δεδομένο λοιπόν ότι θα χάσουν αυτή την εξουσία (και μάλλον θα περάσουν πολλές δεκαετίες για να την ανακτήσουν – αν την ανακτήσουν ποτέ) επιχειρούν να παρατείνουν την παραμονή τους στα κυβερνητικά έδρανα, έτσι ώστε να αποκομίσουν όσο το δυνατόν περισσότερα οφέλη. Ποιος όμως θα μπορούσε να υποστηρίξει ότι η χώρα διοικείται από αριβιστές του αίσχιστου είδους, που βάζουν πάνω από το συμφέρον των πολιτών τα δικά τους ιδιοτελή συμφέροντα;

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου